Δεν είμαστε θρησκεία, δεν είμαστε Χριστιανισμός. Είμαστε Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία» η οποία είναι πίστη σαρκωμένη, είναι αποκάλυψη, είναι φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο: «Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν».

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Η ΠΙΣΤΗ ΕΝΟΣ ΗΓΕΤΗ

«Ἔχω πλήρη ἐπίγνωσιν, ὅτι ἡ πρὸς τὸν λαὸν μου ὑπηρεσία μου ἀποτελεῖ ἐπίσης μέρος τῆς ὑπηρεσίας μου πρὸς τὸν Θεόν».
                                                                                                         Βασιλεύς Παύλος Α΄

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Σε μία περίοδο που αναμοχλεύονται θέματα όπως οι σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας-Πολιτείας, εκκλησιαστικής περιουσίας, μισθοδοσίας του Κλήρου, θρησκευτικού όρκου και θρησκευτικών πεποιθήσεων εκπροσώπων της Πολιτείας γίνεται φανερό το μέγεθος της πνευματικής και εκκλησιαστικής κατάπτωσης της νεοελληνικής κοινωνίας και του μεταπολιτευτικού κράτους. Όταν μία κοινωνία και ένα κράτος δεν οικοδομείται και δεν θεμελιώνεται «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» τότε αντιμετωπίζει θανάσιμα προβλήματα και είναι ιδιαίτερα ευάλωτο και επιρρεπές.
Οι πολιτικοί άρχοντες είναι «διάκονοι τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ ἀγαθόν». Είναι όργανα του Θεού για να γίνεται το καλό στον κόσμο και να προάγεται ο βίος των ανθρώπων. Κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο «Χριστῷ συνάρχουσι, Χριστῷ καὶ συνδιοικοῦσι». Γι΄αυτό οι πολιτικοί άρχοντες πρέπει να έχουν τα κατά τον ιερό Χρυσόστομο απαραίτητα προσόντα: αγάπη προς τον λαό, ζήλο, ταπεινοφροσύνη, καθαρότητα, διοικητική και διδακτική ικανότητα. Είναι όντως ευτυχία για έναν λαό να διοικείται από ανθρώπους μ΄ αυτά τα προσόντα, με πίστη στον Θεό και την Εκκλησία, με φιλοπατρία και εκκλησιαστικό φρόνημα. Και η Ελλάδα είχε έναν τέτοιο άνθρωπο κατά τον 20ο αιώνα. Τον Βασιλιά Παύλο Α΄.
ΠροεπισκόπησηΈνας άνθρωπος που αφοσιώθηκε και υπηρέτησε τον ελληνικό λαό, πρόθυμος για χάρη του να υποβληθεί σε κάθε θυσία. Που γεύθηκε τις πικρίες της ξένης γης και της εξορίας αλλά και που δημιούργησε μία εξαίρετη οικογένεια. Αγαπήθηκε και κατέκτησε την εκτίμηση του λαού του. Στα χρόνια άσκησης των βασιλικών του καθηκόντων δεν επέτρεψε σε καμία σκιά να πέσει πάνω του. Αντιμετώπισε σοβαρά την θανάσιμη απειλή κατά της Πατρίδας του, στάθηκε μακριά από τις πολιτικές διενέξεις και αποτέλεσε το πρότυπο του «Βασιλέως-φιλοσόφου» κατά τον Πλάτωνα. Στην προσωπική του ζωή ζούσε-φυσικά με ανέσεις και υπηρετικό προσωπικό-αλλά απλά και ανεπιτήδευτα. Φρόντισε να μεταλαμπαδεύσει στην σύζυγό του Βασίλισσα Φρειδερίκη και στα τρία τους παιδιά Σοφία, Κωνσταντίνο και Ειρήνη ηθικές αρχές και να τους εμφυσήσει την Ορθόδοξη πίστη, την αγάπη προς την Ελλάδα και τον σεβασμό προς το ανθρώπινο πρόσωπο. Πίστευε πως ο Βασιλιάς είναι μία αποστολή και ο ρόλος του Βασιλέως είναι η διακονία του λαού του («Ισχύς μου η αγάπη του λαού»).
Όμως, στόχος του άρθρου είναι η παρουσίαση της προσωπικότητας του Βασιλιά Παύλου ως χαρακτήρα και πνευματικού ανθρώπου. Απότοκος της χριστιανικής διαπαιδαγώγησης που έλαβε από το οικογενειακό του περιβάλλον ήταν η ανεξικακία και η ταπείνωσή του. Ποτέ δεν σκέφθηκε να κάνει κακό σε κανέναν, αλλά ούτε και εκστόμισε λόγο εναντίον κανενός! Όλους, ακόμη και τους πιο άσημους, τους θεωρούσε ως ίσους του. Ένα δείγμα του ταπεινού του φρονήματος ήταν και ότι ποτέ δεν έκανε επίδειξη γνώσεων. Ενώ ήταν πολύ μελετημένος, πολύ φιλοσοφημένο μυαλό και είχε το προσόν να συγκρατεί ότι διάβαζε (πολύ δυνατό μνημονικό), εντούτοις ήταν υπομονητικός ακροατής. Όταν, ακόμα και στις συζητήσεις που είχε με πολιτικούς, άκουγε ακρότητες και κομματικές αθυροστομίες ήταν υπομονητικός.
Αγνοούσε τι σήμαινε μνησικακία, μικροψυχία, οργή, μοχθηρία, εκδικητικότητα. Ακόμα και στις δυσκολότερες και πιο στερημένες ημέρες του βίου του, έκρινε τους πάντες και τα πάντα με νηφαλιότητα και χωρίς εκδικητικές τάσεις. Δεν επέτρεψε ποτέ στο μίσος να αλώσει την ψυχή του και ήταν προικισμένος με την ικανότητα να διαγράφει με την ανεξικακία της λήθης και να συγχωρεί ακόμα και τις οδυνηρότερες αναμνήσεις. Η υπομονή, η ανεκτικότητα, η καρτερία, το μόνιμο χαμόγελό του οδήγησαν κάποτε την μικρότερη αδελφή του Πριγκίπισσα Αικατερίνα να εκμυστηρευθεί στην μεγαλύτερή τους Ειρήνη: «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θὰ ἀποκτήσει καὶ δεύτερο Ἅγιο μὲ τὸ ὄνομα Παῦλος - τὸν ἀδελφὸ μας!»
Θεμέλιο όλης της ηθικής του προσωπικότητας ήταν η πίστη του στον Θεό και στην Εκκλησία και η εγκόλπωση των μηνυμάτων της χριστιανικής διδασκαλίας. Την Εκκλησία την έβλεπε στην ενότητά της και το πραγματικό μεγαλείο της, την πίστευε «μὴ ἔχουσαν σπίλον ἢ ῥυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων», αληθινά «ἁγίαν καὶ ἄμωμον». Είχε την πεποίθηση, πως η Εκκλησία είναι η μία και αδιαίρετη, η αγία και άμωμη, η γνήσια και αποστολική Εκκλησία που, όπως ο Κύριος που την φανέρωσε επί της γης, δεν επιδέχεται «φυρμόν ἢ διαίρεσιν». Ήθελε «νὰ καταστήσωμεν τν Ἐκκλησίαν ἡμῶν λιμένα καταφυγῆς καὶ εἰρήνης δι΄ ὅλους τοὺς διψῶντας κατὰ τὴν καρδίαν καὶ κατὰ τὴν ψυχήν». Η πίστη του αυτή στην Εκκλησία δεν ήταν συγκεχυμένη και αόριστη, αλλά συγκεκριμένη, βιωματική και χειροπιαστή.
Στις 1 Απριλίου 1947, μόλις ανέβηκε στον θρόνο, ο Βασιλιάς Παύλος φρόντισε να ξαναζωντανέψει την χριστιανική-πνευματική ζωή μέσα στο Παλάτι, μία παράδοση που είχε αφήσει η γιαγιά του Βασίλισσα Όλγα σ΄ όλα της τα παιδιά και εγγόνια σαν πνευματική κληρονομιά.
* Παρεκκλήσιο των Ανακτόρων: Έτσι, ολοκλήρωσε την αποπεράτωση του παρεκκλησίου της Αναστάσεως του Κυρίου, κτισμένο το 1915 από την Βασίλισσα Όλγα αλλά ημιτελές και ερείπιο εξαιτίας των πολεμικών γεγονότων. Ο Βασιλιάς Παύλος ανήκε στους ανθρώπους, «τοὺς ἀγαπῶντας τὴν εὐπρέπειαν τοῦ οἴκου» του Θεού. Με προσωπική του επιμέλεια επιλέχθηκαν, μεταφέρθηκαν και τοποθετήθηκαν οι Ιερές Εικόνες, καντήλες, προσκυνητάρια, μαρμάρινο μεσοβυζαντινό τέμπλο και μαρμάρινη παλαιοχριστιανικού τύπου Αγία Τράπεζα. Φρόντισε για την εικονογράφηση του Παρεκκλησίου όπου αγιογραφήθηκαν οι Άγιοι που έχουν τα ίδια ονόματα με τα μέλη της βασιλικής οικογένειας (Απόστολοι Πέτρος, Παύλος, Ανδρέας, Άγιοι Κωνσταντίνος, Γεώργιος, Χριστοφόρος, Νικόλαος, Όλγα, Σοφία, Ειρήνη, Ελισάβετ, Αικατερίνη, Ελένη, Μαρίνα κλπ). Σχημάτισε παιδική εκκλησιαστική χορωδία, διαρρύθμισε τις Ιερές Ακολουθίες σύμφωνα με το ανακτορικό βυζαντινό τυπικό και τοποθετήθηκε εφημέριος και πρωθιερέας των Ανακτόρων ο Αρχιμανδρίτης π. Ιερώνυμος Κοτσώνης (μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών). Έπειτα, ο Βασιλιάς Παύλος καθιέρωσε την ραδιοφωνική μετάδοση της Θείας Λειτουργίας από το βασιλικό Παρεκκλήσιο με σκοπό, όπως έλεγε, να βοηθήσει στην χριστιανική διαπαιδαγώγηση του λαού μας και να νιώθει τον λαό να συμπροσεύχεται μαζί του. Έτσι, εκπλήρωσε τον βαθύ του πόθο να λατρεύει τον Θεό, ήσυχα και κατανυκτικά, απαλλαγμένος από επισημότητες και πρωτόκολλα που του επέβαλλαν οι δημόσιες εμφανίσεις.
* Ιδιαίτερος δάσκαλος για τα Θρησκευτικά: Ο Παύλος φρόντισε για την επιμελημένη χριστιανική διαπαιδαγώγηση των 3 παιδιών του. Ενώ άλλες εύπορες οικογένειες παίρνουν για τα παιδιά τους ιδιαίτερο δάσκαλο μόνο για ξένες γλώσσες, πιάνο, βιολί ή και γυμναστική, οι Βασιλείς παρέδωσαν τα παιδιά τους σε ιδιαίτερο δάσκαλο για να διδαχθούν την χριστιανική αγωγή! Ήταν το μόνο μάθημα που Κωνσταντίνος, Σοφία, Ειρήνη δεν παρακολουθούσαν στην Σχολή Αναβρύτων (σχολείο με παιδιά της ηλικίας τους και από όλες τις κοινωνικές τάξεις).
* Θεία Μετάληψη: Μετά από την καθιερωμένη νηστεία του Σαββάτου, ο Παύλος και τα όλα τα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας πήγαιναν στην ιερά Εξομολόγηση. Την επόμενη μέρα το πρωί προσέρχονταν στην Θεία Λειτουργία. Στην ώρα του Κοινωνικού πρώτος ο Βασιλιάς και ύστερα τα υπόλοιπα μέλη, με την σειρά τους, ασπάζονταν τις ιερές Εικόνες του τέμπλου και επέστρεφαν στις θέσεις τους. Έπειτα πλησίαζαν προς την Θεία Κοινωνία. Ο Παύλος προσκυνούσε μπροστά στο Άγιο Ποτήριο, σηκωνόταν, κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια, ασπαζόταν πάλι το Άγιο Ποτήριο και πήγαινε σ΄ ένα τραπεζάκι που ήταν ετοιμασμένο στα πλάγια του Ναού, έπαιρνε το Αντίδωρό του, έπινε λίγο νάμα και γυρίζοντας στην θέση του έδινε από ένα φιλί σ΄ όσους είχαν επίσης κοινωνήσει. Στο τέλος, πριν το «δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν», ο Παύλος ερχόταν μπροστά στην εικόνα του Χριστού και διάβαζε την Ακολουθία της Θείας Ευχαριστίας. Μετά το «δι᾿ εὐχῶν» έφευγε ο καθένας με την συνηθισμένη του τάξη.
ΠροεπισκόπησηΝηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής: Τις πρώτες 3 ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Βασιλική Οικογένεια κατέλυε μόνο ωμά φρούτα και λαχανικά και κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια το απόγευμα της Καθαράς Τετάρτης στην πρώτη Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία που τελούνταν στο βασιλικό Παρεκκλήσιο. Καθ΄ όλη την διάρκεια την διάρκεια της Μ. Τεσσαρακοστής τηρούνταν αυστηρώς η νηστεία μέσα στο Παλάτι, στοιχείο που το μεταβίβασε ο Παύλος και στα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του.
Ο Βασιλιάς αγαπούσε εντελώς ξεχωριστά τις ακολουθίες της Μ. Τεσσαρακοστής και ακόμα περισσότερο τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας και απ΄ αυτές πάλι τα «Δώδεκα Ευαγγέλια» με επικεφαλής το πρώτο από τα Δώδεκα. Αγαπούσε πολύ αυτήν την περικοπή επειδή περίληψη όλου του μηνύματος του Κυρίου. Κανόνιζε πριν από μήνες, έτσι τις υποχρεώσεις του, ώστε να βρίσκεται στην Αθήνα και να είναι ελεύθερος στις ώρες των ακολουθιών της Μ. Τεσσαρακοστής, και μάλιστα της πρώτης και της τελευταίας εβδομάδος, για να μην λείψει ούτε και από μία. Πρωί και βράδυ, όλες τις μέρες αυτών των δύο εβδομάδων, καθώς και το πρωί κάθε Τετάρτης και το πρωί και το βράδυ κάθε Παρασκευής, σ΄ όλη την διάρκεια της Μ. Τεσσαρακοστής, πρώτος έμπαινε στο Παρεκκλήσιο της Αναστάσεως και πίσω του, κατά ιεραρχική σειρά, τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογένειας για να συμμετάσχουν στις Προηγιασμένες Λειτουργίες και τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου.
Ο Παύλος γνώριζε σχεδόν απ΄ έξω τις περισσότερες ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας και έδειχνε ιδιαίτερη προσοχή στο καθιερωμένο για το Παλάτι Τυπικό. Επί παραδείγματι, σε μία ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου, ο π. Ιερώνυμος από λησμοσύνη παρέλειψε να πει μία ευχή. Μετά το πέρας της ακολουθίας, ο Βασιλιάς συνάντησε τον Αρχιμανδρίτη στο σαλόνι και τον ρώτησε «Πάτερ Ιερώνυμε, γιατί απόψε παραλείψατε να πείτε το "Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου"»; Θεωρούσε αυτονόητη για κάθε Ορθόδοξο Χριστιανό την ενημερότητα στην πνευματική μας ζωή και απορούσε γιατί υπάρχουν πρόσωπα που δεν είχαν ιδέα απ΄ αυτά τα ζητήματα! 
* Βαθύς του πόθος: η θρησκευτική αναγέννηση της Ελλάδος. Πίστευε πως αν όλα στην Ελλάδα αναγεννηθούν και προοδεύσουν και αν υποτεθεί πως σε όλα γίνουμε ο πρώτος λαός της Ευρώπης, αν δεν προοδεύσουμε ανάλογα και στον "τομέα" της Εκκλησίας, η Ελλάδα κινδυνεύει να χαθεί γιατί η "πρόοδός" της δεν θα είναι αληθινή και ουσιαστική, με θεμέλια αλλά θα είναι επιφανειακή. Και πονούσε τρομερά, καθώς έβλεπε πως στα εκκλησιαστικά βαδίζουμε με βήμα σημειωτόν, ενώ σ΄ όλους τους άλλους κλάδους όλο και κάτι γίνεται. Γι΄ αυτό φιλοδοξούσε και ποθούσε μ΄ όλη του την καρδιά να βοηθήσει την Εκκλησία στο έργο και την αναγέννησή της. Και ευκαιριών δοθέντων το έπραξε!
* Αντικρύζοντας τον θάνατο: Ο Βασιλιάς Παύλος πέθανε από καρκίνο του στομάχου στις 6 Μαρτίου 1964. Τις τελευταίες μέρες του βίου του δεν είχε απλώς ένα προαίσθημα για τον επικείμενο θάνατό του. Ήταν απολύτως βέβαιος ότι σε λίγο θα άφηνε τον κόσμο αυτό για να περάσει στην αιώνια ζωή. Για εκείνον ο θάνατος δεν ήταν κάτι τρομερό και το αποτρόπαιο, δεν ήταν το τέλος, αλλά μία αλλαγή, μία απολύτρωση από τα εγκόσμια και τα πρόσκαιρα. Ήταν πέρασμα σε μία ανέκφραστη χαρά και ευτυχία «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος». Βοήθησε όλους τους γύρω του να δεχθούν την αποχώρησή του όχι σαν ένα χωρισμό, αλλά σαν έναν εξαγιασμό, όπου αυτός που έφευγε και εκείνοι που έμειναν συνδέθηκαν ακόμη στενότερα στην αγάπη τους προς τον Θεό και ανάμεσά τους. Για τον Παύλο η δοκιμασία της ανίατης αρρώστιας ήταν μία αληθινή ευλογία που του είχε χαρίσει μία ανέκφραστη χαρά! Η τελευταία του φράση απευθυνόταν στον ελληνικό λαό: «Τοὺς εὺχαριστῶ καὶ τοὺς ἀποχαιρετ» και στις 4:12 τα ξημερώματα της 6ης Μαρτίου 1964 παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο. Το ίδιο ακριβώς δευτερόλεπτο το κανδηλάκι που έκαιγε μπροστά στην ιερή εικόνα της Μεγαλόχαρης που την έφεραν από την Τήνο και στην οποία είχε ιδιαίτερη ευλάβεια, έχανε και εκείνο το φως του! Για να υπογραμμίσει πως εκείνος ο Βασιλιάς άφηνε αυτόν τον πρόσκαιρο κόσμο για να περάσει στην Βασιλεία της ατελείωτης χαράς για να συναντήσει τον «Βασιλέα τῶν Βασιλευόντων».
Στον μαρμάρινο τάφο του γράφτηκε το παρακάτω απόσπασμα από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου που βρίσκεται στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον: «Εγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω. Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς».
Αυτός ήταν ο Βασιλιάς Παύλος. Αυτή η ανεπτυγμένη πνευματικότητα λείπει από τους πολιτικούς άρχοντες. Αυτή η βαθιά πίστη στον Θεό και την Εκκλησία. Υπήρξε πνευματικό πρότυπο αρχηγού κράτους, όπως και ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας. Όπως τόνισε κάποτε ο Βασιλιάς Παύλος: «Δέον νὰ ἀναλάβωμεν τν θείαν ἡμῶν κληρονομίαν καὶ, διὰ χριστιανικῆς σκέψεως,  νὰ ἀποδείξωμεν ὃτι είμεθα τέκνα τοῦ Θεο».

- «Θεράπευε τὴν προσβολὴν διὰ τῆς συγγνώμης, τὴν διχόνοιαν διὰ τῆς ἐνότητος, τὴν πλάνην διὰ τῆς ἀληθείας, τὴν ἀμφιβολίαν διὰ τῆς πίστεως».
Βασιλιάς Παύλος, 28 Ιουνίου 1958, κατά την τελετή ενηλικίωσης του Διαδόχου Κωνσταντίνου.

- «Πολὺ πρὶν ἡ ἐπιστήμη ἐπιτελέσει τὰς σημερινὰς της ἀνακαλύψεις, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐξέφρασε τὴν ἀλήθειαν διὰ τῆς ἰδίας Αὑτοῦ ζωῆς, τῶν λόγων, τῶν πράξεων Αὑτοῦ. [...] Ὁ Χριστὸς διὰ τῆς ζωῆς Του μᾶς ἔδειξε τὸν δρόμον τῆς ἐνότητος μὲ τὸν Θεὸν καὶ μᾶς ἐζήτησε νὰ ἀκολουθήσωμεν τὸ παράδειγμὰ Του οὐχὶ πλέον διὰ τῶν λόγων μας. Μᾶς προσέφερεν πρὸς τοῦτο μίαν ἀπλὴν μέθοδον, ζωντανὴν καὶ ὑπάρχουσαν ἤδη ἐν τῇ πείρᾳ τῆς ζωῆς ἡμῶν: τὴν Ἀγάπην».
Βασιλιάς Παύλος, 28 Μαΐου 1955, κατά την ανακήρυξή του σε επίτιμο διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

ΜΕΤΑΝΟΙΑ & ΔΙΑΚΟΝΙΑ: ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ Ε΄ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών η Εκκλησία μας εόρταζε την μνήμη του Οσίου Ιωάννου που ήταν συγγραφέας του βιβλίου της «Κλίμακος». Υπήρξε κήρυκας της μετάνοιας και της νηστείας. Μας προβάλλει έναν άνθρωπο σαν εμάς προς μίμηση, που με την άσκηση έφθασε στην θέωση και την αγιότητα. Σε συνδυασμό με την Ευαγγελική περικοπή της Δ΄ Κυριακής όπου η προσευχή και η νηστεία ενός πατέρα απεκατέστησε την υγεία του σεληνιαζομένου νέου, η Εκκλησία μας προτρέπει να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο και εντατικότερα τα δύο αυτά πνευματικά όπλα.
Την Ε΄ και τελευταία Κυριακή των Νηστειών, η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μίας πόρνης γυναίκας που μετανόησε για τα λάθη και τις πράξεις της. Που μεταμόρφωσε τον ερωτισμό της από πορνικό πάθος σε ολοκληρωτική αφοσίωση στον Θεό. Πάντα οι άνθρωποι είμαστε απρόσεκτοι, πάντα πέφτουμε και αμαρτάνουμε.
- Τι είναι η αμαρτία;
- Η αμαρτία είναι λάθος, είναι μία αστοχία. Είναι η αδυναμία του ανθρώπου να είναι αληθινός, ατόφιος, γνήσιος, ολοκληρωμένος, έτσι που ο Θεός τον θέλει. Με το λάθος που έκανα δεν μπόρεσα να πλησιάσω και να ζήσω τον Χριστό. Δεν κατάφερα να πετύχω τον στόχο μου. Ας μην αφήνουμε όμως ποτέ την αμαρτία να μας κυριεύει.
Ο Θεός μας έδωσε ένα δώρο όταν κάνουμε λάθη και αμαρτίες: την μετάνοια! Κάποια στιγμή μέσα μας θα ακούσουμε μία φωνή να μας καλεί σε μετάνοια. Αυτήν την φωνή άκουσε και η Οσία Μαρία η Αιγυπτία. Άφησε τον λάθος τρόπο ζωής και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στον Θεό. Πήγε στην έρημο και ζούσε με προσευχή, νηστεία, άσκηση και μετάνοια. Κατάλαβε πως «οὐκ ἔστιν ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καὶ πόσις ἀλλὰ δικαιοσύνη καὶ ἄσκησις, σὺν ἁγιασμῷ».
- Τι είναι η μετάνοια;
- Μετάνοια σημαίνει αλλάζω τρόπο σκέψης και ζωής, αυτό το σφάλμα που έκανα δεν το ξανακάνω. Μετάνοια είναι να αλλάξεις τα πάντα, να αισθάνεσαι ότι δεν πάει άλλο, να κάνεις νέα αρχή, να γυρίσεις σελίδα. Η μετάνοια είναι σωτηρία, δηλαδή όποιος μετανοεί σώζεται. Γι΄ αυτό όποιος μετανοεί έχει χαρά. Η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι η κατάλληλη για να κάνουμε την αυτοκριτική μας ο καθένας προσωπικά. Να αναλογιστώ τα λάθη και τις πράξεις μου και να ζητήσω συγχώρεση από τον Θεό και τους συνανθρώπους μου. Να πάω στον Πνευματικό μου και να του εξομολογηθώ ότι με βαραίνει ώστε να λάβω την συγχώρεση από τον Θεό δια του Πνευματικού.
Γι΄ αυτό, η Εκκλησία προβάλλει την Οσία Μαρία την Αιγυπτία ως πρότυπο. Για να μετανοήσουμε όσοι δεν μετανοήσαμε.
Η Ευαγγελική περικοπή όμως της Ε΄ Κυριακής της Μ. Τεσσαρακοστής εστιάζει σ΄ άλλο σημείο: στην διακονία. Ο Κύριος μιλά στους μαθητές Του για το πάθος και την τριήμερη Ανάστασή Του και τους τονίζει πως αυτά θα γίνουν «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας». Οι μαθητές όμως φαίνεται πως δεν κατανοούν τα λόγια του Κυρίου. Ενώ ο Κύριος τους μιλάει για πάθος, αυτοί ζουν σ’ άλλο κόσμο, επιζητούν τη δόξα! Δυο μάλιστα από αυτούς, ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, πλησιάζουν τον Χριστό και Του ζητούν τιμές και αξιώματα, Του ζητούν να καθίσουν δεξιά και αριστερά στο βασιλικό θρόνο του!
Ο Χριστός όμως μιλάει για μια αλλιώτικης λογικής εξουσία, η οποία έχει να κάνει, με πόση ποτηριού παθημάτων, απαξιώσεων και εξευτελισμών, που έχει να κάνει με βάπτισμα αίματος και μαρτυρίου, στο τέλος της διαδρομής των οποίων, υπάρχει ένας «θρόνος» και ένα «στέμμα», που δεν είναι άλλα από τον Σταυρό και το ακάνθινο στεφάνι. Δεν μιλά για καταδυνάστευση και επίδειξη αλλά για διακονία και προσφορά. Κάνει τη ρήξη με το συστημικό κατεστημένο, με τη λογική της αναρρίχησης, με την απόκτηση και κατοχή της «καρέκλας». Και καταθέτει μια νέα πρόταση ζωής, απέναντι σε όσους κατεξουσιάζουν τους συνανθρώπους τους, είναι απλή και συγκεκριμένη: «Σ΄ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας πρέπει να γίνει υπηρέτης σας και όποιος από εσάς θέλει να γίνει πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων. Γιατί και ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους» (Μαρκ. 10.43-45).
Αυτό ακριβώς άλλωστε έκανε και ο ίδιος ο Χριστός. Έγινε άνθρωπος όχι για να Τον υπηρετούν οι άνθρωποι, αλλά για να μας υπηρετήσει. Έλαβε μορφή δούλου για να μας διακονήσει. Έγινε δούλος των δούλων του. Έγινε άνθρωπος, για να μας προσφέρει την ύψιστη διακονία, να δώσει τη ζωή Του για να σωθούμε όλοι εμείς οι «πεπραμένοι ὑπὸ τὴν ἁμαρτίαν». Αυτή είναι η πεμπτουσία της χριστιανικής διδασκαλίας και κατά προέκταση πρότασης ζωής: η διακονία και όχι ο κατεξουσιασμός του διπλανού.
Μετάνοια και διακονία λοιπόν. Να μην κολλάει η ψυχή μας στα μάταια και τα φθηνά, να μην επιζητούμε επίγειες τιμές και αξιώματα, αλλά να προσβλέπουμε στην πραγματική δόξα, που είναι η αιώνια δόξα, την οποία θα απολαύσουν οι άνθρωποι του χρέους, της ταπεινώσεως και της θυσίας. Ο Χριστός υπήρξε ο πρώτος και τέλειος άνθρωπος. Μας έδειξε τον δρόμο και τον τρόπο με την ζωή και το ήθος Του, με τον Σταυρό και την Ανάστασή Του. Η επιλογή είναι δική μας!

Θ.Χ.

Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Ο Σταυρός είναι το σύμβολο του Χριστιανισμού. Με το σημείο του Σταυρού σταυρώνουμε τον εαυτό μας και σηκώνουμε τον Σταυρό του Κυρίου και ομολογούμε την πίστη μας στον Ιησού Χριστό και στην Αγία Τριάδα (Μάρκου 8, 35, Γαλάτας 6, 14, Ματθαίου 10, 32).

Ερμηνεία του σημείου του Σταυρού
Προεπισκόπηση* Δάκτυλα: Αρχικά ενώνουμε τα τρία πρώτα δάκτυλα του δεξιού χεριού, ομολογώντας έτσι την πίστη µας σε ένα Θεό, που είναι ταυτόχρονα και τρεις υποστάσεις, τρία πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Τα άλλα δύο δάκτυλα, που ακουμπούν στην παλάμη, συμβολίζουν τις δύο φύσεις, δύο θελήσεις και δύο ενέργειες του Κυρίου µας, τη θεία και την ανθρώπινη. Με αυτό τον τρόπο κάνουμε μια συµβολική ομολογία της ορθόδοξης πίστης µας.
* Κεφάλι: Μετά φέρνουμε το χέρι στο μέτωπο, τη σωματική περιοχή της διανοητικής λειτουργίας, φανερώνοντας έτσι ότι αγαπούμε τον Θεό µε όλη τη διάνοια µας, ότι αφιερώνουμε σε Αυτόν όλες τις σκέψεις µας και Τον παρακαλούμε να ευλογεί όλα όσα σκεφτόμαστε.
* Κοιλιά: Το χέρι έρχεται κατόπιν στην κοιλιά. Έτσι δηλώνουμε συµβολικά ότι προσφέρουμε στον Κύριο όλες τις επιθυμίες µας και όλα τα συναισθήματα µας. Επίσης, προσκυνούμε τον Θεό που καταδέχθηκε να γίνει άνθρωπος και να σαρκωθεί στην κοιλιά της Υπεραγίας Θεοτόκου.
* Ώμοι: Τέλος, φέρνουμε το χέρι στους ώμους, πρώτα στο δεξιό και μετά στον αριστερό, ομολογώντας έτσι ότι και κάθε σωματική µας δραστηριότητα ανήκει σε Εκείνον. Επίσης, Τον παρακαλούμε να ευλογήσει όσα πράττουμε με τα χέρια μας. Στον δεξιό ώμο Τον ικετεύουμε να μας βάλει στα δεξιά Του και στον αριστερό ώμο να μη μας βάλει στα αριστερά.

Θ.Χ.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Πριν από 2.000 χρόνια, στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο σταυρός ήταν σύμβολο της χείριστης τιμωρίας, ντροπής και κατάρας. Πάνω στον σταυρό οι Ρωμαίοι θανάτωναν τους εγκληματίες και ο θάνατος ήταν ατιμωτικός. Όμως, μετά το πάθος του Χριστού, ο Σταυρός της Σταύρωσης έγινε το σύμβολο αγάπης, θυσίας και συγχώρησης για μας τους Χριστιανούς.
Οι Εβραίοι, μετά την Σταύρωση του Χριστού, πέταξαν το ξύλο του Σταυρού, όπου το βρήκε με θαυματουργικό τρόπο η μητέρα του Αγίου και Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Αγία Ελένη 300 περίπου χρόνια αργότερα, σκεπασμένο με σκουπίδια. Στο σημείο εκείνο η Αγία Ελένη έκτισε μεγαλοπρεπές Ναό.
Ο Τίμιος Σταυρός, όπως ψάλλει και ένας ύμνος της Εκκλησίας μας, είναι ο «φύλαξ πάσης της οἰκουμένης, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, βασιλέων τὸ κραταίωμα, πιστῶν τὸ στήριγμα, ἀγγέλων ἡ δόξα καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα».
Ο Τίμιος Σταυρός είναι το όργανο της σωτηρίας του ανθρώπου. Πάνω του ο Χριστός σήκωσε τα πάθη και τις ανθρώπινες αμαρτίες, πάνω του σταυρώθηκαν τα σφάλματα των ανθρώπων. Πάνω σε αυτόν συνετρίβη το κράτος του διαβόλου και εκμηδενίστηκε η δύναμή του. Από αυτόν πήγασε η απολύτρωση και η αθανασία στο ανθρώπινο γένος. Δια του Σταυρού νικήθηκε ο θάνατος και απόκτησε πάλι ο άνθρωπος τον Παράδεισο. Όπως ένα άλλο ξύλο, αυτό του δένδρου της Εδέμ, έγινε η αιτία της απώλειας του Παραδείσου, έτσι τώρα το ξύλο του Σταυρού εισάγει ξανά τον άνθρωπο στην τρυφή του Παραδείσου δίνοντάς του την όντως ζωή. Διότι ο Σταυρός είναι η Θύρα της Βασιλείας του Θεού.
Ο Σταυρός του Χριστού είναι το μυστήριο της πίστης και η δύναμη της Εκκλησίας. Και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ένα ξέρουν: τον Σταυρό που οδηγεί στην Ανάσταση και την καινή κτίση. Αυτή η καινή κτίση, η καινούργια δηλαδή δημιουργία, είναι η Εκκλησία, ένας κόσμος που, περνώντας από την θλίψη του Σταυρού, κάθε μέρα ανασταίνεται και μεταμορφώνεται, για να περάσει από την θνητότητα στην αθανασία και από την φθορά στην αφθαρσία.
Ο Σταυρός είναι το δυνατότερο μήνυμα της αγάπης και της θυσίας για τον άλλον άνθρωπο. Ο Σταυρός είναι το ισχυρότερο όπλο, το αήττητο όπλο εναντίον του μεγάλου εχθρού των ανθρώπων, του Διαβόλου.
Βλέποντας τον Σταυρό, η καρδιά μας γεμίζει από αγαλλίαση, γεμίζει από ελπίδα, γεμίζει από δύναμη, γεμίζει από χαρά. Γιατί πίσω από το Σταυρό διαφαίνεται η Ανάσταση του Χριστού και η δική μας ανάσταση.
Όμως σταυρός είναι και κάτι άλλο για εμάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι». Αρνούμαι το εγώ, αναλαμβάνω τις ευθύνες μου, εγκολπώνομαι το εμείς και ακολουθώ τον Χριστό. Όπως ο Κύριος έφερε το δικό Του Σταυρό στο Γολγοθά, φορτωμένος τις ανομίες ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, έτσι και ο πιστός του Χριστού, φέρει αυτός τον προσωπικό του σταυρό, τον αγώνα για σωτηρία και τελείωση. Ο δρόμος για τη σωτηρία είναι πραγματικός Γολγοθάς και απαιτεί αυταπάρνηση σε όσους τον ανεβαίνουν. Αυτός είναι ο δικός μας βαρύς σταυρός. Αλλά δεν μπορούμε να σηκώσουμε το σταυρό μας και ν' ακολουθήσουμε το Χριστό αν δεν ατενίζουμε το Σταυρό που Εκείνος σήκωσε για να μας σώσει. Ο δικός Του Σταυρός είναι εκείνος που δίνει νόημα αλλά και δύναμη στους άλλους.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού, είναι ευαγγέλιο κόστους. Ο Χριστός δεν μοίρασε υποσχέσεις, δεν εκστόμισε μεγάλα και πομπώδη λόγια, δεν ωραιοποίησε καταστάσεις. Κήρυξε την αγάπη και την καλωσύνη, έφερε το μήνυμα της ειρήνης και δεν πιέζει κανέναν να Τον ακολουθήσει. Λέει «όστις θέλει». Όποιος θέλει. Δεν κάνει διάκριση μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά γι΄ αυτόν που θα ακολουθήσει ή δεν θα ακολουθήσει θα έχει τις ανάλογες συνέπειες.
Έτσι, την Γ΄ Κυριακή των Νηστειών, όπου είναι το μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία όρισε οι πιστοί να προσκυνούμε τον Σταυρό. Η Κυριακή αυτή ονομάζεται και «Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως». Έχοντας διανύσει το μισό της περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έχουμε ανάγκη από βοήθεια και ενθάρρυνση. Γι΄ αυτό υψώνεται ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός, για αναψυχή και υποστήριξή μας. Για να συνεχίσουμε σ΄ αυτό το στάδιο των πνευματικών αγώνων με δύναμη, κουράγιο, ευλογία, στήριξη και ενίσχυση. Μας θυμίζει τα πάθη του Κυρίου και μας παρηγορεί. Μας υπενθυμίζει την ευδαιμονία του Αδάμ και την πτώση του από αυτή. Και ακόμα, μας θυμίζει ότι με τη συμμετοχή μας στον Σταυρό, τον Ξύλο της Ζωής, δεν πεθαίνουμε πια αλλά ζωογονούμαστε. Οι πιστοί, αντλώντας χάρη από αυτόν, δυναμωμένοι πια και ανανεωμένοι, αντιμετωπίζουμε τα εμπόδια που στήνει ο πονηρός και βαδίζουμε την ουρανοδρόμο ατραπό με οδηγό τη χαρά και τη λαχτάρα να συναντήσουμε τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό την αγία και λαμπροφόρο ημέρα της εγέρσεώς Του.

Θ.Χ.

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ: Η ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Την πρώτη θέση μεταξύ των Αγίων της Εκκλησίας μας κατέχει η Υπεραγία Θεοτόκος. Όλες οι γενιές των χριστιανών την υμνούν και την μακαρίζουν. Οι πιο ποιητικοί ύμνοι της Εκκλησίας μας είναι αφιερωμένοι σ΄ Εκείνη. Οι ιεροί Πατέρες έγραψαν εγκωμιαστικούς λόγους προς το πρόσωπό Της. Και η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος δογμάτισε ότι «ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον, διά τό τόν Θεόν Λόγον σαρκωθῆναι καί ἐνανθρωπῆσαι...».
Ο Ισραήλ, το φυτό του Θεού στον κήπο της υφηλίου, βλάστησε λουλούδι, την Αειπάρθενο Μαρία «την πρὸ γαστρὸς προορισθεῖσαν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν Μητέρα, τὸ τῆς παρθενίας κειμήλιον, τήν τοῦ Ἀαρὼν βλαστήσασαν ῥάβδον ἐκ τῆς ῥίζης τοῦ Ἰεσσαί, τῶν Προφητῶν τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν δικαίων, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννης τὸ βλάστημα».
Στην Παλαιά Διαθήκη, η Υπεραγία Θεοτόκος, αιώνες πριν γεννηθεί, προφητεύθηκε ως «η αιτία της των πάντων θεώσεως». Ο προφήτης Ιεζεκιήλ προτυπώνει την παρθενική μήτρα της Θεοτόκου ως «κατά ανατολάς κεκλεισμένη πύλη», από την οποία θα διέλθει μόνον ο Χριστός και έκτοτε θα παραμείνει για πάντα «κεκλεισμένη». Ο προφήτης Ησαΐας δια της προφητείας του «Ιδού η Παρθένος, εν γαστρί έξει…», αναφέρεται στη Θεοτόκο, που συνέλαβε και γέννησε τον Χριστό. Ο προφήτης Δανιήλ δια της προφητικής του ρήσης «εθεώρεις έως ου ετμήθη λίθος εξ όρους άνευ χειρών» αναφέρεται στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το βουνό, από το οποίο είδε ο Ναβουχοδονόσωρ να κόβεται το λιθάρι χωρίς χέρι ανθρώπου, προτυπώνει την Παναγία, η οποία ως όρος αλάξευτο έδωσε την καθαρή σάρκα της για να γεννηθεί ο Θεάνθρωπος.
Η Υπεραγία Θεοτόκος προτυπώνεται ως η επτάφωτη λυχνία, που έκαιε στη σκηνή του μαρτυρίου και στο ναό του Σολομώντα από την οποία έλαμψε ο Χριστός, «το φως το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Ως η χρυσή στάμνα, που περιείχε το μάννα, διότι η Παναγία ως άλλη χρυσή στάμνα έφερε μέσα της τον Ιησού, που είναι «ο άρτος της ζωής, ο εκ του ουρανού καταβάς». Ως η κλίμαξ, την οποία είδε ο Ιακώβ να ενώνει τον ουρανό με τη γη, προτυπώνει τη Θεοτόκο, η οποία ως μυστική κλίμαξ ένωσε τον ουρανό με τη γη. Ως η καιομένη και μη καταφλεγομένη βάτος, την οποία είδε ο Μωϋσής στο όρος Χωρήβ, ως ολόφωτη νεφέλη και ο πύρινος στύλος, που φώτιζαν τους Ισραηλίτες ημέρα και νύκτα «δείξαι αυτοίς την οδόν» προς τη γη της επαγγελίας, ως ο πόκος του Γεδεών.
Πέραν αυτών υπάρχουν και άλλες προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης που αναφέρονται στη Θεοτόκο. Η Κιβωτός του Νώε συμβολίζει την Παρθένο, η οποία φυλάσσει στα σπλάχνα της την απαρχή της Καινής κτίσεως. Η ράβδος του Ααρών, που βλάστησε, προκαταγγέλει την Θεοτόκο, που φύτρωσε από τη ρίζα του γενεαλογικού δένδρου του Ιεσσαί. Η σκηνή του Αβραάμ είναι σύμβολο της Θεοτόκου, στην οποία κατεσκήνωσε ο Λόγος του Θεού. Η Εδέμ προτυπώνει τη νοητή Εδέμ, που είναι η Παναγία, στους κόλπους της οποίας κατοικεί ο νέος Αδάμ, ο Χριστός.
Όμως, εκτός από την Παλαιά Διαθήκη, οφείλουμε να αναφέρουμε και αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους οι οποίοι προφήτευσαν και αυτοί τον ερχομό του Μεσσία και μίλησαν για την Υπεραγία Θεοτόκο. Ο ένας εκ των 7 σοφών της αρχαιότητος Σόλωνας χαρακτήρισε την Θεοτόκο ως «Εβραίαν παρθένον»: «Και σάρκα λαμβάνει από Εβραίαν παρθένον, καλέσωσι αυτόν άφεσιν και αγαλλίασιν». Ο φιλόσοφος Θαλής ο Μιλήσιος είπε «Ο Χριστός μέλλει γεννηθήναι εκ Παρθένου Μαρίας» ενώ ο Κλεομήδης: «Ο τον ουρανόν τετανύσας και την γην επί υδάτων έδρασας ύστερον γεννάται εξ αχράντου Μαρίας της Παρθένου».
Ο Πλάτωνας χαρακτήρισε την Υπεραγία Θεοτόκο «μητρόνυμφο πανάμωμο Παρθένο»: «Εκ μητρονύμφου παναμώμου παρθένου μέλλει σπαρήναι του Θεού μόνος γόνος». Ενώ ο Αισχύλος στο έργο του "Προμηθέας Δεσμώτης" προφήτευσε για την Παναγία ως Προμηθέας προς τον Χρυσόθεμη ως εξής: «Το μέγεθος του νοήματος των πράξεών μου, θα εδραιώσει σε άλλους αιώνες, ο υιός μιας Μαρίας»!
Όλες αυτές οι προτυπώσεις, οι συμβολισμοί, οι προφητείες πραγματοποιούνται στο πρόσωπο της Υπεραγίας Μαρίας κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού.
- Τι εορτάζουμε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου;
- Το θείο γεγονός της αναγγελίας του ερχομού του Υιού του Θεού στην γη δια της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η Παναγία μας αξιώθηκε να γίνει η μητέρα του Θεού στην γη.
Μία μέρα, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ πλησίασε, μετά από εντολή του Θεού, την 16χρονη Μαρία και έφερε την ευχάριστη αγγελία της θείας χάρης, ότι Αυτή ήταν η προορισμένη και προφητευμένη μητέρα του Χριστού, του Μεσσία που θα λυτρώσει τον κόσμο από τον θάνατο και την αμαρτία. Πρέπει να σημειώσουμε πως η Παναγία ήταν ελεύθερη να επιλέξει αν θα δεχόταν να κυοφορήσει και γεννήσει τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού. Εδώ βλέπουμε την μεγάλη ταπείνωση της Υπεραγίας Θεοτόκου και την πλήρη υπακοή στο θέλημα του Θεού λέγοντας στον Αρχάγγελο: «Ιδού η δούλη Κυρίου. Γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου»!. Υπάκουσε στο θέλημα του Θεού χωρίς ενδοιασμούς, προσωπικά κριτήρια και υστερόβουλες σκέψεις και έγινε η σκάλα «δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός» στην γη. Και η υπακοή αυτή Τής δίνει την καθαρότητα και αγνότητα της καρδιάς. Η αγνότητα είναι ένα λουλούδι που βλάστησε σε μία καρδιά γεμάτη ταπείνωση, είναι δώρο του Θεού και χάρη του Αγίου Πνεύματος, που ήρθε να στέψει αυτήν την ταπείνωση της Παναγίας: «Ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ...»!
Το «Θεοτόκος» είναι ο ιερός τίτλος της αγίας αειπαρθένου Μαρίας, που σημαίνει ότι "έτεκε", δηλαδή γέννησε τον Θεό. Αυτό εκφράζει και εξηγεί το μυστήριο της Πίστης μας. Και δεν είναι μόνο μητέρα του Θεού, αλλά και μητέρα όλων μας. Όλοι έχουμε δεχθεί την προστασία και την αγάπη Της, την σκέπη, την συμπαράσταση και την στοργή Της. Και όλοι στις στεναχώριες το πρώτο όνομα που επικαλούμαστε είναι το ιερό όνομα της Παναγίας. Αυτό δείχνει πόση εμπιστοσύνη έχουμε στην Θεοτόκο και πόσο στερεωμένη είναι η αγάπη μας για Εκείνη. Σε κάθε ιερή ακολουθία, όταν ακούμε το όνομά Της, κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Αυτό σημαίνει πως ομολογούμε ότι Αυτή είναι η Μητέρα του Θεού και ταυτόχρονα την παρακαλούμε να πρεσβεύει στον Σωτήρα Χριστό για μας.
Μακριά από κάθε αιρετική διδασκαλία και κάθε αθεϊστική πλάνη οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί «ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον» και ζητούμε ικετευτικά την πρεσβεία Της και την προστασία Της.

Θ.Χ.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Την Β΄ Κυριακή των Νηστειών, η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
Τιμά τον Ιεράρχη, «τῆς θεολογίας τὴν σάλπιγγα τὸ πυρίπνουν στόμα τῆς χάριτος, τὸ σεπτὸν τοῦ Πνεύματος δοχεῖον, τὸν στῦλον τῆς Ἐκκλησίας τὸν ἀκράδαντον τὸ μέγα, τῆς Οἰκουμένης ἀγαλλίαμα, τὸν ποταμὸν τῆς σοφίας τοῦ φωτὸς τὸν λύχνον».
Προβάλει τον πρόμαχο της Ορθοδοξίας, «τὸν τῆς εὐσεβείας ὑπέρμαχον καὶ τῆς ἀσεβείας ἀντίπαλον, τὸν θερμὸν τῆς Πίστεως προστάτην τὸν μέγαν καθηγεμόνα καὶ διδάσκαλον, τὴν λύραν τὴν παναρμόνιον τοῦ Πνεύματος», σαν συνέχεια και επέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας, σαν μία δεύτερη Κυριακή της Ορθοδοξίας. Και αυτό διότι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς με τον θείο και πύρινο λόγο του και τα σοφά θεολογικά του συγγράμματα πυρπόλησε τις αιρετικές δοξασίες του Παπισμού. Αυτή η νίκη του θεωρήθηκε ανάλογη σαν εκείνη την νίκη της Ορθοδοξίας ενάντια στους Εικονομάχους. Γι΄ αυτό, ενώ η μνήμη του εορτάζεται στις 14 Νοεμβρίου, εορτάζεται ξανά την Β΄ Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής για το σπουδαίο του αυτό έργο, για να παραμείνει η Ορθόδοξη πίστη αναλλοίωτη.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας που αντιπροσωπεύουν το γνήσιο πνεύμα της ορθόδοξης παράδοσης και θεολογίας. Υπήρξε σφοδρός μαχητής, πυρπολητής των αιρέσεων και συγχρόνως διαπρύσιος κήρυκας της Ορθοδόξου πίστεως. Βρέθηκε αντιμέτωπος με συγκεκριμένες αιρέσεις της εποχής του, όπως αυτές των Μασσαλιανών, των Μουσουλμάνων και των Παπικών. Η δυσκολότερη, αλλά και σημαντικότερη μάχη, ήταν αυτή εναντίον της αίρεσης του Παπισμού του οποίου οι δοξασίες εκφράστηκαν από τον ουμανιστή φιλόσοφο και μοναχό Βαρλαάμ τον Καλαβρό. Ο Βαρλαάμ δίδασκε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει και να ενωθεί με τον Θεό, αρνούνταν πως οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες, εκφιλοσόφιζε την πίστη και θεωρούσε ως σωτηρία την νομική δικαίωση του ανθρώπου και την ηθική του τελειοποίηση.
Ο Άγιος Γρηγόριος, μπροστά στον ζοφερό κίνδυνο που απειλούσε την Ορθόδοξη πίστη, ακολουθώντας τους Αγίους Πατέρες, έλεγξε την πλάνη στην ρίζα της. Δίδασκε ότι ο Θεός είναι άκτιστος, δηλαδή αδημιούργητος και υπάρχει κατά δύο τρόπους, κατά την Ουσία Του και κατά τις θείες και άκτιστες Ενέργειες Του. Δεν γνωρίζουμε τον Θεό κατά την ουσία Του, αλλά από τις θείες ενέργειές Του. Στην εκφιλοσόφηση της Πίστεως απάντησε πως ο Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι», είτε ξέρουμε γράμματα, είτε είτε όχι. Τόνισε ότι με την άσκηση και την αδιάλειπτη προσευχή έχουμε τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή την ενσκήνωση Του στον άνθρωπο. Επισήμανε πως σωτηρία είναι η ένωση του ανθρώπου με τον Θεό μέσω των θείων ακτίστων ενεργειών (= Θέωση). Αργότερα, με τον ίδιο τρόπο ο Άγιος Γρηγόριος υπεράσπισε την Ορθόδοξη πίστη αντιμετωπίζοντας τον οπαδό του Βαρλαάμ μοναχό Ακίνδυνο.
Τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά μπορούμε καλύτερα να τον γνωρίσουμε από το Απολυτίκιό του: «Ὀρθοδοξίας ὁ φωστὴρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν μοναστῶν ἡ καλλονὴ, τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος· Γρηγόριε θαυματουργὲ, Θεσσαλονίκης τὸ καύχημα, κήρυξ τῆς χάριτος».
Οι απόψεις του αποτελούν σύνοψη και έκφραση της εμπειρίας και της παραδόσεως της Εκκλησίας. Έγινε μ΄ αυτήν την Θεολογία συνεχιστής των Πατέρων, Θεολόγος κατεξοχήν της Παράδοσης και αποφασιστικός παράγοντας της επιβίωσης των Ορθοδόξων λαών και δη του Ελληνισμού κατά τα σκοτεινά χρόνια της τουρκικής αιχμαλωσίας. Έγινε, επίσης, φραγμός στο ορθολογιστικό και σχολαστικό πνεύμα της Δύσης. Αυτό το πνεύμα οδήγησε στην αθεΐα του καιρού μας και στο κήρυγμα του θανάτου του Θεού.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αποτελεί πρότυπο για τον σύγχρονο άνθρωπο και τον Ορθόδοξο Χριστιανό του 21ου αιώνα. Ο Άγιος Γρηγόριος ήταν υπερβολικά πράος, αλλά γινόταν και γενναίος μαχητής όταν ο λόγος ήταν για τον Θεό και τα θεία. Ήταν αρνητής της κακίας και ανεξίκακος. Είχε μεγάλη προθυμία στο να ανταμείβει, όσον ήταν δυνατό, με αγαθά όσους φάνηκαν προς αυτόν κακοί. Έβλεπε τον πλησίον τον πλησίον, τον άλλο, ως αδελφό, ως μέλος της Εκκλησίας, του ίδιου Σώματος. Ήξερε να συγχωρεί, να χαίρει μετά χαιρόντων και να κλαίει μετά κλαιόντων, να προσφέρει, να αγαπά γνήσια και αυθεντικά, να θυσιάζεται, όπως ο Χριστός, όπως οι Άγιοι.
Ο Άγιος Γρηγόριος είχε πίστη. Πίστη ανάλογη με εκείνη του παραλυτικού του ευαγγελικού αναγνώσματος της Β΄ Κυριακής των Νηστειών και των τεσσάρων φίλων του που έγινε αφορμή για την θεραπεία του παραλυτικού. Και δεν είναι μόνο η πίστη των τεσσάρων φίλων που έκανε δυνατή την θεραπεία του παραλυτικού αλλά και η αγάπη, η δυνατή αγάπη, η αγάπη που λαχταρά κυριολεκτικά να βαστάξει το βάρος του διπλανού και να οδηγήσει αυτόν τον διπλανό στον Θεό. Τέτοια αγάπη διέθετε ο Άγιος μας ως «ποιμὴν καλός» που θέτει την ζωή του υπέρ των προβάτων. Τέτοια πίστη που υπέμεινε εξορίες και καθαιρέσεις και, παρά τα βασανιστήρια που υπέστη από τους Οθωμανούς Τούρκους, συνέχισε να διδάσκει τον λόγο του Ευαγγελίου ως «κήρυξ τῆς χάριτος»
Ας διδαχθούμε από τις αρετές του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και να τις βάλουμε αξίες και πρότυπα ζωής και ας προσευχόμαστε όπως εκείνος λέγοντας «Κύριε, φώτισόν μου τὸ σκότος» για να μπορέσουμε να έχουμε επίγνωση της αμαρτωλότητάς μας και να μετανοούμε και να συναντηθούμε τις ύστερες μέρες με τον Νυμφίο Χριστό. Αμήν.

Θ.Χ.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

ΤΡΙΘΕΚΤΗ

Η Τριθέκτη (ώρα) ήταν μία ακολουθία του Ασματικού ή Κοσμικού Τυπικού που τελούνταν ως υποκατάστατο της Θείας Λειτουργίας στους ενοριακούς Ναούς μεταξύ 3ης και 6ης ώρας της ημέρας (ή τις μεσημβρινές ώρες) σε ανάμνηση του Σταυρικού πάθους του Κυρίου κατά τις ημέρες των Νηστειών (δηλαδή Τετάρτη και Παρασκευή της Τυροφάγου και Δευτέρα έως Παρασκευή εκάστης εβδομάδας της Μ. Τεσσαρακοστής).
Κατά τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης η ακολουθία της Τριθέκτης επινοήθηκε από τους Αγίους Πατέρες «διά τό μη τελείαν λειτουργίαν ἐν τῇ Ἁγία γίνεσθαι Τεσσαρακοστῇ». Η ακολουθία αυτή περιλαμβάνει ειρηνικά, αντίφωνα, συναπτές δεήσεις με ευχές, μικρή Είσοδο, Τροπάριο της Προφητείας, Ανάγνωσμα της Προφητείας, τα ανάλογου περιεχομένου προκείμενα, δεήσεις υπέρ των Κατηχουμένων, την εκτενή δέηση και τις ευχές της απόλυσης και της κεφαλοκλισίας. Η Ακολουθία αρχίζει με την τριαδική Δοξολογία «Ευλογημένη η βασιλεία...» και τελειώνει με το ειρηνικό κέλευσμα «Εν ειρήνη προέλθωμεν».
Η ακολουθία της Τριθέκτης σταμάτησε να τελείται στους ενοριακούς ναούς, υποκατασταθείσα βαθμηδόν από τις αντίστοιχες μοναχικές ακολουθίες, όπως και οι υπόλοιπες ακολουθίες του Ασματικού τυπικού. Στην Κωνσταντινούπολη διατηρούταν μέχρι την άλωση της πόλης από τους Φράγκους (1204) και στην Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης μέχρι την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430).
Η όλη ακολουθία επιστημονικά παραδόθηκε ως λειτουργικό κείμενο από τον επιφανή λειτουργιολόγο αοίδιμο Ιωάννη Φουντούλη, του οποίου το έργο θα παραθέσουμε παρακάτω. Εντούτοις δεν παραθέτουμε ολόκληρους τους ψαλμούς 24 και 26 για την απαγγελία των Αντιφώνων, ούτε τροπάριο της Προφητείας, παλαιοδιαθηκικό ανάγνωσμα και προκείμενο μετά την Προφητεία καθώς αυτά ορίζονται από το βιβλίο του Τριωδίου ανάλογα με την ημέρα και την εορτή.

                  Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΤΡΙΘΕΚΤΗΣ

Δ: Εὐλόγησον, Δέσποτα.
Ι: Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

ΕΙΡΗΝΙΚΑ

Δ: Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τοῦ ἁγίου οἴκου τούτου καὶ τῶν μετὰ πίστεως, εὐλαβείας καὶ φόβου Θεοῦ εἰσιόντων ἐν αὐτῷ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν... τοῦ τιμίου πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ διακονίας, παντὸς τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τῆς πόλεως ταύτης, πάσης πόλεως καὶ χώρας καὶ τῶν πίστει οἰκούντων ἐν αὐταῖς, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς, καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ πλεόντων, ὁδοιπορούντων, ἀεροπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αἰχμαλώτων καὶ τῆς σωτηρίας αὐτῶν, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ὑπὲρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καὶ ἀνάγκης, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.
Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.
Λ: Σοί, Κύριε.

Εὐχὴ Ἀντιφώνου Α´
Ι: Ὁ Θεός, ὁ ἐπὶ τῶν Χερουβεὶμ καθεζόμενος καὶ ὑπὸ τῶν Σεραφεὶμ δοξαζόμενος, ἐπίβλεψον ἐφ΄ ἡμᾶς τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀναξίους δούλους σου καὶ διέγειρον ἡμῶν τὸν νοῦν πρὸς δοξολογίαν τῆς σῆς ἀγαθότητος΄ ἐξάρπασον δὲ ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἐπιβουλῆς τοῦ ἐχθροῦ, ἵνα τῷ φωτὶ σου καταλαμπόμενοι καὶ τῇ βουλῇ σου ὁδηγούμενοι πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, ἀξιωθῶμεν τῆς ἐπουρανίου βασιλείας, συναριθμούμενοι πᾶσι τοῖς ἐκλεκτοῖς σου.
Ὅτι σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, Θεός τοῦ ἐλεεῖν καί σώζειν, καί σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρί, καί τῷ Υἱῷ, καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

Α΄ Αντίφωνον. Ἦχος β΄. Ψαλμὸς κδ΄ (24)
- Πρὸς σὲ, Κύριε, ἦρα τὴν ψυχὴν μου΄ ὁ Θεὸς μου, ἐπὶ σοὶ πέποιθα΄ μὴ καταισχυνθείην εἰς τὸν αἰῶνα.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς.
- Ὁδήγησον με ἐπὶ τὴν ἀλήθειάν σου καὶ δίδαξόν με, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ σωτὴρ μου καὶ σὲ ὑπέμεινα ὅλην τὴν ἡμέραν.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς.
- Ἐπίβλεψον ἐπ΄ ἐμὲ καὶ ἐλέησόν με, ὅτι μονογενὴς καὶ πτωχὸς εἰμι ἐγώ.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς.
- Ἴδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου καὶ ἄφες πάσας τὰς ἀμαρτίας μου.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς.
- Δόξα. Καὶ νῦν.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ σῶσον ἡμᾶς.

Μικρά Συναπτή
Δ: Ἔτι καὶ ἔτι, ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.
Λ: Σοί, Κύριε.

Εὐχὴ Ἀντιφώνου Β´
Ι: Δεόμεθά σου, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, μακροθύμησον ἐφ΄ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς καὶ φεῖσαι τῶν ἔργων τῶν χειρῶν σου, ὁ εἰδὼς ἡμῶν τὴν ἀσθένειαν, λυτρούμενος ἡμᾶς ἀπὸ παντὸς πειρασμοῦ καὶ πάντων τῶν ἐνεστώτων καὶ ἐπερχομένων δεινῶν καὶ τῆς ἐξουσίας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ μετάστησαι εἰς την βασιλείαν τοῦ μονογενούς σου Υἱοῦ καὶ τοῦ καὶ Θεοῦ ἡμῶν.
Ὅτι δεδόξασταί σου τὸ πανάγιον ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

Β΄ Ἀντίφωνον. Ἦχος β΄. Ψαλμὸς κστ΄ (26)
- Κύριος φωτισμὸς μου καὶ σωτὴρ μου, τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου, ἀπὸ τίνος δειλιάσω;
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ψάλλοντάς σοι΄ Ἀλληλούια.
- Εἰσάκουσον Κύριε τῆς φωνῆς μου, ἧς ἐκέκραξα΄ ἐλέησόν με καὶ εἰσάκουσόν μου.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ψάλλοντάς σοι΄ Ἀλληλούια.
- Μὴ ἀποστρέψης τὸ πρόσωπόν σου ἀπ΄ ἐμοῦ καὶ μὴ ἐκκλίνῃς ἐν ὀργῇ ἀπὸ τοῦ δούλου σου.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ψάλλοντάς σοι΄ Ἀλληλούια.
- Νομοθέτησόν με Κύριε ἐν τῇ ὁδῷ σου καὶ ὁδήγησόν με ἐν τρίβῳ εὐθείᾳ, ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν μου.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ψάλλοντάς σοι΄ Ἀλληλούια.
- Δόξα. Καὶ νῦν.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ψάλλοντάς σοι΄ Ἀλληλούια.

Μικρά Συναπτή
Δ: Ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.
Λ: Σοί, Κύριε.

Εὐχὴ Ἀντιφώνου Γ´
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, οὗ ἡ δόξα ἀκατάληπτος καὶ τὸ ἔλεος ἀμέτρητον καὶ ἡ φιλανθρωπία ἄφατος΄ σύ, κατὰ τὴν σὴν εὐσπλαχνίαν, ἐπίβλεψον ἐφ΄ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ πάντα τὸν λαὸν σου καὶ μὴ παραδῴης ἡμᾶς ταῖς ἀνομίαις ἡμῶν, ἀλλὰ ποίησον μεθ΄ ἡμῶν τὰ ἐλέη σου΄ ὁδήγησον ἡμᾶς ἐπὶ λιμένα θελήματός σου καὶ ἐργάτας ἀληθινοὺς ἀνάδειξον τῶν σῶν ἐντολῶν, ἵνα μὴ καταισχυνθῶμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως τῷ φοβερῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ παριστάμενοι.
Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

Γ΄ Ἀντίφωνον. Ψαλμὸς ρ΄ (100)
- Ἔλεος καὶ κρίσιν ἄσομαί σοι, Κύριε.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Ψαλῶ καὶ συνήσω ἐν ὁδῷ ἀμώμῳ΄ πότε ἥξεις πρός με;
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Διεπορευόμην ἐν ἀκακίᾳ καρδίας μου ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου μου.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Οὐ προεθέμην πρὸ ὀφθαλμῶν μου πρᾶγμα παράνομον, ποιοῦντας παραβάσεις ἐμίσησα.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Οὐκ ἐκολλήθη μοι καρδία σκαμβή΄ ἐκκλίνοντος ἀπ᾿ ἐμοῦ τοῦ πονηροῦ οὐκ ἐγίνωσκον.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Τὸν καταλαλοῦντα λάθρᾳ τὸν πλησίον αὐτοῦ, τοῦτον ἐξεδίωκον.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Υπερηφάνῳ ὀφθαλμῷ καὶ ἀπλήστῳ καρδίᾳ, τούτῳ οὐ συνήσθιον.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
Οἱ ὀφθαλμοί μου ἐπὶ τοὺς πιστοὺς τῆς γῆς τοῦ συγκαθῆσθαι αὐτοὺς μετ᾿ ἐμοῦ.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.

ΕΙΣΟΔΟΣ (στον σολέα χωρίς θυμιατό)
Δ: Εὐλόγησον, Δέσποτα, τὴν ἁγίαν εἴσοδον.
Ι: Εὐλογημένη ἡ εἴσοδος τῶν ἁγίων σου· πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Α: Πορευόμενος ἐν ὁδῷ ἀμώμῳ, οὗτός μοι ἐλειτούργει΄ οὐ κατῴκει ἐν μέσῳ τῆς οἰκίας μου ποιῶν ὑπερηφανίαν, λαλῶν ἄδικα οὐ κατεύθυνεν ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μου
Λ: Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Εἰς τὰς πρωίας ἀπέκτεινον πάντας τοὺς ἁμαρτωλοὺς τῆς γῆς τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐκ πόλεως Κυρίου πάντας τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀνομίαν.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.
- Δόξα. Καὶ νῦν.
Ἀλληλούια. Ἀλληλούια.

(ΤΡΙΣΑΓΙΟΝ)
Δ: Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Κύριε ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, ὁ διδοὺς εὐχὴν τῷ εὐχομένῳ καὶ προσδεχόμενος τὰς ἱκεσίας τῶν δούλων σου τῶν βοώντων πρὸς σὲ νυκτὸς καὶ ἡμέρας, κλῖνον καὶ νῦν τὸ οὗς σου καὶ ἐπάκουσον τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν ἀμαρτωλῶν΄ μὴ ἀποστρέψης, Κύριε, τὸ πρόσωπόν σου ἀφ΄ ἡμῶν τῶν ἀμαρτωλῶν, μηδὲ μνησθῇς ἡμῶν ἀνομιῶν ἀρχαίων, ὁ γινώσκων τὸ πλάσμα ἡμῶν καὶ ἐπιστάμενος τὴν ἀσθένειαν ἡμῶν. Μνήσθητι, Κύριε, ὅτι χοῦς ἐσμεν, πνεῦμα πορευόμενον καὶ οὐκ ἐπιστρέφον, καὶ τῇ μεγαλωσύνῃ τοῦ βραχίονός σου περιποίησαι ἐν ἐλέει τὴν ζωὴν ἡμῶν΄ ὁδήγησον ἡμᾶς ἐν ὁδῷ εὐθείᾳ, τοῦ πορευθῆναι ἐν τῇ τρίβῳ τῶν ἐντολῶν σου΄ δίδαξον ἡμᾶς τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου, λαλεῖν ἐν τοῖς μαρτυρίοις σου, μελετᾶν τὸν νόμον σου ἡμέρας καὶ νυκτός΄ ἔντειλαι τοῖς ἁγίοις Ἀγγέλοις σου τοῦ διαφυλάξαι ἡμᾶς ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς ἡμῶν καὶ ῥύσασθαι ἀπὸ παντὸς βέλους πετομένου ἡμέρας, ἀπὸ πράγματος ἐν σκότει διαπορευομένου, ἀπὸ συμπτώματος καὶ δαιμονίου μεσημβρινοῦ΄ πλήρωσον τὸ στόμα ἡμῶν αἰνέσεως καὶ τὰ χείλη ἀγαλλιάσεως τοῦ λαλεῖν ἑαυτοῖς ἐν ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ἐν χάριτι ᾄδειν καὶ ψάλλειν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν καὶ εὐχαριστεῖν ἐπὶ πᾶσι σοὶ τῷ Θεῷ τῶν ὅλων τῷ σῴζοντι τοὺς ἐλπίζοντας εἰς τὸν πλοῦτον τοῦ ἐλέους σου.
Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

[Επακολουθεί στην θέση του Τρισαγίου Τροπάριο της Προφητείας, Προκείμενον της Προφητείας, Παλαιοδιαθηκικό ανάγνωσμα (συνήθως από τον Ησαΐα) και Προκείμενον μετά την Προφητεία].

ΕΚΤΕΝΗΣ ΔΕΗΣΙΣ

Δ: Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας ἡμῶν· εἴπωμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Κύριε παντοκράτορ, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, δεόμεθά σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.
Ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου· δεόμεθά σου, ἐπάκουσον καὶ ἐλέησον.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν... τῶν πρεσβυτέρων, τῶν διακόνων καὶ τῶν μοναχῶν καὶ πάσης τῆς ἐν Χριστῷ ἡμῶν ἀδελφότητος.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τῶν δούλων σου, πάντων τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τῶν κατοικούντων καὶ παρεπιδημούντων ἐν τῇ πόλει ταύτῃ.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τῶν μακαρίων καὶ ἀειμνήστων κτιτόρων τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας ταύτης καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν προαναπαυσαμένων πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν, τῶν ἐνθάδε εὐσεβῶς κειμένων καὶ τῶν ἁπανταχοῦ ὀρθοδόξων.
Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τῶν καρποφορούντων καὶ καλλιεργούντων ἐν τῷ ἁγίῳ καὶ πανσέπτῳ ναῷ τούτῳ, κοπιώντων, ψαλλόντων καὶ ὑπὲρ τοῦ περιεστῶτος λαοῦ, τῶν ἀπεκδεχομένων τὸ παρὰ σοῦ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, τὴν ἐκτενῆ ταύτην ἱκεσίαν πρόσδεξαι παρὰ τῶν σῶν δούλων, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς κατὰ τὸ πλῆθος τοῦ ἐλέους σου· καὶ τοὺς οἰκτιρμούς σου κατάπεμψον ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ πάντα τὸν λαόν σου, τὸν ἀπεκδεχόμενον τὸ παρὰ σοῦ πλούσιον ἔλεος.
Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις, καὶ σοὶ τὴν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

ΔΕΗΣΙΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΚΑΤΗΧΟΥΜΕΝΩΝ

Δ:Εὔξασθε οἱ κατηχούμενοι τῷ Κυρίῳ.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Οἱ πιστοὶ ὑπὲρ τῶν κατηχουμένων δεηθῶμεν.
Ἵνα ὁ Κύριος αὐτοὺς ἐλεήσῃ.
Κατηχήσῃ αὐτοὺς τὸν λόγον τῆς ἀληθείας.
Ἀποκαλύψῃ αὐτοῖς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς δικαιοσύνης.
Ἑνώσῃ αὐτοὺς τῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ καθολικῇ καὶ ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ.
Σῶσον, ἐλέησον, ἀντιλαβοῦ καὶ διαφύλαξον αὐτούς, ὁ Θεὸς τῇ σῇ χάριτι.
Οἱ κατηχούμενοι, τὰς κεφαλὰς ὑμῶν τῷ Κυρίῳ κλίνατε.
Ι: Κύριε παντοκράτορ καὶ φιλάνθρωπε, ἔπιδε ἐξ ὕψους ἁγίου σου ἐπὶ τοὺς δούλους σου τοὺς κατηχουμένους τοὺς κλίνοντάς σοι τὸν ἐαυτῶν αὐχένα καὶ ἀναμένοντας τὸ παρὰ σοῦ ἔλεος΄ ἀποκάλυψον αὐτοῖς τὸ εὐαγγέλιον τῆς δικαιοσύνης σου, συγκαταρίθμησον αὐτοῖς τῇ ἐκλεκτῇ σου ποίμνῃ καὶ καταξίωσον αὐτοὺς ἐν καιρῷ εὐθέτῳ τῆς διὰ τοῦ βαπτίσματος ἀναγεννήσεως΄
Ἵνα καὶ αὐτοὶ σὺν ἡμῖν δοξάζωσι τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.
Δ: Ὅσοι κατηχούμενοι, προέλθετε· οἱ κατηχούμενοι, προέλθετε· ὅσοι κατηχούμενοι, προέλθετε. Μή τις τῶν κατηχουμένων.

ΔΕΗΣΕΙΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ

Δ: Ὅσοι πιστοί, ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι. Σοφία.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῆς πολυθέου πλάνης διὰ τῆς σῆς παρουσίας ἀποστήσας τὸν ἄνθρωπον, διὰ τῶν θαυμάτων σου ποιήσας γνωρίζειν σὲ  τὸν μόνον δημιουργὸν καὶ ποιητὴν τῶν ἁπάντων καὶ τὴν ἐλπίδα τίθεσθαι ἐπὶ σοί, πολυέλεος ὑπάρχων, τήρησον ἡμᾶς ἐν τῷ ὀνόματί σου καὶ ἁγίασον ἡμᾶς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου καὶ κατάπεμψον τοὺς οἰκτιρμοὺς σου ἐφ΄ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ πάντα τὸν λαὸν σου.
Ὅτι σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν, Θεός τοῦ ἐλεεῖν καί σώζειν, καί σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῷ Πατρί, καί τῷ Υἱῷ, καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμήν.

Δ: Ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι. Σοφία!
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ τὴν πάροδον τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου περιστείλας διὰ τὸ ἀσθενὲς καὶ εὐάλωτον τῆς αὐτοῦ φύσεως καὶ ἀντάμειψιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἐπαγγειλάμενος αὐτῷ καταγωνιζομένῳ τῶν ἔργων τοῦ ἐχθροῦ, αὐτός, Δέσποτα, κραταίωσον ἡμᾶς ἐν τῷ φόβῳ σου, ἐνίσχυσον ἡμᾶς ἐν τοῖς λόγοις σου, ὁδήγησον ἡμᾶς ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου.
Ὅτι ηὐλόγηται καὶ δεδόξασται τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμὴν.

ΠΛΗΡΩΤΙΚΑ

Δ: Πληρώσωμεν τὴν δέησιν ἡμῶν τῷ Κυρίῳ.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι. Σοφία.
Λ: Κύριε, ἐλέησον.
Δ: Τὴν ἡμέραν πᾶσαν τελείαν, ἁγίαν, εἰρηνικὴν καὶ ἀναμάρτητον, παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα.
Λ: Παράσχου, Κύριε.
Δ: Ἄγγελον εἰρήνης, πιστὸν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα.
Συγγνώμην καὶ ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῶν πλημμελημάτων ἡμῶν, παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα.
Τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν καὶ εἰρήνην τῷ κόσμῳ, παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα.
Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα.
Χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν, τὴν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, αἰτησώμεθα.
Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας μετὰ πάντων τῶν Ἁγίων μνημονεύσαντες, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα.
Λ: Σοὶ Κύριε.

Εὐχὴ τῆς ἀπολύσεως
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος, ὁ μόνος χρηστὸς καὶ ἐπιεικής, ὁ μόνος οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων καὶ Πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου σταυρωθέντος καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐξεγερθέντος καὶ εἰσελθόντος εἰς τὴν δόξαν τὴν ἐαυτοῦ καὶ τὴν σήν΄ ἐλθέτω ἡ χάρις σου ἐφ΄ ημᾶς τοὺς δούλους σου καὶ ἐνδυναμωσάτω ἡμᾶς τὸ εὐαγγέλιον τῆς δικαιοσύνης σου. Πάτερ εὐσπλαγχνίας, φώτισον ἡμῶν τὰ σπλάγχνα καὶ πάντα τὰ μέλη τῷ σῷ θελήματι καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κακίας καὶ ἁμαρτίας, συντήρησον δὲ ἡμᾶς ἀσπίλους καὶ ἀμώμους ἀπὸ πάσης περιεργίας τοῦ ἀντικειμένου΄ καὶ χάρισαι ἡμῖν, Κύριε, κατὰ τὴν σὴν χρηστότητα τὰ σὰ νοεῖν, τὰ σὰ φρονεῖν, ἐν τοῖς σοῖς αναστρέφεσθαι, τὸν σὸν φόβον φοβεῖσθαι καὶ ποιεῖν τὰ σοὶ εὐάρεστα ἕως τῆς ἐσχάτης ἡμῶν ἡμέρας καὶ ὥρας καὶ ἀναπνοῆς. Ἐπικαλούμεθά σε, Δέσποτα, τὸν ἀληθινὸν ἡμῶν Θεὸν ἡμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ὅπως ἄν κατὰ τὸ ἀνεκδιήγητὸν σου ἔλεος σφραγίσης ἡμῶν τὸ πνεῦμα΄ καὶ διατήρησον ἀπὸ παντὸς πονηροῦ δαίμονος, ἀπὸ παντὸς ἑρπετοῦ ἰοβόλου, ἀπὸ παντὸς θηρίου τοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ἀπὸ πάσης ἀνομίας, ἀπὸ πάσης φαμακείας, ἀπὸ πάσης πλάνης καὶ πάσης ματαιότητος, ἀπὸ πάσης πορνείας καὶ πλεονεξίας, ἀπὸ πάσης νόσου καὶ μαλακίας, ἀπὸ παντὸς ψεύδους καὶ πάσης ῥαδιουργίας καὶ πάσης παγίδος τοῦ ἀντικειμένου ἡμῖν. Πάτερ ἀφθαρσίας, σκέπασον ἡμᾶς τοὺς σοὺς δούλους τῇ σῇ εὐσπλαγχνία καὶ μὴ ἐγκαταλείπῃς ἡμᾶς, μηδὲ ποιήσῃς ἐπίχαρμα ἐχθρῶν καὶ ἐξουδένωμα λαοῦ καὶ καταπάτημα δαιμόνων, ἀλλ΄ ἵνα ἡ σὴ χάρις καὶ τὸ σὸν ἔλεος εἴη μεθ΄ ἡμῶν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν.
Ὅτι σὸν τὸ κράτος καὶ σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμὴν.

Εὐχὴ τῆς κεφαλοκλισίας
Ι: Εἰρήνη πᾶσι.
Λ: Καὶ τῷ πνεύματί σου.
Δ: Τὰς κεφαλὰς ἡμῶν τῷ Κυρίῳ κλίνωμεν.
Λ: Σοί, Κύριε.
Ι: Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ καθήμενος ἐπὶ θρόνου δόξης καὶ ἐπιβλέπων ἀβύσσους, ὄμματι εὐσπλάγχνῳ τὴν ταπείνωσιν ἡμῶν ἐπισκεπτόμενος, εὐλόγησον πάντας ἡμᾶς τοὺς ὑποκεκλικότας σοι τὰς ἑαυτῶν κεφαλὰς καὶ ὕψωσον τὸ κέρας ἡμῶν ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου.
Εἴη τὸ πανάγιον ὄνομα τῆς φιλανθρωπίας σου εὐλογημένον καὶ δεδοξασμένον, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Λ: Ἀμὴν.

Δ: Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

«ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»

Γράφει ένας φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Η πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αφιερωμένη στην Ορθοδοξία. Συγκεκριμένα στην νίκη της Ορθοδοξίας έναντι των αιρετικών εικονομάχων.
Κυριακή της Ορθοδοξίας: Εκείνη την ημέρα έχουμε την αναστήλωση των ιερών Εικόνων και την νίκη της Ορθοδοξίας ενάντια στους αιρετικούς εικονομάχους που θεωρούσαν την τιμή των εικόνων "ειδωλολατρεία".
Το 726 μ.Χ. ο Αυτοκράτορας Λέων ο Γ΄, επηρεασμένος από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική παράδοση και τις εικονομαχικές θεωρίες, εξέδωσε αυτοκρατορικά διατάγματα τα οποία απαγόρευαν την ύπαρξη και την προσκύνηση των ιερών Εικόνων. Την ίδια περίοδο, ορισμένοι χριστιανοί προχωρούσαν σε ακρότητες με τα ιερά λείψανα και τις ιερές εικόνες. Έτσι, προκλήθηκε διαμάχη στο σώμα της Εκκλησίας και η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες: τους Εικονομάχους και τους Εικονολάτρες.
Τα αποτελέσματα οδυνηρά. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Θύματα αυτής της μανίας και της διάσπασης ήταν μεγάλοι Πατέρες και Άγιοι της Εκκλησίας μας όπως ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης.
Αυτή η διαμάχη κράτησε 120 χρόνια περίπου. Στο μέσο αυτής της περιόδου (787 μ.Χ.) η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος διεκήρυξε την τιμητική προσκύνηση των εικόνων, διδασκαλία που διατηρεί ως και σήμερα η Εκκλησία. Στην εικόνα αποδίδεται τιμή και όχι προσκύνηση και λατρεία και δεν είναι ειδωλολατρία η τιμή των εικόνων καθώς η τιμή «ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει». Παρά την απόφαση της Συνόδου όμως, η Εικονομαχία συνεχίστηκε μέχρι το 842, οπότε και έληξε οριστικά με την αναστήλωση των ιερών Εικόνων από την Αυτοκράτειρα Θεοδώρα και τον γιο της Μιχαήλ.
- Είναι ειδωλολατρεία η προσκύνηση των εικόνων;
- Όχι. Δεν προσκυνούμε το ζωγραφισμένο ξύλο αλλά το πρόσωπο επί του οποίου εικονίζεται. Τιμούμε και δοξάζουμε τους Αγίους, τους Αγγέλους και περισσότερο, προ πάντων, την Υπεραγία Θεοτόκο, αλλά μόνο στον Τριαδικό Θεό προσφέρουμε λατρεία. Στον Πατέρα, τον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Άλλο λατρεία και άλλο τιμή και σεβασμός ο οποίος, όπως είπαμε, απευθύνεται στο πρόσωπο που εικονίζεται.
«Παίρνω το θάρρος και εικονίζω τον αόρατο Θεό, όχι ως αόρατο, αλλά ως ορατό, που έγινε για μας προσλαμβάνοντας σάρκα και αίμα. Δεν εικονίζω την αόρατη Θεότητα, αλλά εικονίζω τη σάρκα του Θεού που έγινε ορατή» σημειώνει χαρακτηριστικά ο Όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Μεγάλη λοιπόν και ανεκτίμητη κληρονομιά για εμάς τους Ορθόδοξους Χριστιανούς του 21ου αιώνα η Ορθοδοξία. Η Ορθοδοξία δεν είναι ιδεολογία, δεν είναι απλώς και μόνο μια θεωρητική γνώση της αλήθειας για το Θεό. Είναι η ορθή και σωστή δοξολογία του Θεού, η λογική λατρεία, ένα γεγονός, μία ζωή και μία παράδοση στο πέρασμα των αιώνων. Δεν είναι η καθυστερημένη αντίληψη, ούτε το πείσμα των ανατολικών χριστιανών, αλλά είναι η αλήθεια των πραγμάτων, ένας κόσμος και ένας τρόπος ζωής ξεχωριστός σύμφωνα με την αποστολική και πατερική παράδοση. Ορθόδοξος είναι αυτός που πιστεύει, δηλαδή λατρεύει, ορθά το Θεό, ή αντίστροφα, αυτός που λατρεύει, δηλαδή πιστεύει, ορθά το Θεό. Κατά τον Μέγα Αθανάσιο στην προς Σεραπίωνα Επιστολή του, οι Χριστιανοί οφείλουν να παραμένουν αμετακίνητοι εις «αυτήν την εξ αρχής παράδοσιν και διδασκαλίαν και πίστιν της Καθολικής Εκκλησίας ην ο μεν Κύριος έδωκεν, οι Απόστολοι εκήρυξαν και οι Πατέρες εφύλαξαν».
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».

Θ.Χ.