Δεν είμαστε θρησκεία, δεν είμαστε Χριστιανισμός. Είμαστε Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία» η οποία είναι πίστη σαρκωμένη, είναι αποκάλυψη, είναι φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο: «Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν».

Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ & ΔΥΟ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΒΑΣΙΛΕΙΣ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

40 μέρες μετά την ζωηφόρο Ανάσταση, ο Κύριος αναλαμβάνεται στον ουρανό. Η Ανάληψη του Χριστού αποτελεί το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ἀνελήφθη ἐν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν».
Ο Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς για να ανοίξει για τον άνθρωπο τον ουράνιο δρόμο και να τον κατακτήσει συμβασιλέα Του. Μπορεί να αναλήφθηκε αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Το αναστημένο και άφθαρτο Σώμα Του έφερε ακόμα τα αποτυπώματα των πληγών από τα πάθη που υπέστη. Γιατί; Για να δείξει πόσο μεγάλη και απερίγραπτη είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο καθώς και για να μας πείσει  να μην λησμονούμε ποτέ τα πάθη του, διότι όταν τα έχουμε ενώπιόν μας, η καρδιά μας θα πλημμυρίζει από ευγνωμοσύνη προς Αυτόν και από ιερά συναισθήματα.
- Γιατί ο Χριστός αναλήφθηκε μετά από 40 μέρες και όχι αμέσως μετά την Ανάσταση;
- Για να πείσει και τον τελευταίο δύσπιστο πως αναστήθηκε. 40 ολόκληρες μέρες στην γη, και εμφανίστηκε επανειλημμένα στους μαθητές Του, και τους έδειξε τις ουλές από τα πληγές Του, τους μίλησε για τις προφητείες που εκπλήρωσε με την ζωή και τα πάθη Του ως άνθρωπος, και μάλιστα συνέφαγε μαζί τους.
Ευρισκόμενοι στο Όρος των Ελαιών μπροστά στην Θεοτόκο και στους Αποστόλους, ο Χριστός «ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς ῾Ιερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης».
Σημειώνει ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν: «Μας δίνεται νέα χαρά: η χαρὰ νὰ στοχαζόμαστε καὶ νὰ γιορτάζουμε τὴν Ἀνάληψη. Δεν εορτάζουμε την αναχώρηση του Χριστού. Ο Χριστός είπε: «μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Καὶ ὁλόκληρη ἡ χαρὰ τῆς Χριστιανικῆς πίστης βρίσκεται στὴ συνειδητοποίηση τῆς παρουσίας Του, ὅπως ἀκριβῶς τὴν ὑποσχέθηκε: «οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν». Δὲν γιορτάζουμε τὴν ἀναχώρηση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τὴν ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανούς».
Ο Κύριος γύρισε κοντά τους πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι περίμεναν. Δέκα μέρες αργότερα κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα, «ἡ ἐξ ὕψους δύναμις», πάνω στους Αποστόλους και στην πρώτη Εκκλησία για να τους φωτίζει, να τους καθοδηγεί, να τους ενισχύει και να τους στερεώνει «πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος».
Τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος (Λόγος εἰς τὴν Ἀνάληψιν) «Κατά το γεγονός της Αναλήψεως, πραγματοποιήθηκε στην πράξη η συμφιλίωση του Θεού με το ανθρώπινο γένος. Διαλύθηκε η παλιά έχθρα, τελείωσε ο μακροχρόνιος πόλεμος. Κι αυτό συνέβαινε έως τώρα, όχι επειδή μισούσε ο Θεός τον άνθρωπο, αλλά επειδή ο άνθρωπος επιδείκνυε αδιαφορία και αχαριστία. Και τώρα, η αλλαγή δεν έγινε εξαιτίας των δικών μας κατορθωμάτων ή επειδή αλλάξαμε στάση και συμπεριφορά, αλλά λόγω της απροσμέτρητης αγάπης και του ενδιαφέροντος του Θεού. [...] Τώρα στην Ανάληψη, εμείς που δεν ήμασταν άξιοι να κατοικούμε στον παράδεισο, εμείς που στο τέλος καταντήσαμε να μην αξίζουμε να ζούμε εδώ στη γη, με αποτέλεσμα να γίνει ο κατακλυσμός και να χαθεί όλο το ανθρώπινο γένος εκτός της οικογένειας του Νώε, εμείς τώρα οι ανάξιοι ανεβαίνουμε στον ουρανό. Τα χερουβίμ, παλαιά, φυλάγανε τον παράδεισο για να μην μπούμε ξανά και τώρα εμείς τα υπερβαίνουμε. Η ανθρώπινη φύση, στο πρόσωπο του Χριστού, έτυχε τιμής που δεν έτυχε η φύση των αγγέλων. Ο Θεός έγινε άνθρωπος. Δεν έγινε άγγελος. Ενώθηκε μόνο με την ανθρώπινη φύση. Και οι άγγελοι δεν ζηλεύουν, αντίθετα χαίρονται, διότι χαρά των αγγέλων είναι η προκοπή μας και πόνος τους η εξαθλίωσή μας».
Με την Ανάληψή Του ο Κύριος φώτισε το νου μας για να δούμε τον δρόμο και τον προορισμό της ζωής μας. Που είναι η συνεχής μαρτυρία Χριστού, η μεταμόρφωση και η θέωση. Που είναι ο ουρανός, η δική μας ανάληψη διότι η καταγωγή μας είναι ουράνια. Και ουρανός είναι όχι το στερέωμα που βλέπουμε αλλά είναι αυτό πού μας επιστρέφει ο Χριστός, ό,τι χάσαμε με την αμαρτία και την υπερηφάνεια. Ουρανός είναι η αιώνια ζωή, το βασίλειο της αλήθειας, ο κόσμος της καλωσύνης και της ομορφιάς. Ουρανός είναι ολόκληρη η πνευματική μεταμόρφωση της ανθρώπινης ζωής· ουρανός είναι η βασιλεία του Θεού, η νίκη πάνω στο θάνατο, ο θρίαμβος της αγάπης και της φροντίδας· ουρανός είναι η εκπλήρωση αυτής της έσχατης επιθυμίας, για την οποία ειπώθηκε: «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν».
Φέτος όμως μαζί με την Ανάληψη του Χριστού εορτάζουμε και την μνήμη δύο μεγάλων Ισαποστόλων Βασιλέων, του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της Αγίας Ελένης.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο Βιθυνίας στην Μικρά Ασία και από μικρή μελετούσε τις χριστιανικές γραφές και έγινε πιστή χριστιανή. Σε ηλικία 21 ετών, παντρεύτηκε έναν αξιωματούχο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τον Κωνστάντιο Χλωρό. Η Αγία Ελένη ακολούθησε τον σύζυγο της σε όλες τις εκστρατείες, στις οποίες η θέση του τον υποχρέωνε να λάβει μέρος. Τέσσερα χρόνια μετά τον γάμο τους, το 274 μ.Χ., απέκτησαν ένα γιο, τον Κωνσταντίνο, τον οποίο η Ιστορία έστεψε με τον τίτλο «Μέγας» και υπήρξε ο πρώτος αυτοκράτορας του Βυζαντίου αλλά και Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος ανατράφηκε με τις χριστιανικές διδαχές της μητέρας του, την στρατιωτική εκπαίδευση του πατέρα του και τα γράμματα μεγάλων διδασκάλων της εποχής. Αυτά τα τρία διαμόρφωσαν το πνεύμα και τον χαρακτήρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ενός ανθρώπου γραμματισμένου, αξιόμαχου στρατιώτη και ταυτόχρονα φιλικά προσκείμενου στους χριστιανούς και την Χριστιανική πίστη.
Μετά από στρατιωτικές ανελίξεις, αγώνες, εκστρατείες αλλά και ιστορικές συγκυρίες καταφέρνει το 306 μ.Χ. να ανακηρυχθεί Καίσαρας των Δυτικών Επαρχιών της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ο Μέγας Κωνσταντίνος «τοῦ Σταυροῦ τόν τύπον ἐν οὐρανῶ θεασάμενος καί ὡς ὁ Παῦλος τήν κλῆσιν, οὐκ ἐξ ἄνθρώπων δεξάμενος» δέχεται την κλήση από τον Θεό και νικά σε διαδοχικές μάχες τους 2 συμβασιλείς Μαξέντιο, και Γαλέριο. Η ανοδική του πορεία συνεχίζεται και τελικά το 324 μ.Χ., μετά την νίκη του στην Ανδριανούπολη επί του Λικίνιου (Αυγούστου της Ανατολής), εγκαθίσταται στον αυτοκρατορικό θρόνο της Ρώμης.
Έπειτα μεταφέρει την πρωτεύουσα από την Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, στην «Θεοτοκούπολιν» όπου δημιουργεί πλήθος ιδρυμάτων για τους φτωχούς και πονεμένους υπηκόους του. Ενδιαφέρεται για την ανοικοδόμηση ορθόδοξων ναών και φέρει εις πέρας την αποστολή για την εύρεση του τίμιου Σταυρού που τόσο ευλαβούνταν.
Επιπλέον, προσπάθησε με πνεύμα αγάπης, ειρήνης αλλά και αλήθειας του δόγματος να επιλύσει το πρόβλημα της αιρέσεως του Αρειανισμού συγκαλώντας την Α΄ εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.) Τέλος, απαρνήθηκε την ειδωλολατρική αρχιερατική του ιδιότητα με το βάπτισμα του λίγο πριν την κοίμηση του στις 21 Μαΐου του 337 μ.Χ. σε ηλικία 63 ετών. 
Ο Άγιος Κωνσταντίνος χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία με τον τίτλο του Ισαποστόλου, επειδή ακολούθησε – στα χνάρια των αποστόλων – μια πορεία ιεραποστολική, με στόχο τη διάδοση και την επικράτηση του Ευαγγελίου «πάση τη κτίσει». Ο Κωνσταντίνος υπήρξε πρότυπο ιεραποστόλου, αφού με διάφορους τρόπους ενήργησε ιεραποστολικά.
* Διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.). Μια κίνηση που φανερώνει τις πραγματικές χριστιανικές αρχές του. Υπάκουσε στα λόγια του Κυρίου περί ανεξηθρησκείας, «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθείν…» – μένοντας πιστός στο Ευαγγέλιο, αν και κάλλιστα θα μπορούσε να επιβάλει τον Χριστιανισμό στους πολίτες του κράτους. Ιεραποστολή ελεύθερη.
* Υπήρξε πρότυπο ταπείνωσης και αυταπάρνησης, γνώσης του εαυτού και αυτάρκειας, αφού δεν συμμερίστηκε την άποψη προηγουμένων αυτοκρατόρων, ότι είναι θεοί. Δεν ζητά τιμή θεού, αλλά αρκείται στο να θεωρείται εκπρόσωπός του Θεού. Ιεραποστολή με πνεύμα ταπείνωσης και αυταπάρνησης.
* Η φιλανθρωπική διακονία του ήταν μεγαλειώδης. Έχτισε νοσοκομεία, σχολεία, ορφανοτροφεία και άλλα πολλά, με σκοπό την ανακούφιση των φτωχών και πενήτων όλης της αυτοκρατορίας. Ιεραποστολή προς όλους.
* Αγωνίστηκε για την επικράτηση της Ορθοδοξίας έναντι της Αρειανικής αιρέσεως με τρόπο ευγενή και ενωτικό. Ιεραποστολή με βάση την Ορθοδοξία και την ενότητα της Εκκλησίας.
Έτσι συνέβαλε αποφασιστικά ώστε η αυτοκρατορία να οδηγηθεί με σταθερά βήματα προς το Χριστιανισμό, επιτελώντας έργο ισάξιο των αποστόλων για την Εκκλησία και μέγα για την ιστορία.
Δύο χρόνια μετά την ανακήρυξη του Μέγα Κωνσταντίνου ως αυτοκράτορα, η Αγία Ελένη, ταξιδεύει στους Αγίους Τόπους με σκοπό να βρει τα μέρη που έζησε ο Ιησούς Χριστός και να τα αναδείξει. Πράγματι, στο ταξίδι της αυτό, διεξήγαγε ανασκαφές, έκτισε Εκκλησίες, θεμελίωσε μοναστήρια και βρήκε τον Σταυρό του Μαρτυρίου του Κυρίου μας. Οι ναοί της Γεννήσεως και της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα, είναι δύο από τους ναούς που έκτισε η Αγία Ελένη στους Αγίους Τόπους. Μετά την δράση της εκεί, εγκαταστάθηκε στην Νικομήδεια όπου και παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο, σε ηλικία 80 ετών, το 329 μ.Χ.
Οι δύο Άγιοι μας καλούν να έχουμε πίστη στον Θεό και ιεραποστολικό ζήλο. Ο Άγιος Κωνσταντίνος ονομάστηκε «Μέγας» επειδή κατάφερε να ειρηνεύσει και να σταθεροποιήσει την πολυεθνική αυτοκρατορία του και επειδή σεβάστηκε την προσωπική πίστη κάθε ανθρώπου και λαού. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είναι ένα ζωντανό παράδειγμα για τους πολιτικούς άρχοντες κάθε εποχής που πρέπει να τους διακρίνει η πίστη στον Θεό, η αγάπη προς την Πατρίδα και η θυσιαστική διακονία για τον λαό. Όμως πίσω από μία τόσο σπουδαία προσωπικότητα στην παγκόσμια ιστορία κρύβεται μία γυναίκα και αυτή είναι η Αγία Ελένη. Η Αγία Ελένη είναι πρότυπο μητέρας, πρότυπο ανατροφέα παιδιού που προκόβει, που προσφέρει, που αναδεικνύεται, που διακονεί και το όνομά του μένει!
Αυτά τα μηνύματα ας αποκομίσουμε από την διπλή αυτή εορτή και να παίρνουμε θάρρος από τον λόγο του αναληφθέντος Κυρίου: «Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν καί οὐδείς καθ’ ὑμῶν». Αμήν.

Θ.Χ.

Πηγές:
* www.ierapostoles.gr.
* www.matia.gr.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.