Γράφει ο κ. Κωνσταντίνος Κωνσταντάκης, φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Α.Π.Θ.
Σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, ο Θεός δεν μπορεί να διακριθεί ούτε να συγκριθεί, διότι βρίσκεται πάνω από κάθε διάκριση. Ως εκ τούτου και από αυτήν του αγαθού και του κακού. Ο Θεός είναι η πηγή της ζωής, το Άκτιστον Φως και η ανεξάντλητη αιώνια πηγή κάθε αγαθού( «Ιω. 8.12 Εγώ ειμί το φως του κόσμου»). Το κακό ως έννοια και πολύ περισσότερο ως δημιούργημα, καθώς και ως οντολογική αρχή δεν υπάρχει. Το κακό κάνει την εμφάνιση του ως δευτερογενής παράγοντας, ως παραφθορά του αγαθού. Είναι η διαστροφή προς το αγαθό. Ο ίδιος ο διάβολος δεν ήταν εξαρχής κακός, αλλά αγγελικόν τάγμα, δημιούργημα του αγαθού θεού. Έγινε όμως με την αυτεξούσια απομάκρυνσή του από Αυτόν. Το κακό εισέρχεται μέσω του αρχεκάκου που είναι ο διάβολος. Ο άνθρωπος δεν είναι εισηγητής αλλά ένα εξαπατημένο θύμα. Παρά ταύτα όμως, τονίζει ο Μέγας Βασίλειος στην εξαήμερο «ο καθένας οφείλει να θεωρεί τον εαυτό του ‘’αρχηγό’’ της κακίας που υπάρχει μέσα του». Ακόμη, στα ανθρώπινα πρόσωπα στηρίζεται και το κοινωνικό κακό. Η φιλαυτία είναι υπεύθυνη, και αυτή που γεννά όλα αυτά τα κακά. Τονίζει μοναδικά ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης «εξαιτίας της οι άνθρωποι γίνονται ακόλλητοι, ανάρμοστοι και ασύζωοι».
Ο πόνος είναι συνέπεια του κακού. Συνδέεται με την κακή χρήση της ελευθερίας. Προκύπτει από την αναζήτηση της ηδονής των αισθήσεων. Αυτή η αναζήτηση ως παρά φύση κίνηση οδηγεί αρχικά στον πόνο και τελικά στον θάνατο. Οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τον πόνο ψυχολογικά και κοινωνικά με διάφορους τρόπους. Αισιόδοξα, απαισιόδοξα και άλλοι ανερμήνευτα. Ο πόνος αποτελεί για τον άνθρωπο σκληρή δοκιμασία, συνοδευόμενη πάντοτε από βιολογική ή ψυχική αποδόμηση. Ως ψυχολογικό και βιολογικό φαινόμενο παραμένει ωστόσο ανερμήνευτος και αρκετά παράδοξος.
Η Εκκλησία αποδέχεται τον πόνο σ’όλη του την έκταση και το βάθος, σεβόμενη πάντοτε την ανθρώπινη ελευθερία. Ταυτόχρονα, προσφέρει στον άνθρωπο την δύναμη έτσι ώστε να σταθεί στα πόδια του, να τον αντιμετωπίσει και να τον χρησιμοποιήσει για την τελείωση του εντασσόμενος στην οδό του Χριστού. Η θετική ή η αρνητική λειτουργία του πόνου είναι καθαρά υποκειμενική. Όποιος αδυνατεί να δει μέσα στον πόνο κάποιο νόημα ή σκοπό απογοητεύεται και κάμπτεται, σε αντίθεση με εκείνον που τον θεωρεί ως παιδαγωγικό μέσο της θείας πρόνοιας, τον αξιοποιεί θετικά και οδεύει προς την πνευματική του τελείωση. Εάν ο πόνος συνοδευτεί με ταπείνωση, αληθινή εκ βάθους μετάνοια, προσευχή και συντριβή για τις αμαρτίες του, κάνει ευκολότερη και ταχύτερη την αποδόμηση του παλαιού εαυτού του και εγκαινιάζει την πνευματική του ανακαίνιση (ψαλμ. 141,5 «παιδεύσει με δίκαιος εν ελέει και ελέγξει με…»).
Έξοχα μας διδάσκει η Αγία Γραφή ( Παροιμ 3,12 « μαστιγοι πάντα υιόν ον παραδέχεται»). Αν αυτό το δούμε αντιστρόφως, σημαίνει πως ο θεός δεν παιδεύει όποιον δεν αγαπά, ούτε μαστιγώνει όποιον δεν αναγνωρίζει. Βλέπουμε κατά έναν πολύ παράδοξο τρόπο τον Πανάγαθο Θεό να παρουσιάζεται ως σκληρός μπροστά στον πόνο του ανθρώπου, έχοντας αρκετές φορές ως αποτέλεσμα την « εξέγερση», την εναντίωση, ακόμη –ακόμη και την οργή του ανθρώπου προς το πρόσωπό Του. Τέτοια παρόμοια στάση υπέδειξε και στον Ιώβ η γυναίκα του μετά την μακροχρόνια ταλαιπωρία, όμως εκείνος την απέκρουσε ως έκφραση αφροσύνης. Ο Χριστός ως τέλειος θεός και τέλειος άνθρωπος έζησε και αυτός τον πόνο με μια όμως μεγάλη διαφορά. Έζησε τον πόνο στον ύψιστο βαθμό και αφέθηκε να πιεί το πιο πικρό ποτήριον ως το τέλος. Γράφει έξοχα ο ιερός υμνογράφος σένα στιχηρό των Αίνων του Όρθρου της Μεγάλης Παρασκευής σε ήχο Γ’ «Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός, ἀτιμίαν δι’ ἡμᾶς ὑπέμεινε, τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή, ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα, αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα, τὸ στόμα τὴν ἐν ὄξει κερασθεῖσαν χολὴν τῇ γεύσει, τὰ ὦτα τὰς δυσσεβεῖς βλασφημίας. Ὁ νῶτος τὴν φραγγέλωσιν, καὶ ἡ χεὶρ τὸν κάλαμον, αἱ τοῦ ὅλου σώματος ἐκτάσεις ἐν τῷ σταυρῷ, τὰ ἄρθρα τοὺς ἥλους, καὶ ἡ πλευρὰ τὴν λόγχην. Ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ παθῶν ἐλευθερώσας ἡμᾶς. Ὁ συγκαταβὰς ἡμῖν φιλανθρωπίᾳ, καὶ ἀνυψώσας ἡμᾶς, παντοδύναμε Σωτήρ, ἐλέησον ἡμᾶς». Το παράδειγμα του Χριστού είναι παράδειγμα μίμησης, υπακοής και απόλυτης εμπιστοσύνης προς τον Θεό Πατέρα.
Τίποτε δεν συμβαίνει στον άνθρωπο χωρίς να το θέλει ή να το επιτρέπει ο Θεός. Και ό,τι θέλει ή επιτρέπει στηρίζει πάντα και μόνο το καλό και όχι το κακό, όπως τονίζει και ο ιερός Χρυσόστομος «ο γαρ πάντα ποιών ώστε σβεσθήναι την κακίαν ουκ αν εαυτην ηύξησεν». Η επίσκεψη του πόνου είναι επίσκεψη παιδείας του θεού. Όλοι οι Άγιου περνούν από τον πόνο, που συχνά είναι μαρτυρικός. Αυτός είναι όμως ο σταυρός τους. Είναι η πρόσκληση που δέχονται από τον θεό για να δείξουν το φιλότιμο, την αυθεντικότητα της πίστεως τους και την εμπιστοσύνη τους απέναντι Του. Είναι η ομολογία της πίστεως, η μαρτυρία Χριστού. Το Ευαγγέλιο το εκφράζει ξεκάθαρα ( Ματθ 1,32 «πας όστις ομολογήσει εν εμοι έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγω εν αυτώ εμπροσθεν του πατρος μου του εν ουρανοις»). Για να το κατορθώσει όμως αυτό κανείς, χρειάζεται ελπίδα και υπομονή. Μέσω της ελπίδας στην πρόνοια και την αγκαλιά του Ουράνιου Πατέρα γίνεται δυνατός ο μετασχηματισμός του πόνου σε πνευματική ενέργεια. Χωρίς τον πόνο και την ταπείνωση του σταυρού δεν έρχεται η χαρά και η δόξα της Αναστάσεως. Με αυτόν τον τρόπο, ο πιστός οδηγείται από την μίμηση του πάθους του Κυρίου στην εν Χριστώ Ανάσταση και ζωή! Αμήν!