Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.
Την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα θυμόμαστε το θαύμα της θεραπείας του Παραλύτου· ένα θαύμα που έκανε ο Κύριος κατά τη διάρκεια της Πεντηκοστής των Ιουδαίων και το διηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης.
Ο Κύριός μας, καθώς βρισκόταν μαζί με τους μαθητές Του στα Ιεροσόλυμα, πέρασε από έναν χώρο, όπου υπήρχαν πολλοί άρρωστοι, που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες. Στο κέντρο του χώρου αυτού υπήρχε μια δεξαμενή γεμάτη με νερό, την Βηθεσδά. Κατά διαστήματα ένας άγγελος τάραζε το νερό και τότε, όποιος άρρωστος προλάβαινε να πέσει πρώτος μέσα στη δεξαμενή γινόταν καλά.
Μεταξύ των αρρώστων αυτών βρισκόταν κι ένας άνδρας, που ήταν παράλυτος επί 38 χρόνια, κάτι που το γνώριζαν πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο Ιησούς. Έτσι, όταν τον είδε, ήρθε κοντά του και τον ρώτησε: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» Κι ο παραλυτικός απαντά: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν». Τότε ο Κύριος του λέει: «Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει». Και αμέσως τα πόδια του παράλυτου άνδρα δυνάμωσαν, σηκώθηκε, φορτώθηκε το κρεβάτι του και έφυγε.
Σ΄ αυτό το σημείο συναντάται η ανθρώπινη θέληση με τη θεία χάρη. Το «θέλω» είναι του ανθρώπου, το «δύναμαι» είναι του Θεού. Στη θεραπεία του παραλυτικού, ο Ιησούς Χριστός ρωτάει: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Ο παραλυτικός απαντάει: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Είναι όμως σαν άλλο να ρωτάει ο Θεός και σε άλλο ν’ απαντάει ο άνθρωπος. Ο Θεός ρωτάει: «θέλεις;» κι ο άνθρωπος απαντάει: «δεν μπορώ». Αλλά το «δεν μπορώ» αυτό δεν είναι απλώς μια απάντηση, είναι και μια ομολογία. Πιο πέρα από τη θέληση είναι και η συναίσθηση της ανθρώπινης αδυναμίας. Κατάλαβε πως είναι αδύνατο να κερδίσει την θεραπεία με δικές του δυνάμεις∙ κι όσο πιο πολύ βλέπει και κατανοεί κάθε άνθρωπος την αδυναμία του, τόσο περισσότερο αυξάνει μέσα του η θέληση κι ο πόθος της σωτηρίας.
«᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας με ὑγιῆ» λέει στους τυπολάτρες Ιουδαίους. Αυτή η πηγαία ομολογία του ανθρώπου εκείνου που εκδήλωνε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη του πρέπει να μας διδάξει πολύ. Διότι κι εμείς δεχόμαστε καθημερινά τις μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες του Θεού που μυστικά ή φανερά ενεργεί στη ζωή μας από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα. Να μάθουμε να λέμε καθημερινά μέσα από την καρδιά μας το «δόξα σοι ο Θεός». Να Τον ευγνωμονούμε για όλες τις δωρεές που δεχόμαστε. Να Τον ευχαριστούμε για όλα όσα γνωρίζουμε και όσα δεν γνωρίζουμε, για τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες που έχει κάνει σε μας. Και να ομολογούμε στους γύρω μας ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ευεργέτης της ζωής μας, ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων» μας και ο κυβερνήτης της ζωής μας.
Όμως ο παραλυτικός από μεγάλος ευγνώμων έγινε ο χειρότερος αχάριστος. Μετά την θεράπειά του έγινε δούλος στην αυλή του αρχιερέα Άννα. Για να αποδείξει πως είναι πιστός στον αρχιερέα και δεν έχει καμία σχέση με τον ευεργέτη του τον Χριστό, χαστούκισε χωρίς αιτία τον Ιησού (!!!) και έπειτα τον ρώτησε «Έτσι απαντάς στον αρχιερέα;» Ξέχασε την ευεργεσία και τα 38 χρόνια ασθένειας και πλέον νοιάζεται μόνο για το ψωμί του και σκέφτεται μήπως ο αρχιερέας τον διώξει και πώς θα ζήσει. Η κίνηση του να χαστουκίσει τον Ιησού όσο κι αν φαίνεται αυθόρμητη και αψυχολόγητη είναι βαθιά υστερόβουλη και μελετημένη και κρύβει πανικό και κακία.
Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι και ένα μήνυμα παρηγοριάς για τους εγκαταλελειμμένους, ανήμπορους και παραμελημένους. Πόσοι άνθρωποι σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες υποφέρουν όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου; Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ΄ ένα απόμακρο χωριό, σ΄ ένα Γηροκομείο, σ΄ ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ΄ ένα σπίτι χωρίς αγάπη. Το σημερινό ιερό Ευαγγέλιο διδάσκει δύο μεγάλες αλήθειες:
α) Μέσα στη μοναξιά μας, αντί να κλαίμε για την κατάστασή μας, έχουμε χρέος να καλλιεργούμαστε στην αρετή, να συνειδητοποιούμε τη μηδαμινότητά μας, να εξαγιαζόμαστε.
β) Να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι αοράτως ο Χριστός. Μπορεί βέβαια να μην επεμβαίνει ακόμη στο δράμα μας. Αλλά ξέρει τον πόνο μας και την μοναξιά μας. Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να σταθεί σύντροφος στο πρόβλημά μας και στην δυστυχία μας και να μας στείλει ανθρώπους Του να μας συμπαρασταθούν και να γλυκάνουν την μοναξιά μας και την δυστυχία μας. Δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι ο Κύριος έτοιμος να μας βοηθήσει.
Τέλος, είναι ελπίδα σωτηρίας. Ένα «θέλω» κι ένα «δύναμαι» είναι ο βίος κι η ζωή. Τί μπορεί ο άνθρωπος; Όσα θέλει ο Θεός. Τί θέλει ο Θεός; Την σωτηρία του ανθρώπου. Άρα ο άνθρωπος, όταν θέλει, μπορεί τα πάντα μέσα στη χάρη του Θεού. Έτσι συμπίπτουν θείο και ανθρώπινο θέλημα κι ο άνθρωπος συνεργαζόμενος με τον Θεό γίνεται υπεράνθρωπος ή, καλύτερα, οδεύει προς την θέωση. Κι έτσι η σωτηρία είναι δωρεά, αλλά όχι μοίρα∙ είναι βουλή του Θεού, αλλά όχι χωρίς τη βούληση του ανθρώπου∙ είναι έργο του Θεού, αλλά όχι χωρίς τη συνεργασία του ανθρώπου∙ είναι χαμήλωμα του ουρανού, αλλά συγχρόνως και ανέβασμα της γης.
Η επίτευξη του προορισμού του ανθρώπου και η σωτηρία του είναι αποτέλεσμα συνεργασίας δυο παραγόντων, του θεϊκού και του ανθρώπινου, της θείας χάρης και της ανθρώπινης θέλησης. Το «θέλω» είναι του ανθρώπου, το «δύναμαι» είναι του Θεού. Από την σύνθεση αυτών των δύο βγαίνει εκείνο που έλεγε ο Απόστολος Παύλος: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ». Δεν είμαστε ανδράποδα, χωρίς θέληση, της τυφλής βίας και της μοίρας∙ είμαστε ελεύθερα παιδιά του Θεού. Δεν είμαστε εμείς που, με μια άμετρη θέληση μέσα στην αδυναμία μας, θα ρίξουμε το Θεό από τον ουρανό, αλλά είναι ο Θεός, ο οποίος και θέλει και μπορεί να μας ανεβάσει από τη γη. Ο Θεός ρωτάει: «θέλεις;». Και περιμένει την απάντηση: «θέλω, Κύριε, αλλά χωρίς εσένα δε μπορώ». Αμήν.
Την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα θυμόμαστε το θαύμα της θεραπείας του Παραλύτου· ένα θαύμα που έκανε ο Κύριος κατά τη διάρκεια της Πεντηκοστής των Ιουδαίων και το διηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης.
Ο Κύριός μας, καθώς βρισκόταν μαζί με τους μαθητές Του στα Ιεροσόλυμα, πέρασε από έναν χώρο, όπου υπήρχαν πολλοί άρρωστοι, που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες. Στο κέντρο του χώρου αυτού υπήρχε μια δεξαμενή γεμάτη με νερό, την Βηθεσδά. Κατά διαστήματα ένας άγγελος τάραζε το νερό και τότε, όποιος άρρωστος προλάβαινε να πέσει πρώτος μέσα στη δεξαμενή γινόταν καλά.
Μεταξύ των αρρώστων αυτών βρισκόταν κι ένας άνδρας, που ήταν παράλυτος επί 38 χρόνια, κάτι που το γνώριζαν πολλοί, μεταξύ των οποίων και ο Ιησούς. Έτσι, όταν τον είδε, ήρθε κοντά του και τον ρώτησε: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» Κι ο παραλυτικός απαντά: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν». Τότε ο Κύριος του λέει: «Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει». Και αμέσως τα πόδια του παράλυτου άνδρα δυνάμωσαν, σηκώθηκε, φορτώθηκε το κρεβάτι του και έφυγε.
Σ΄ αυτό το σημείο συναντάται η ανθρώπινη θέληση με τη θεία χάρη. Το «θέλω» είναι του ανθρώπου, το «δύναμαι» είναι του Θεού. Στη θεραπεία του παραλυτικού, ο Ιησούς Χριστός ρωτάει: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». Ο παραλυτικός απαντάει: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Είναι όμως σαν άλλο να ρωτάει ο Θεός και σε άλλο ν’ απαντάει ο άνθρωπος. Ο Θεός ρωτάει: «θέλεις;» κι ο άνθρωπος απαντάει: «δεν μπορώ». Αλλά το «δεν μπορώ» αυτό δεν είναι απλώς μια απάντηση, είναι και μια ομολογία. Πιο πέρα από τη θέληση είναι και η συναίσθηση της ανθρώπινης αδυναμίας. Κατάλαβε πως είναι αδύνατο να κερδίσει την θεραπεία με δικές του δυνάμεις∙ κι όσο πιο πολύ βλέπει και κατανοεί κάθε άνθρωπος την αδυναμία του, τόσο περισσότερο αυξάνει μέσα του η θέληση κι ο πόθος της σωτηρίας.
«᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας με ὑγιῆ» λέει στους τυπολάτρες Ιουδαίους. Αυτή η πηγαία ομολογία του ανθρώπου εκείνου που εκδήλωνε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη του πρέπει να μας διδάξει πολύ. Διότι κι εμείς δεχόμαστε καθημερινά τις μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες του Θεού που μυστικά ή φανερά ενεργεί στη ζωή μας από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα. Να μάθουμε να λέμε καθημερινά μέσα από την καρδιά μας το «δόξα σοι ο Θεός». Να Τον ευγνωμονούμε για όλες τις δωρεές που δεχόμαστε. Να Τον ευχαριστούμε για όλα όσα γνωρίζουμε και όσα δεν γνωρίζουμε, για τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες που έχει κάνει σε μας. Και να ομολογούμε στους γύρω μας ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ευεργέτης της ζωής μας, ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων» μας και ο κυβερνήτης της ζωής μας.
Όμως ο παραλυτικός από μεγάλος ευγνώμων έγινε ο χειρότερος αχάριστος. Μετά την θεράπειά του έγινε δούλος στην αυλή του αρχιερέα Άννα. Για να αποδείξει πως είναι πιστός στον αρχιερέα και δεν έχει καμία σχέση με τον ευεργέτη του τον Χριστό, χαστούκισε χωρίς αιτία τον Ιησού (!!!) και έπειτα τον ρώτησε «Έτσι απαντάς στον αρχιερέα;» Ξέχασε την ευεργεσία και τα 38 χρόνια ασθένειας και πλέον νοιάζεται μόνο για το ψωμί του και σκέφτεται μήπως ο αρχιερέας τον διώξει και πώς θα ζήσει. Η κίνηση του να χαστουκίσει τον Ιησού όσο κι αν φαίνεται αυθόρμητη και αψυχολόγητη είναι βαθιά υστερόβουλη και μελετημένη και κρύβει πανικό και κακία.
Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα είναι και ένα μήνυμα παρηγοριάς για τους εγκαταλελειμμένους, ανήμπορους και παραμελημένους. Πόσοι άνθρωποι σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες υποφέρουν όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου; Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ΄ ένα απόμακρο χωριό, σ΄ ένα Γηροκομείο, σ΄ ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ΄ ένα σπίτι χωρίς αγάπη. Το σημερινό ιερό Ευαγγέλιο διδάσκει δύο μεγάλες αλήθειες:
α) Μέσα στη μοναξιά μας, αντί να κλαίμε για την κατάστασή μας, έχουμε χρέος να καλλιεργούμαστε στην αρετή, να συνειδητοποιούμε τη μηδαμινότητά μας, να εξαγιαζόμαστε.
β) Να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι αοράτως ο Χριστός. Μπορεί βέβαια να μην επεμβαίνει ακόμη στο δράμα μας. Αλλά ξέρει τον πόνο μας και την μοναξιά μας. Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να σταθεί σύντροφος στο πρόβλημά μας και στην δυστυχία μας και να μας στείλει ανθρώπους Του να μας συμπαρασταθούν και να γλυκάνουν την μοναξιά μας και την δυστυχία μας. Δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι ο Κύριος έτοιμος να μας βοηθήσει.
Τέλος, είναι ελπίδα σωτηρίας. Ένα «θέλω» κι ένα «δύναμαι» είναι ο βίος κι η ζωή. Τί μπορεί ο άνθρωπος; Όσα θέλει ο Θεός. Τί θέλει ο Θεός; Την σωτηρία του ανθρώπου. Άρα ο άνθρωπος, όταν θέλει, μπορεί τα πάντα μέσα στη χάρη του Θεού. Έτσι συμπίπτουν θείο και ανθρώπινο θέλημα κι ο άνθρωπος συνεργαζόμενος με τον Θεό γίνεται υπεράνθρωπος ή, καλύτερα, οδεύει προς την θέωση. Κι έτσι η σωτηρία είναι δωρεά, αλλά όχι μοίρα∙ είναι βουλή του Θεού, αλλά όχι χωρίς τη βούληση του ανθρώπου∙ είναι έργο του Θεού, αλλά όχι χωρίς τη συνεργασία του ανθρώπου∙ είναι χαμήλωμα του ουρανού, αλλά συγχρόνως και ανέβασμα της γης.
Η επίτευξη του προορισμού του ανθρώπου και η σωτηρία του είναι αποτέλεσμα συνεργασίας δυο παραγόντων, του θεϊκού και του ανθρώπινου, της θείας χάρης και της ανθρώπινης θέλησης. Το «θέλω» είναι του ανθρώπου, το «δύναμαι» είναι του Θεού. Από την σύνθεση αυτών των δύο βγαίνει εκείνο που έλεγε ο Απόστολος Παύλος: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ». Δεν είμαστε ανδράποδα, χωρίς θέληση, της τυφλής βίας και της μοίρας∙ είμαστε ελεύθερα παιδιά του Θεού. Δεν είμαστε εμείς που, με μια άμετρη θέληση μέσα στην αδυναμία μας, θα ρίξουμε το Θεό από τον ουρανό, αλλά είναι ο Θεός, ο οποίος και θέλει και μπορεί να μας ανεβάσει από τη γη. Ο Θεός ρωτάει: «θέλεις;». Και περιμένει την απάντηση: «θέλω, Κύριε, αλλά χωρίς εσένα δε μπορώ». Αμήν.
Θ.Χ.
Πηγές:
* Δ΄ Κυριακή από του Πάσχα, π. Αμβροσίου Σταμπλιάκα,
* Κυριακή του Παραλύτου, blog «Χριστιανική Φοιτητική Δράση».
Πηγές:
* Δ΄ Κυριακή από του Πάσχα, π. Αμβροσίου Σταμπλιάκα,
* Κυριακή του Παραλύτου, blog «Χριστιανική Φοιτητική Δράση».