Δεν είμαστε θρησκεία, δεν είμαστε Χριστιανισμός. Είμαστε Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία» η οποία είναι πίστη σαρκωμένη, είναι αποκάλυψη, είναι φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο: «Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν».

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Την πρώτη θέση μεταξύ των Αγίων της Εκκλησίας μας κατέχει η Υπεραγία Θεοτόκος. Όλες οι γενιές των χριστιανών την υμνούν και την μακαρίζουν. Οι πιο ποιητικοί ύμνοι της Εκκλησίας μας είναι αφιερωμένοι σ΄ Εκείνη. Οι ιεροί Πατέρες έγραψαν εγκωμιαστικούς λόγους προς το πρόσωπό Της. Και η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος δογμάτισε ότι «ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον, διά τό τόν Θεόν Λόγον σαρκωθῆναι καί ἐνανθρωπῆσαι...».
Κατ΄ αρχήν πρέπει να διευκρινίσουμε 4 όρους που αποδίδουμε στην Παναγία: «Υπεραγία», «Παναγία», «Θεοτόκος» και «Αειπάρθενος». «Υπεραγία» και «Παναγία» σημαίνει ότι είναι πάνω απ΄ όλους τους Αγίους και πάνω από τους Αγγέλους. Αμέσως μετά τον Τριαδικό Θεό είναι η Παναγία. Όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός «κατέχει τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος». «Θεοτόκος» είναι τίτλος που αποδόθηκε στην Παναγία κατά την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Σημαίνει ότι «έτεκε», δηλαδή γέννησε τον Θεό («Θεός» + «τίκτω»). Για εννέα μήνες είχε στα σπλάχνα της τον δημιουργό του κόσμου! Δεν μπορεί να το χωρέσει ανθρώπινο μυαλό. Όμως αυτό είναι που εκφράζει και εξηγεί το μυστήριο της Πίστης μας. Και δεν είναι μόνο μητέρα του Θεού, αλλά και μητέρα όλων μας. Γιατί είχε δικό της Υιό, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, τον ίδιο τον Θεό! Όπως η μητέρα πονά, ανησυχεί, γαλοκτοτροφεί, καθοδηγεί, συμβουλεύει το παιδί της, χαίρεται στην χαρά και στην προκοπή του και πληγώνεται αφάνταστα όταν στεναχωριέται ή του συμβεί κάτι κακό, έτσι και η Παναγία αισθανόταν το ίδιο και περισσότερο για τον Χριστό γιατί ήξερε ότι το παιδί Της ήταν ο Μεσσίας! Αλλά έτσι αισθάνεται και για τον καθένα μας ξεχωριστά η Παναγία. Χαίρεται στην προκοπή μας και λυπάται πάρα πολύ όταν απομακρυνόμαστε από το θέλημα του Θεού. Όταν ζητάμε την βοήθεια Της μας την δίνει. Όταν την παρακαλούμε, μεταφέρει το αίτημά μας, την φωνή μας, την προσευχή μας στον Υιό Της, τον Σωτήρα του κόσμου και αληθινό Θεό, τον Ιησού Χριστό, για να το πραγματοποιήσει και αν δεν το πραγματοποιήσει σημαίνει ότι κάτι καλύτερο είναι ετοιμασμένο για μας. Όλοι έχουμε δεχθεί την προστασία και την αγάπη Της, την σκέπη, την συμπαράσταση και την στοργή Της. Και όλοι στις στεναχώριες το πρώτο όνομα που επικαλούμαστε είναι το ιερό όνομα της Παναγίας. Αυτό δείχνει πόση εμπιστοσύνη έχουμε στην Θεοτόκο και πόσο στερεωμένη είναι η αγάπη μας για Εκείνη. Η Παναγία είναι η μεσίτρια που παρακαλά στον Θεό για τους ανθρώπους. Είναι η «κλίμαξ», η σκάλα μέσω της οποίας κατέβηκε ο Θεός από τον ουρανό στην γη. Είναι η καταφυγή μας σε κάθε περίσταση, είτε ευχάριστη, είτε δυσάρεστη. Είναι η ελπίδα μας για να κληρονομήσουμε τα αιώνια αγαθά. Είναι η ρύστις στους κινδύνους. Είναι η παρηγοριά στις στεναχώριες. Στις ζάλες της ζωής που μας περικυκλώνουν όπως οι μέλισσες το κερί, η Παναγία είναι το λιμάνι μας, στις λύπες είναι χαρά και ευφροσύνη και στις αρρώστιες η γρήγορη βοήθεια. Είναι η υπέρμαχος του λαού, η σκέπη στις συμφορές. Και αυτή την θεία Σκέπη εμείς οι Έλληνες την έχουμε ζήσει πολλές φορές στην ιστορία μας και την ζούμε ακόμα και σήμερα. Η Παναγία ήταν αυτή που γλίτωσε πόλεις και χωριά από αρρώστιες, Αυτή έσωσε την Κωνσταντινούπολη από τους Αβάρους και τους Πέρσες το 626 μ.Χ. Αύτη έσωσε την Επανάσταση του 1821 όταν οι Έλληνες σκοτώναμε μεταξύ μας ο ένας τον άλλον. Αυτή παρουσιαζόταν στους Έλληνες στρατιώτες στα βορειοηπειρωτικά βουνά το 1940-41 για να τους σώσει από τους Ιταλούς, Αυτή ήταν στις τσέπες εκείνων των ηρώων στρατιωτών για να τους φυλάσσει και να τους προστατεύει που μέσα στο κρύο και στην πείνα πολεμούσαν για Χριστό-Ελλάδα-ελευθερία και οικογένεια. Η Παναγία μας είναι το κέντρο της Πίστης μας με μία φράση διότι αυτή μας οδηγεί προς τον Χριστό, τον καινούργιο κόσμο και την σωτηρία. Είναι το κλειδί της Βασιλείας του Θεού.
Αξίζει να μνημονεύσουμε το εγκώμιο του Αγίου Πρόκλου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως για την Παναγία μας: «τὸ ἀμόλυντον κειμήλιον τῆς παρθενίας, ὁ λογικὸς τοῦ δευτέρου Ἀδὰμ Παράδεισος, τὸ ἐργαστήριον τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, ἡ πανήγυρις τοῦ σωτηρίου συναλλάγματος, ἡ παστάς, ἐν ᾗ ὁ Λόγος ἐνυμφεύσατο τὴν σάρκα, ἡ τὸν ἐπὶ τῶν Χερουβὶμ μετὰ σώματος βαστάσασα, ἡ ἔμψυχος τῆς φύσεως βᾶτος, ἥν τὸ τῆς θείας ὠδῖνος πῦρ οὐ κατέκαυσεν, ἡ ὅντως κούφη νεφέλη, ὁ τοῦ ἐξ οὐρανοῦ ὑετοῦ καθαρώτατος πόκος, ἐξ οὗ ὁ Ποιμὴν τὸ πρόβατον ἐνεδύσατο, ἡ Παρθένος καὶ οὐρανός, ἡ μόνη Θεοῦ πρὸς ἀνθρώπους γέφυρα, ὁ φρικτὸς τῆς οἰκονομίας ἱστός, ἐν ᾧ ἀρρήτως ὑφάνθη ὁ τῆς ἐνώσεως χιτών».
«Αειπάρθενος» («αεί» + «παρθένος»). Η Παναγία παρέμεινε Παρθένος όλη την ζωή της. Ποτέ δεν γνώρισε άνδρα. Και ποτέ δεν είχε άλλα παιδιά συνάμα με τον Κύριο Ιησού. Αειπάρθενος και μητέρα μαζί ήταν η Παναγία. Ένα οξύμωρο σχήμα που οικονομήθηκε από τον Θεό γιατί ήταν Αυτή που θα γεννούσε τον Σωτήρα του κόσμου.
Τώρα να δούμε τον βίο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η Παναγία είχε το όνομα Μαρία. Γεννήθηκε το 16 π.Χ. στην ελληνική πόλη της Γαλιλαίας Σέπφωρι. Γονείς της οι Άγιοι Ιωακείμ και Άννα, άνθρωποι ενάρετοι και ταπεινοί, που την απέκτησαν μετά από πολύ προσευχή. Η Παναγία ως άνθρωπος κληρονόμησε από τους γονείς της την αγιότητα και την καθαρότητα.
Όταν η Παναγία έγινε τριών ετών οι γονείς της την αφιέρωσαν στον Ναό του Σολωμόντα και την παρέδωσαν στον αρχιερέα Ζαχαρία. Έτσι, προμηνύεται η αγάπη του Θεού και προκηρύσσεται η σωτηρία των ανθρώπων. Αφιερώνεται και μπαίνει στον Ναό η τρίχρονη Μαρία και προκαταγγέλεται σ΄ όλους ο Χριστός. Η μικρή Μαρία έμεινε στο ιερότερο μέρος του Ναού στο οποίο έμπαινε μια φορά τον χρόνο ο Αρχιερέας, τα Άγια των Αγίων δώδεκα περίπου χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα ο αρχάγγελος Γαβριήλ προμήθευε την Παναγία με τροφή ουράνια. Τα δικά μας Εισόδια είναι να μπούμε και εμείς στην Εκκλησία, στην ενορία, στην κοινότητα των ανθρώπων υπό την καθοδήγηση των γονέων μας και εκεί θα κάνουμε τις πρώτες κοινωνικές μας σχέσεις, θα γίνουμε ο καθένας πρόσωπα και όλοι μαζί κοινωνία ενώπιον του Θεού και θα λάβουμε μία άλλη τροφή, μία τροφή που δίνει ζωή και αθανασία: το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, την Θεία Κοινωνία!
Η Παναγία ζούσε με προσευχή και άσκηση και διατήρησε αμόλυντη την ανθρώπινη φύση από κάθε αμαρτία. Όταν έγινε 15 ετών, ο Ζαχαρίας μαζί με άλλους ιερείς του Ναού αποφάσισαν να βγάλουν την Μαρία από τα Άγια των Αγίων και να την οδηγήσουν στον κόσμο. Για προστασία την αρραβώνιασαν με τον ευσεβή και μεγάλο στην ηλικία Ιωσήφ, ο οποίος ήταν χήρος και είχε την προστασία παιδιών του από την πρώτη γυναίκα του. Έπειτα, εγκαταστάθηκαν στην κωμόπολη Ναζαρέτ. 
Μία μέρα, ο Αρχάγγελος Γαβριήλ πλησίασε, μετά από εντολή του Θεού, την 16χρονη Μαρία και έφερε την ευχάριστη αγγελία της θείας χάρης, ότι Αυτή ήταν η προορισμένη και προφητευμένη μητέρα του Χριστού, του Μεσσία που θα λυτρώσει τον κόσμο από τον θάνατο και την αμαρτία. Πρέπει να σημειώσουμε πως η Παναγία ήταν ελεύθερη να επιλέξει αν θα δεχόταν να κυοφορήσει και γεννήσει τον Υιό του Θεού. Εδώ βλέπουμε την μεγάλη ταπείνωση της Υπεραγίας Θεοτόκου και την πλήρη υπακοή στο θέλημα του Θεού λέγοντας στον Αρχάγγελο: «Ιδού η δούλη Κυρίου. Γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου»!. Υπάκουσε στο θέλημα του Θεού χωρίς ενδοιασμούς, προσωπικά κριτήρια και υστερόβουλες σκέψεις. Και η υπακοή αυτή δίνει και δείχνει πόσο καθαρή και αγνή ήταν η καρδιά της Παναγίας.
Μετά από εννέα μήνες, η Μαρία με τον μνηστήρα της τον Ιωσήφ πήγαν στην Βηθλεέμ για να απογραφούν σύμφωνα με το διάταγμα του Αυτοκράτορα Οκταβιωνού. Εκεί σ΄ ένα στάβλο της Βηθλεέμ η Παναγία γέννησε τον Χριστό!
Η Παναγία ανέθρεψε τον Ιησού μ΄ όλους τους πόνους και τις χαρές της μητρότητας, ήταν περήφανη για την νεανική Του μάθηση και προκοπή αλλά και απορημένη όταν τον έβλεπε ανάμεσα σε γέροντες νομοδιδασκάλους του Ισραήλ να ερμηνεύει τις Γραφές. Μετά την Βάπτιση του Χριστού από τον Τίμιο Πρόδρομο, η Παναγία ακολουθούσε τον Χριστό, μαζί με τους Αποστόλους και τις Μυροφόρες, και Τον διακονούσε μέχρι και την Σταύρωση και την Ταφή Του. Πόσο πόνο και οδύνη ένιωσε όταν έβλεπε τον Υιό Της πάνω στον Σταυρό και με πόση απελπισία δέχθηκε το άχραντο Σώμα Του στην αγκαλιά Της; Μετά την Σταύρωση του Χριστού, παρέλαβε την Παναγία ο Απόστολος Ιωάννης, ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής, στο σπίτι του μέχρι την Κοίμηση Της. Μετά την Ανάσταση του Χριστού, πρώτη η Παναγία, μαζί με την Μαρία την Μαγδαληνή, είδε τον αναστάντα Χριστό. Κατά την Ανάληψη του Χριστού, η Παναγία βρισκόταν μαζί με τους Αποστόλους στο όρος των Ελαιών. Έζησε 10 χρόνια ακόμα, μέχρι το 43 μ.Χ., όπου εκοιμήθη σε ηλικία 59 ετών. Ετάφη στον κήπο της Γεθσημανή, στα Ιεροσόλυμα και μετά από τις 3 ημέρες μετέστη με το σώμα της στον ουρανό, όπως και ο Χριστός. Προς τιμήν αυτού του μεγάλου Θεομητορικού γεγονότος, η Εκκλησία καθιέρωσε δεκαπενθήμερη νηστεία. Κατά την παράδοση, η Παναγία όταν πληροφορήθηκε από τον Υιό Της ότι επρόκειτο να κοιμηθεί, η Παναγία νήστευσε. Το ίδιο λοιπόν κάνουμε και εμείς για να τιμήσουμε την Μητέρα του Θεού.
- Η Παναγία ήταν αναμάρτητη;
- Μόνο η Παναγία, αν και είχε το προπατορικό αμάρτημα κληρονομώντας όπως όλοι οι άνθρωποι την ευαισθησία και την ροπή προς το κακό, αντιστάθηκε από την αρχή ως το τέλος σε κάθε κακία. Αγωνίστηκε χωρίς να λάβει επιπλέον βοήθεια από το Θεό και χωρίς να έχει κανένα ξεχωριστό προνόμιο, αλλά μόνο ως άνθρωπος που ήταν, χρησιμοποίησε τη δύναμη και τα όπλα της βούλησης και της λογικής που δώρισε ο Θεός στον άνθρωπο κατά την δημιουργία του. Με την αγάπη της στο Θεό, την ρωμαλεότητα της σκέψης της, την σταθερότητα της θέλησής της και την μεγαλειώδη σωφροσύνη της νίκησε κάθε αμαρτία. Ολόκληρος ο βίος της Παναγίας ήταν μια πορεία προς την τελειότητα, να φθάσει και να ενωθεί με τον Θεό. Αυτόν τον άνθρωπο που αγωνίζεται, που φθάνει και ενώνεται με τον Θεό, εκπροσωπεί η Παναγία.
Σε κάθε ιερή ακολουθία, όταν ακούμε το όνομά Της, όταν λέμε ο Ιερέας: «Τῆς Παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡμῶν, Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας», «πρεσβείαις τῆς παναχράντου καὶ παναμώμου ἁγίας αὐτοῦ Μητρός» κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Αυτό σημαίνει πως ομολογούμε ότι Αυτή είναι η Μητέρα του Θεού και ταυτόχρονα την παρακαλούμε να πρεσβεύει στον Σωτήρα Χριστό για μας.
Ο Έλληνας από την μεγάλη του ευλάβεια προς την Παναγία έκτισε Ναούς και εξωκλήσια προς τιμήν Της, της απέδωσε διάφορα ονόματα (π.χ. Οδηγήτρια, Άξιον Εστί, Εκατονταπυλιανή, Γοργοεπήκοος, Γιάτρισσα, Ευαγγελίστρια, Ζιδανιώτισσα, Κεχαριτωμένη, Προυσιώτισσα κα) και πάντα ζητά την βοήθειά Της. 
Θα μπορούσαμε να μιλούμε όχι ώρες, αλλά μέρες, ακόμα και μήνες για την Παναγία με συγκίνηση! Περιοριστήκαμε στα ουσιώδη, στα πιο σημαντικά θα λέγαμε. Εμείς, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πρέπει να «ὁμολογοῦμεν τήν ἁγίαν Παρθένον Θεοτόκον», να Την αισθανόμαστε ως μητέρα μας, ως καταφυγή μας, ως ελπίδα μας και να ζητούμε ικετευτικά την πρεσβεία Της και την προστασία Της. «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον»! Αμήν.

Θ.Χ.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.


«Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». «Να προσεύχεσθε αδιάκοπα» ζητά ο Απόστολος Παύλος από τους χριστιανούς κάθε εποχής. Η προσευχή είναι επικοινωνία, συνομιλία, διάλογος του ανθρώπου με τον Θεό. Είναι το μέσο, με το οποίο δοξάζουμε τον Θεό. Μέσο, με το οποίο Τον ευχαριστούμε: γιατί μας δημιούργησε, γιατί μάς λύτρωσε από τον διάβολο και την αμαρτία διά του Μονογενούς Υιού Του και γιατί μάς χαρίζει καθημερινά τόσες και τόσες ευλογίες. Και μέσο, με το οποίο Τον παρακαλούμε, ζητώντας να συγχωρήσει τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας και να μας δώσει κάθε υλικό και πνευματικό αγαθό. Και γι’ αυτό τρία είναι τα είδη της προσευχής: δοξολογία, ευχαριστία και αίτηση.
Η προσευχή δεν είναι κάτι που το θυμόμαστε στις δύσκολες ώρες, όταν έχουμε ανάγκη ή όταν υποφέρουμε. Προσευχόμαστε όχι μόνο όταν θέλουμε να ζητήσουμε κάτι από τον Θεό. Ο καθένας μας καταλαβαίνει την αναγκαιότητα, την δύναμη και την αξία της προσευχής, αν λάβει υπόψη του ότι και οι Άγιοι εργάσθηκαν για να αποκτήσουν την αρετή και κατόρθωσαν τα μεγάλα έργα και θαύματα με την προσευχή. Γι’ αυτό την είχαν ως κύριο έργο τους και θεωρούσαν μεγάλη ζημιά να την παραλείψουν ποτέ.
Η προσευχή απαιτεί αυτοσυγκέντρωση και αφοσίωση. Όταν προσευχόμαστε, παραμερίζουμε καθημερινές έγνοιες, βιοτικές φροντίδες, κάθε είδους περισπασμό. Προσηλώνουμε τον νου και την καρδιά μας: στο έργο της προσευχής, στα λόγια της προσευχής και στις ιερές έννοιες που περικλείουν τα λόγια της προσευχής. Όταν προσευχόμαστε, επιδιώκουμε να συναισθανόμαστε τι κάνουμε και τι λέμε. Να μην λέμε μηχανικά προσευχές, ψαλμούς και ύμνους αλλά το μυαλό να παραμένει αμέτοχο.
Μία προσευχή παρέδωσε ο Κύριος στους μαθητές Του και κατ΄ επέκτασιν σ΄ όλους εμάς που Τον πιστεύουμε. Το γνωστό σ΄ όλους μας «Πάτερ ημών» ή αλλιώς «Κυριακή Προσευχή».
«Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου, γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς, τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον, καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφελήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν, καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ».
Η δύναμη της προσευχής είναι μεγάλη και είχε ζωντανά, χειροπιαστά αποτελέσματα. Από την εκπλήρωση μίας επιθυμίας μας μέχρι την ανάσταση ενός νεκρού, ενός κεκοιμημένου. Η προσευχή θεραπεύει, αυξάνει την πίστη, ενδυναμώνει και θωρακίζει τον εαυτό μας, βοηθά τους συνανθρώπους μας, μέχρι και νεκρούς ανασταίνει. Και εμείς «ἀδιαλείπτως» ας προσευχόμαστε στον Θεό για να Τον δοξολογούμε, να Τον ευχαριστούμε και για να Του προβάλουμε τα αιτήματά μας. Ας προσευχόμαστε για τον εαυτό μας, για την οικογένειά μας, για την κοινωνία μας, για το Έθνος και την Πατρίδα μας, για όλον τον κόσμο. Για την Εκκλησία, τον κλήρο, τους αρρώστους, τους ηλικιωμένους και τους νέους. Για να μας γλιτώνει από κάθε θλίψη, οργή, κίνδυνο και ανάγκη. Για να συγχωρήσει τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας και για να υπάρχει ειρήνη στον κόσμο. Για να μας στείλει Άγγελο φύλακα. Η προσευχή είναι όπλο για να αποκρούσουμε τον διάβολο και τις ενέργειές Του, είναι η δύναμη που κάνει τον άνθρωπο πιο ισχυρό, είναι η φωνή μας που επικοινωνεί, που δοξολογεί και ευχαριστεί τον δημιουργό μας Θεό! Λέει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης για την προσευχή: «Ἡ προσευχὴ εἶναι φύλακας τῆς σωφροσύνης, χαλιναγωγεῖ τὸν θυμό, καταστέλλει τὴν ὑπερηφάνεια, καθαρίζει ἀπὸ τὴ μνησικακία, διώχνει τὸ φθόνο, καταργεῖ τὴν ἀδικία, ἐπανορθώνει τὴν ἀσέβεια. Ἡ προσευχὴ εἶναι δύναμη τῶν σωμάτων, φέρνει χαρὰ στὸ σπίτι, χορηγεῖ εὐνομία στὴν πόλη, παρέχει ἰσχὺ στὴν ἐξουσία, δίνει νίκη κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου, ἐξασφαλίζει τὴν εἰρήνη, ξαναενώνει τοὺς χωρισμένους, διατηρεῖ στὴ θέση τους ἑνωμένους. Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ἐπισφράγισμα τῆς παρθενίας, ἡ πιστότητα τοῦ γάμου, ὅπλο στοὺς ὁδοιπόρους, φύλακας ὅσων κοιμοῦνται, θάρρος τῶν ξύπνιων, στοὺς γεωργοὺς φέρνει τὴν εὐφορία, στοὺς ναυτιλόμενους χαρίζει τὴν σωτηρία. Ἡ προσευχὴ γίνεται συνήγορος τῶν δικαζομένων, ἐλευθερία τῶν φυλακισμένων, παρηγοριὰ τῶν λυπημένων, χαρὰ γιὰ τοὺς χαρούμενους, παρηγοριὰ στοὺς πενθοῦντες, δόξα γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔρχονται σὲ γάμο, γιορτὴ στὰ γενέθλια, σάβανο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πεθαίνουν. Ἡ προσευχὴ εἶναι συνομιλία μὲ τὸν Θεό, θεωρία τῶν ἀοράτων, πληροφόρηση γιὰ ὅσα ἐπιθυμοῦμε, ὁμοτιμία μὲ τοὺς ἀγγέλους, προκοπὴ στὰ καλὰ ἔργα, ἀποτροπὴ ἀπὸ τὰ κακά, διόρθωση γιὰ κείνους ποὺ ἁμαρτάνουν, ἀπόλαυση τῶν παρόντων ἀγαθῶν, ὑπόσταση τῶν ἀγαθῶν τοῦ μέλλοντος».
Και να θυμόμαστε κάτι: Όταν προσευχόμαστε και ζητούμε κάτι από τον Θεό και ο Θεός το κάνει μεγαλώνει την πίστη μας, όταν αργεί να το κάνει αυξάνει την υπομονή μας και όταν δεν το κάνει σημαίνει πως κάτι καλύτερο ετοιμάζει για μας! Να αξιοποιήσουμε την προσευχή, να βρούμε χρόνο και κάτω από το εικονοστάσι να προσευχόμαστε! Όταν προσεύχεσαι πραγματικά, αισθάνεσαι όπως το βρέφος στην αγκαλιά της μητέρας του! Αμέσως θα καταλάβεις ότι η ελπίδα ζωντανεύει μέσα σου, ότι δεν υπάρχει κάτι που να σε φοβίζει και θα αισθάνεσαι συνεχώς τον Θεό μαζί σου παρόντα και δίπλα σου. Και η Εκκλησία με διάφορες ιερές ακολουθίες και μυστήρια μας δίνει την ευκαιρία όλη οι άνθρωποι να βρεθούμε μαζί στο δεύτερο σπίτι μας, τον Ιερό Ναό και να προσευχηθούμε. Τότε θα καταλάβετε πως ο άνθρωπος όταν βρίσκεται και ζει μέσα στην χάρη του Θεού μπορεί να κάνει τα πάντα!
Θ.Χ.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΝΗΣΤΕΙΑ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Τι είναι η νηστεία; Γιατί κάνουμε νηστεία; Πως πρέπει να κάνουμε νηστεία; Πολλοί αδελφοί και συνάνθρωποί μας έχουν πλανεμένη άποψη για την νηστεία. Νομίζουν πως είναι καταδυνάστευση, περιορισμός χωρίς ουσία που την επέβαλαν Δεσποτάδες και παπάδες. Είναι όμως έτσι;
Νηστεία είναι μία αποχή. Αποχή από ορισμένες τροφές (π.χ. κρέας, γάλα, τυρί, αυγά κα) αλλά και μία αποχή από τα πάθη, όπως το κουτσομπολιό, το να βρίζω, να ζηλεύω, να κατακρίνω, να κάνω κακό στον άλλον.
Η νηστεία είναι η πρώτη εντολή του Θεού στον άνθρωπο. Είναι άσκηση ελευθερίας για να καταλάβει ο άνθρωπος ότι η ελευθερία είναι δώρο του Θεού και όχι δεδομένο γεγονός. Αυτήν την εντολή παρέβη ο άνθρωπος και έχασε τον Παράδεισο, την κοινωνία με τον Θεό. «Μίαν ἐντολὴν παρέβην τὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ τῶν ἀγαθῶν παντοίων ἐστέρημαι». Η νηστεία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το μέσο για να αποκτήσουμε την εγκράτεια, για να αποδυναμώσουμε κάθε κακία, λανθασμένη συμπεριφορά και αμαρτωλή επιθυμία, για να ενδυναμώσουμε τον εαυτό μας. Είναι το όπλο με το οποίο αποκρούουμε τις επιθέσεις του διαβόλου και αποδιώκουμε τους αισχρούς λογισμούς.
Τον θεσμό της νηστείας τον επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Χριστός μας πρώτα με το προσωπικό του παράδειγμα όπου πήγε στην έρημο 40 ημέρες στην έρημο και νήστευσε και δεύτερον με την διδασκαλία Του για την νηστεία. Ο Χριστός μας τονίζει ότι η νηστεία με την προσευχή έχουν μεγάλη δύναμη που μέχρι και δαιμόνια διώχνουν μέσα από έναν άνθρωπο! Και μας συμβουλεύει όταν νηστεύουμε για να μην γινόμαστε σκυθρωποί για να δείξουμε στους ανθρώπους πως νηστεύουμε αλλά να περιποιούμαστε για να μην φαίνεται η νηστεία που κάνουμε στους ανθρώπους αλλά να φαίνεται στον Θεό.
Η νηστεία, ήδη από τα πρώτα (αποστολικά) χρόνια της Εκκλησίας, έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ζωή των Χριστιανών όπου η Εκκλησία καθόρισε συγκεκριμένες ημέρες και περιόδους νηστείας:
* Τετάρτη - Παρασκευή: Νηστεύουμε τις δύο αυτές ημέρες διότι η Τετάρτη ήταν η μέρα που προδόθηκε ο Κύριος και η Παρασκευή η μέρα που σταυρώθηκε.
α) Μεγάλη Τεσσαρακοστή: Η συγκεκριμένη νηστεία κρατά 40 ημέρες
β) Νηστεία Χριστουγέννων:, Παλαιότερα, σύμφωνα με το Ασματικό Τυπικό που ίσχυε στις ενορίες, μέχρι τον 13ο αιώνα μ.Χ., η νηστεία διαρκούσε μόνο 7 ημέρες.
γ) Νηστεία των Αποστόλων: Η νηστεία αυτή γίνεται σύμφωνα με την ημερομηνία του Πάσχα. Όσο πιο νωρίς πέσει το Πάσχα . Τιμούμε το Άγιο Πνεύμα , 
δ) Νηστεία της Θεοτόκου:
«Η νηστεία είναι φάρμακο που μας καθαρίζει από τα πάθη» έλεγε ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. «Αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποφυγή από τα φαγητά, αλλά και η αποχή από τα αμαρτήματα. Νηστεύεις; Δείξε το από τα έργα σου. Αν δεις πτωχό, βοήθησέ τον. Αν δεις τον εχθρό σου, να συμφιλιωθείς μαζί του. Αν δεις τον φίλο σου να ευδοκιμεί μην τον φθονήσεις… Ας μην νηστεύει μόνο το στόμα σου αλλά και τα μάτια σου και η ακοή σου και όλες οι άλλες αισθήσεις σου» έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Αληθινή νηστεία είναι η απομάκρυνση από το κακό, η εγκράτεια στην γλώσσα, η αποχή από τον θυμό και η αποφυγή, ο χωρισμός του ψέματος, της καταλαλιάς και της επιορκίας» έλεγε ο Μέγας Βασίλειος.
Άρα, η νηστεία είναι κάτι πολύ βαθύ, πολύ πιο ουσιαστικό. Δεν είναι: δεν τρώω κρέας, γάλα και ψάρι. Μη τρώγοντας αυτά, αποκτώ μία εγκράτεια σε διάφορα πάθη και αδυναμίες που μπορώ ως άνθρωπος να έχω.
Παράδειγμα, αν είμαι εθισμένος στην σοκολάτα και τρώω 5 φορές την εβδομάδα σοκολάτα και μπορώ αυτό να το χαλιναγωγήσω, δηλαδή π.χ. από 5 φορές, 3, από 3 δύο, τότε μπορώ να ρυθμίσω ένα άλλο πάθος μου. Δηλαδή, κάθομαι στον Η/Υ ή στην τηλεόραση 4 ώρες, πρώτα θα καθίσω 2 και μετά 1 ώρα. Άρα, η νηστεία είναι το μέσον για να αποκτήσουμε την εγκράτεια, μία βασική αρετή στην ζωή μας που θα μας βοηθήσει πολύ πάντα και παντού.
Η νηστεία δεν απευθύνεται μόνο στους παππούδες μας ή στους γονείς μας. Η νηστεία είναι για όλους. Και για μας. Φυσικά στον βαθμό που μπορούμε. Νηστεία δεν κάνουν μόνο όσοι είναι ασθενείς, άρρωστοι.
Πάμε τώρα να δούμε την νηστεία από μία άλλη οπτική γωνία. Σε δύο λέξεις θα σταθούμε: Τροφή και Νηστεία. Το παρακάτω κείμενο αποτελεί παράφραση ενός άρθρου ενός εξαιρετικού θεολόγου, του Πρωτοπρεσβυτέρου και συγγραφέως π. Χαραλάμπους Παπαδοπούλου
Προεπισκόπηση«Τροφή δεν είναι μόνο ότι τρώμε αλλά κάτι πολύ βαθύτερο που έχει σχέση με εμάς, με την ύπαρξη μας. Όταν το βρέφος πεινάει δεν χορταίνει απλώς και μόνο μέσα από ένα γεύμα, αλλά κυρίως και πρωτίστως μέσα από μια σχέση. Η μάνα είναι τροφός όχι επειδή δίνει το γάλα της, αλλά επειδή προσφέρει την σχέση της, την αγάπη, την θαλπωρή, την στοργή και την ασφάλεια στο μωρό της. Είναι η τροφή εκείνη, που πέρα από την βιολογική συντήρηση προσφέρει το νόημα της ύπαρξης. Έτσι τροφή δεν είναι απλά να χορτάσει ένα σώμα αλλά μια ύπαρξη που πεινάει για Νόημα.
Ο Αδάμ λαμβάνει την λάθος «τροφή» και χάνει τον παράδεισο. Όμως στην πραγματικότητα η διήγηση μας λέει ότι χάνει την σχέση του με τον Θεό και αμέσως με τον συνάνθρωπο του, την Εύα, αφού έχει θρυμματίσει πρωτίστως την εικόνα του εαυτού του. Η πτώση του δεν είναι ότι θέλησε να τραφεί, αλλά ότι το έκανε με λάθος τρόπο. Ότι διάλεξε λάθος τροφή να χορτάσει την πείνα του για νόημα, για ελευθερία, για Θεό. Αυτό άλλωστε δεν κάνουμε και όλοι εμείς; Δεν διαλέγουμε «λάθος τροφές» που είναι ανίκανες να θρέψουν τις πραγματικές μας ανάγκες;   Παραδείγματα.
Ο Χριστός είπε: «Δεν μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που προέρχεται από το στόμα του Θεού». Δηλαδή, ο άνθρωπος δεν ζει ουσιαστικά, λαμβάνοντας τροφή για να συντηρηθεί σωματικά και βιολογικά, αλλά τρέφεται όλος, ως συνολική ύπαρξη. Με νόημα, δημιουργία, έκφραση, αγάπη, με κοινωνία του Θεού και του άλλου.
Παράδειγμα, ένα φαγητό όταν δεν έχει αγάπη και σχέση, μπορεί να θρέψει και να συντηρήσει τον ανθρώπινο οργανισμό αλλά όχι το σύνολο της παρουσίας του. Γι αυτό η τροφή σε συντηρεί αλλά ποτέ δεν σε χορταίνει. Μονάχα η σχέση που σου προσφέρει η λήψη της τροφής σε αναπτύσσει και σε εξελίσσει. Η τροφή είναι πάντα ένα σύμβολο, μια αφορμή. Παράδειγμα, όταν σε καλώ να πιούμε ένα καφέ, δεν είναι η ανάγκη του καφέ που με κινεί, αλλά η ανάγκη να συνταθούμε. Ο καφές είναι η πρόφαση. Η επαφή είναι το ζητούμενο. Όταν σε προσκαλώ για φαγητό δεν θέλω απλά να σε χορτάσω βιολογικά, αυτό θα το έκανα απλά στέλνοντας σου το φαγητό στο σπίτι σου. Η ανάγκη που κρύβεται πίσω από το φαγητό, είναι κάτι πιο βαθύ. Είναι μια βασική τροφή του ανθρώπου. Είναι η επιθυμία για σχέση. Το φαγητό είναι το σύμβολο, η πραγματικότητα είναι η «πείνα» για τον άλλο.
Έτσι η νηστεία είναι μια ευκαιρία να δούμε ξανά την τροφή ως σχέση με τον Θεό, τον εαυτό μας, τον συνάνθρωπο και ολόκληρη την κτίση. Να γίνει ξανά η τροφή λήψη του νοήματος.
Είναι ευκαιρία να κατανοήσουμε ότι χρειαζόμαστε μεγάλες τροφές για να ζήσουμε. Διαφορετικά θα γεμίσουμε το σώμα μας, με μικρές κατώτερες τροφές που θα παχαίνουν το σώμα μας για να κρύψουν την πείνα της ψυχής μας.
Να αισθανθούμε ότι νηστεύοντας ελευθερώνουμε την επιθυμία μας από το σύμβολο και την οδηγούμε στον Άλλον, τον συνάνθρωπο. Νηστεύοντας κατανοούμε ότι στην πραγματικότητα πεινάμε τον Θεό. Το νόημα ζωής. Την νίκη του θανάτου. Την σχέση με τον πραγματικό εαυτό και τον συνάνθρωπο μας.
Νηστεύω σημαίνει μαθαίνω να τρέφομαι ως όλος άνθρωπος, ως ψυχή και σώμα. Μαθαίνω να εξασκούμε στο να διαλέγω τις τροφές που θα χορτάσουν την πείνα και δίψα της καρδιάς μου. Μαθαίνω να βάζω μέτρο στην ζωή μου».
Θα πρέπει να μάθουμε να βάζουμε ένα μέτρο γενικά στη ζωή μας. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι, πραγματικά, μυαλωμένοι, φιλοσοφημένοι και έξυπνοι άνθρωποι, έλεγαν: «Μέτρον άριστον». Δηλαδή το μέτρο είναι άριστο, το καλύτερο πράγμα. Έτσι, και η νηστεία είναι ένα μέτρο που θα μας βοηθήσει να φθάσουμε και να ενωθούμε κατά χάριν με τον Θεό.
Ας κάνουμε και εμείς στον βαθμό που μπορούμε νηστεία, όχι μόνο από φαγητά αλλά και από τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Που θα μας μάθει να έχουμε διάκριση, εγκράτεια και μέτρο. Όχι υποκριτικά και φανερά, αλλά ουσιαστικά και κρυφά χωρίς να το διαφημίζουμε, όπως το θέλει και μας παρήγγειλε ο Κύριος. Και ο Θεός Πατέρας που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα μας το ανταποδώσει φανερά.

Θ.Χ.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΣΤΗ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Η απόλυτη βεβαιότητα που έχει ο Ορθόδοξος Χριστιανός για την ύπαρξη του Θεού, ότι ο Θεός είναι, ονομάζεται πίστη.
Πίστη, ευρύτερα, είναι η βεβαιότητα κάποιου για την αλήθεια ενός ισχυρισμού, είναι η εμπιστοσύνη σε κάποιον, στις δυνατότητές του ή στις προθέσεις του. Πίστη είναι το να μάθει κάποιος και να παραδεχθεί γεγονότα και πράγματα που ούτε είδε, ούτε τα άκουσε ο ίδιος, αλλά άλλοι τα είδαν και τα άκουσαν και τα βεβαιώνουν πως είναι αληθινά. «Πίστη» κατά τον Απόστολο Παύλο «σημαίνει σιγουριά γι΄ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιότητα γι΄ αυτά που δεν βλέπουμε». Είναι η απόλυτη βεβαιότητα και η σταθερή πεποίθηση ότι υπάρχει Θεός, ότι Θεός είναι. Πιστεύουμε στον Τριαδικό Θεό. Πιστεύουμε ότι Χριστός υπήρξε. Ότι γεννήθηκε το 0 μ.Χ. από την Παρθένο Μαρία, βαπτίστηκε, δίδαξε, έκανε θαύματα, σταυρώθηκε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε το 33 μ.Χ. Ότι μας έσωσε και ότι θα ρθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία για να μας κρίνει. Πιστεύουμε ότι θα απαλλαγούμε από την αμαρτία, θα φθάσουμε στον Θεό, ότι θα ζούμε και μετά θάνατον, θα αναστηθούμε και θα κληρονομήσουμε την Βασιλεία του Θεού, τον καινούργιο κόσμο του Θεού. Ελπίζουμε ότι οι υποσχέσεις του Θεού να μας προστατεύει από κάθε κίνδυνο και να μας σώζει από πειρασμούς και αμαρτίες, θα πραγματοποιηθούν.
Αυτή η πίστη είναι η ορθή πίστη, η ορθόδοξη πίστη, η Ορθοδοξία. Ορθοδοξία σημαίνει ορθή πίστη, σωστή πίστη, σωστή δοξολογία του Τριαδικού Θεού. Υπάρχουν και άλλοι Χριστιανοί που δεν πιστεύουν όμως ορθά. Αυτοί είναι οι Παπικοί, οι Προτεστάντες, οι Κόπτες, οι Πεντηκοστιανοί, οι Ευαγγελικοί και δυστυχώς χιλιάδες άλλοι. Η Ορθοδοξία στηρίζεται στην παράδοση, δηλαδή στην Αγία Γραφή ως βάση (= Παλαιά & Καινή Διαθήκη) και έπειτα στην αποστολική παράδοση, τα κείμενα και τις διδασκαλίες των ιερών Πατέρων και στις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες διατήρησαν εδώ και 2.000 χρόνια τώρα μέσα από πολλές δυσκολίες και απειλές, την Ορθόδοξη πίστη ανόθευτη και αναλλοίωτη από κακόδοξες διδασκαλίες, αιρέσεις, παρερμηνείες, κινδύνους και πλάνες. Κίνδυνο π.χ. εννοούμε την τουρκική σκλαβιά και αίρεση την εμμονή κάποιου σε ένα συγκεκριμένο θέμα που πάνω σ΄ αυτό δημιουργεί μία ολόκληρη διαφορετική διδασκαλία.
Τώρα, όλη αυτή η πίστη μας, όλη η Ορθόδοξη πίστη μας εκφράζεται στο «Σύμβολο της Πίστεως» ή το «Πιστεύω» το οποίο συντάχθηκε κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Νίκαια το 325 μ.Χ. και ολοκληρώθηκε στην Β΄ Οικουμενική στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ.
«Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα… Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν… Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον… Εἰς μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».

Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητὴν οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων.
Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱόν του Θεοῦ τὸν Μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων. Φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα, οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο. Τὸν δι' ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε ὑπὲρ ἡμῶν ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου καὶ παθόντα καὶ ταφέντα. Καὶ ἀναστάντα τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς Γραφάς. Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς Οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός. Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ της βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος.
Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ Κύριον, τὸ Ζωοποιόν , τὸ ἐκ του Πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διά τῶν Προφητῶν.
Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν. Ὁμολογῶ ἕν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν. Καὶ ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν. 

Θ.Χ.