Δεν είμαστε θρησκεία, δεν είμαστε Χριστιανισμός. Είμαστε Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, η «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία» η οποία είναι πίστη σαρκωμένη, είναι αποκάλυψη, είναι φανέρωση του Θεού στον άνθρωπο: «Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν».

Κυριακή 24 Δεκεμβρίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

Γράφει φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Α.Π.Θ.

Σήμερα στην ευαγγελική περικοπή ακούσαμε τα πρόσωπα εκείνα που υπήρξαν κατά σάρκα πρόγονοι του Ιησού Χριστού. Ο Ισραήλ υπηρέτησε στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας ως ο "μεσίτης" λαός για την σωτηρία του κόσμου. Υπήρξε το φυτώριο από το οποίο βλάστησε το "ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας" το "ρόδον τὸ ἀμάραντον", το "εὔοσμον θυμίαμα", η Θεοτόκος Μαρία, από τη οποία "ἀνέτειλε ο Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης". Από ένα έθνος πηγάζει η σωτηρία για όλα τα έθνη, για όλο τον κόσμο.
Ο Θεός γίνεται άνθρωπος "ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν", δηλαδή για να γίνουμε και πάλι υιοί, παιδιά του Θεού, κατά χάριν θεοί. Ο Χριστός "ἐν τῷ προσώπῳ" Του, αποκαθιστά στον άνθρωπο την δυνατότητα του προορισμού του, ο οποίος δεν είναι ηθικός, να γίνουμε καλοί άνθρωποι δηλαδή ή καλοί Χριστιανοί, αλλά κατά χάριν θεοί, δηλαδή μιμητές Χριστού, Άγιοι. Σε κάθε περίπτωση, ο κάθε άνθρωπος δεν τοποθετείται σ΄ ένα καλούπι για να επιτύχει τον προορισμό του αλλά είναι ελεύθερο, μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο και μέσα από την δική του προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία, μέσα από τον δικό του χαρακτήρα και την δική του αποστολή, τις δικές του ατέλειες αλλά και χαρίσματα, τις δικές του αδυναμίες αλλά και προτερήματα μετέχοντας στον τρόπο ύπαρξης και ζωής του Χριστού ο οποίος χορηγείται δια του Αγίου Βαπτίσματος, ζώντας μέσα σε μία κοινωνία προσώπων, όχι τέλειων αλλά αμαρτωλών και ταυτόχρονα αγαπητών εν Χριστώ αδελφών, στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, εγκεντρισμένος στο μυστήριο της Θείας Λειτουργίας και μέσα από την καλλιέργεια των αρετών, την βελτίωση του εαυτού του και τον πνευματικό του αγώνα βρίσκει τον δρόμο της σωτηρίας και του προορισμού του. Αγάπη, ταπείνωση, μετάνοια, συγχωρητικότητα, δοτικότητα, κένωση, προσφορά, θυσία δεν είναι λέξεις χωρίς περιεχόμενο ή αρετές ανεφάρμοστες αλλά σαρκώνονται και όλες βρίσκουν το νόημα και την πραγματοποίησή της στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός είναι Η Αγάπη, Η Ζωή, Η Ελευθερία, Το Φως.
ΠροεπισκόπησηΟ άνθρωπος, όμως, μπροστά σ΄ αυτήν την νέα πραγματικότητα, θεωρεί το κάλεσμα του Χριστού πρόκληση. Διότι, ποιος προτίθεται να αγαπήσει; Ποιος θέλει να μιλάει για θυσία; Ποιος επιθυμεί να αποβάλει τον εγωισμό του; Ποιος διατίθεται να δώσει και να αφήσει την καλοπέρασή του για τον άλλον; Και πανικοβάλλεται σαν τον Ιωσήφ που ήθελε "λάθρα ἀπολῦσαι" την μνηστή του Μαρία επειδή νόμιζε πως το παιδί που έφερε στα σπλάγχνα Της ήταν αποτέλεσμα απάτης. Ο Ιωσήφ όμως, μετά την εμφάνιση του Αγγέλου στο όνειρό του όπου τον προτρέπει να κρατήσει την Μαρία για μνηστή του γιατί το βρέφος που θα γεννήσει "ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου" και να του δώσει το όνομα Ιησούς που σημαίνει Σωτήρας, ξεπερνά τους δισταγμούς του και τους όποιους φόβους του και παραλαμβάνει την Μαρία. "Διεγερθεὶς ὁ  Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου" μας πληροφορεί το ιερό Ευαγγέλιο "ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου". Δεν τον ένοιαξε η κοινωνική κατάκριση. Η στάση του Ιωσήφ είναι υπακοή στο θέλημα του Θεού και αυτή η στάση γίνεται πρότυπο στην σημερινή εποχή για κάθε άνθρωπο, διότι το ΝΑΙ του Ιωσήφ είναι το ΝΑΙ ενός ανθρώπου που δεν φοβάται να εμπιστευθεί τον Θεό, που ξεπερνά τις αμφιβολίες και τις αδυναμίες του, που αψηφά τα λόγια των πολλών που συνήθως πάντα λένε και ποτέ δεν κάνουν, ποτέ δεν κοιτούν τον εαυτό τους αλλά που είναι πρώτοι σε κάθε κατάσταση και σε κάθε κατάκριση και όλη του η ύπαρξη γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος και δοχείο της θείας χάριτος.
Και δεν είναι λίγες φορές που αυτό σε γίνεται σε κάθε εποχή με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους ζωντανή πραγματικότητα και εμπειρία και αυτοί είναι οι Άγιοι. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφερθούμε σε δύο Αγίους από το σημερινό Συναξάριο. Την Αγία Ευγενία που έζησε τον 3ο μ.Χ. αιώνα και τον τουρκικής καταγωγής Άγιο Αχμέτ. Σε διαφορετική εποχή ο καθένας, η Αγία Ευγενία έζησε την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που πραγματοποιούνταν οι σκληροί διωγμοί και τα φρικτά βασανιστήρια και μαρτύρια των Χριστιανών, ο δε Άγιος Αχμέτ στην Κωνσταντινούπολη όταν κυριαρχούσε η τουρκική σκλαβιά. Και οι δύο όμως έχουν κάτι κοινό. Επισφράγισαν την ομολογία τους, την μαρτυρία Χριστού, με το αίμα του μαρτυρίου. Η Αγία Ευγενία ήταν μία κοπέλα με ξακουστή καταγωγή, πλούσια μόρφωση, ασύγκριτη εξωτερική ομορφιά αλλά και πολλά χαρίσματα. Όλοι θα λέγαμε πως τα είχε όλα: χρήματα, δόξα, ομορφιά, γνώσεις, διαμονή στην πρωτεύουσα πόλη, την Ρώμη, που προμηνύουν συνήθως ένα λαμπρό, κατά την επίγεια λογική, μέλλον. Όμως η ψυχή της βρήκε αυτό που ζητούσε όταν διάβασε τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Αυτή ήταν η αφορμή ώστε να κατηχηθεί, να βαπτισθεί και να αφιερώσει την ζωή της στον Χριστό δια της μοναχικής άσκησης και ζωής. Όταν ο άνθρωπος επιμένει στο ψέμα και την πτώση και δεν αναγνωρίζει το φως, τυφλώνεται πνευματικά και αδυνατεί να είναι ο εαυτός του. Αυτό ήταν οι ειδωλολάτρες, οι οποίοι την αποκεφάλισαν επειδή δεν θυσίαζε στα είδωλα και μαζί της μαρτύρησαν και η οικογένειά της η οποία πίστεψε και αυτή στον Χριστό και οι συνασκητές της. Στην Ευγενία, μία αγία γυναίκα αντάξια του ονόματός της, ευγενή στην ψυχή και στο σώμα, ταιριάζει απόλυτα ο αποστολικός λόγος, αυτός που την έκανε να ανακαλύψει αυτό που ζητούσε, την Αλήθεια, «τὸν καλὸν ἀγῶνα ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα».
ΠροεπισκόπησηΟ Άγιος Αχμέτ ήταν πλούσιος και λογιστής στο επάγγελμα, Μωαμεθανός στην θρησκεία, Τούρκος στην καταγωγή και ζούσε στην Κωνσταντινούπολη. Στο σπίτι του είχε δύο Ορθόδοξες Χριστιανές σκλάβες, Ρωσίδες στην καταγωγή. Την νέα η οποία ήταν ανύπανδρη, την είχε ως σύντροφο και την ηλικιωμένη ως υπηρέτρια. Ο Αχμέτ ήταν άνθρωπος καλής προαιρέσεως, γι’ αυτό επέτρεπε στην Ρωσίδα σύντροφό του να εκκλησιάζεται. Αυτή προφανώς είχε επιτίμιο και δεν κοινωνούσε, αλλά έπαιρνε αντίδωρο και έπινε αγιασμό. Αφορμή για τον προβληματισμό και την μεταστροφή εν συνεχεία του Αχμέτ ήταν μία άρρητη ευωδία που αισθανόταν να βγαίνει από το στόμα της όταν ο Αχμέτ συζητούσε μαζί της. Αυτό συνέβαινε επειδή έτρωγε αντίδωρο και έπινε αγιασμό, μία ευλογημένη συνήθεια που καλό να την έχουμε όλοι οι Χριστιανοί. Η απορία και ο προβληματισμός του, μετά από μεγάλη ψυχική πάλη και συνεχείς ερωτήσεις στην σύντροφό του για την αιτία αυτής της μυρωδιάς, τον οδήγησε τελικά στην Θεία Λειτουργία που τελούνταν σε Ορθόδοξο Ναό της Κωνσταντινούπολης. Όταν ο Πατριάρχης ευλογούσε τον λαό, είδε από τα δάκτυλα του να πηγάζουν ακτίνες, δηλαδή το άκτιστο Φως και να εκχέονται στα κεφάλια των Χριστιανών, όμως το κεφάλι του δεν το ακουμπούσαν. Έτσι, αποφάσισε να βαπτισθεί και για μεγάλο διάστημα ήταν κρυφά Χριστιανός. Η ώρα της ομολογίας μία μέρα έφτασε. Σε ερώτηση που του έκαναν οι άλλοι μεγιστάνες της Κωνσταντινούπολης «τι είναι το μεγαλύτερο πράγμα στον κόσμο», αυτός απάντησε «Μεγαλωτάτη από όλα είναι η πίστη των Χριστιανών». Τότε, με διαταγή του τοπικού άρχοντα, αφού τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν και τον αποκεφάλισαν. Η πίστη της συντρόφου του, αξίζει να τονίσουμε, αγίασε και τον Αχμέτ. Εδώ βρίσκει εφαρμογή το αποστολικό λόγιο: «καὶ γυνὴ εἴ τις ἔχει ἄνδρα ἄπιστον, καὶ αὐτὸς συνευδοκεῖ οἰκεῖν μετ᾿ αὐτῆς, μὴ ἀφιέτω αὐτόν· ἡγίασται γὰρ ἀνὴρ ὁ ἄπιστος ἐν τῇ γυναικί, καὶ ἡγίασται γυνὴ ἡ ἄπιστος ἐν τῷ ἀνδρί». Ο Άγιος Αχμέτ δέεται για όλον τον κόσμο, όπως κάθε Άγιος και κάθε Αγία, αλλά και για τους ομοεθνείς του, το τουρκικό έθνος, να απομακρυνθεί από την νοοτροπία της πονηρίας και της κατακτητικότητος ώστε να δει και αυτός το άστρο της Βηθλεέμ και να πάει ταπεινός προσκυνητής στο σπήλαιο της Γεννήσεως κατά την κοινή Τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας, που όλους μας ενώνει, προκειμένου να προσκυνήσει τον σαρκί νηπιάσαντα Κύριο, να λάμψει στις καρδιές του το Φως του Χριστού και το "επί γης ειρήνη" να ακουστεί και πάλι σ΄ ένα ακόμα μέρος του πλανήτη.
Αν και ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα τους δικαίους Ισραηλίτες οι οποίοι "κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν [...], ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς", τα ίδια υπέστησαν και οι Χριστιανοί Μάρτυρες, οι Άγιοι. Και πράγματι, "οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος" να έχει τέτοιους ανθρώπους, γιατί, αν ο Θεός ελεεί τον κόσμο, η ευλογημένη αιτία είναι αυτοί οι άνθρωποι, η ζωή και ο αγώνας τους, η μετάνοια και τα δάκρυά τους, το μαρτύριο και η θυσία τους. Και αυτά είναι που, σαν ένα άλλο φωτεινό αστέρι, μας καθοδηγούν στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, δηλαδή στην Θεία Λειτουργία και όλοι μαζί να συσσωματωθούμε με το βρέφος Ιησού κοινωνώντας Τον και γενόμενοι έτσι μία κοινωνία, μία ενότητα Θεός και άνθρωποι. Αμήν.


Θ.Χ.

Σάββατο 6 Μαΐου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ: ΘΕΛΕΙΣ ΥΓΙΗΣ ΓΕΝΕΣΘΑΙ;

Γράφει ο κ. Ραφαήλ Μισιαούληςφοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Θέλεις υγιής γενέσθαι; 
Χριστός Ανέστη!
Διανύοντας την Αναστάσιμη περίοδο και εορτάζοντας το μεγάλο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου μας, έρχεται σήμερα η Εκκλησία μας να παρουσιάσει την σωματική ανάσταση ενός συνανθρώπου μας, του παραλυτικού. 38 ολόκληρα χρόνια παράλυτος. Αιτία της παραλύσεώς του, η εκούσια αμαρτία.
Ο παράλυτος βρισκόταν πλησίον της κολυμβήθρας του Σιλωάμ, του χώρου θεραπείας του, αλλά δεν είχε ένα άνθρωπο να τον ωθήσει στο να θεραπευθεί. Τον έβλεπαν και τον αγνοούσαν. Κανείς δεν βρέθηκε όλα αυτά τα χρόνια να του δείξει συμπόνια. Άλλοι έσπευδαν να είναι πρώτοι για να θεραπευτούν. Άλλοι που συνδέονταν μαζί τους με δεσμοὺς αγάπης η φιλίας τους βοηθούσαν για να θεραπευτούν. Αλλά ούτε ένας δεν είχε ρίξει μια ματιὰ σ' αυτόν τον άνδρα που για χρόνια λαχταρούσε την θεραπεία και δεν ήταν ικανός να βρει τη δύναμη να θεραπευτεί. Η μόνη του ελπίδα ήταν ο Θεός. 
Σε αυτό το σημείο, βλέπουμε τον άνθρωπο να είναι αναίσθητος προς τον συνάνθρωπό του. Η αναισθησία αυτή, θα μας πει ο Άγιος Μακάριος ο Πάτμιος, προέρχεται από την πονηρά συνήθεια της αμαρτίας.Δεν υπήρχε η συμπόνοια ανάμεσα στους ανθρώπους, φαινόμενο που το βλέπουμε και στις μέρες μας. «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω…».
Γύρω από την κολυμβήθρα αυτή, κοίτονταν πλήθος ασθενών από διάφορες ασθένειες. Αυτό που περίμεναν ήταν η ταραχή του νερού. Ο πόνος λοιπόν της ασθενείας μαζί συγχρόνως με την εγκατάλειψη από τους ανθρώπους ήταν ο σύντροφος του ανθρώπου της προβατικής κολυμβήθρας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο τρόπος της θεραπείας υπαινίσσεται ένα απαραίτητο Μυστήριο της Αγίας μας Εκκλησίας, το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Σκόπευε να του δώσει το βάπτισμα που αποπλύνει όλες τις αμαρτίες και ανασταίνει νεκρούς, σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο . « Ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. », μας διαβεβαιώνει ο Ιησούς.
Η ερώτηση του Κυρίου προς τον παραλυτικό «θέλεις υγιής γενέσθαι» έχει διπλό νόημα. Δηλώνει ότι ο παράλυτος δεν ήταν μόνο σωματικά ασθενής, αλλά ήταν και πνευματικά. Επίσης, δηλώνει ότι ο Κύριος δεν στερεί την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά χρειάζεται την εκούσια του συγκατάθεση. Πάντοτε με την δική μας θέληση, ο Κύριος επιθυμεί να εισέλθει στη ζωή μας. Χορηγεί τη θέληση, δέχεται την πίστη και χαρίζει τη δωρεά χωρίς αμοιβή, σύμφωνα με τον Άγιο Κύριλλο Ιεροσολύμων . 
Δυστυχώς, όμως, στις μέρες μας δεν επιθυμούμε να εισέλθει ο Χριστός στη ζωή μας, αλλά προτιμούμε να ζούμε παράλυτοι. Δεν θέλουμε να θεραπευθούμε Ο Θεός μας είναι παντοδύναμος, αλλά δεσμεύεται από την ελευθερία του ανθρώπου. Γι΄ αυτό οφείλουμε να δώσουμε τη διάθεσή μας και τον εαυτό μας στο Χριστό, ο οποίος ψάχνει ευκαιρίες να μας θεραπεύσει.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο τρόπος της θεραπείας υπαινίσσεται ένα απαραίτητο Μυστήριο της Αγίας μας Εκκλησίας, το Μυστήριο του Βαπτίσματος. Σκόπευε να του δώσει το βάπτισμα που αποπλύνει όλες τις αμαρτίες και ανασταίνει νεκρούς, σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο . Μέσα στην κολυμβήθρα της Εκκλησίας όχι ένας και δύο, αλλ΄ολόκληρη η Οικουμένη και αν μπει, θα ελευθερωθεί από τις αρρώστιες της αμαρτίας, μας λέει χαρακτηριστικά ο χρυσούς την γλώτταν Χρυσορήμονας. Η αμαρτία δεν είναι φυσική ιδιότητα, αλλά παρά φύση κατάσταση, που ανάγεται στην κακή προαίρεση .
Η Εκκλησία είναι ο κοινός τρόπος καθάρσεως όλων των ανθρώπων. Με την μετάνοια, την εξομολόγηση, την συμμετοχή μας στα Μυστήρια της Εκκλησίας και μετέχοντας στη Θεία Ευχαριστία καθαριζόμαστε από τα πάθη που ριζώνουν μέσα μας. «‘Εξω από την Εκκλησία σωτηρία δεν υπάρχει» μας προειδοποιεί ο Άγιος Κυπριανός επίσκοπος Καρχηδόνος .
Η σημερινή ομολογία του παραλυτικού «άνθρωπον ουκ έχω» είναι καταπέλτης για όλους μας. Αυτή η μοναξιά που υπάρχει σε πολλά στάδια της ζωής μας μέρα με την μέρα γίνεται πιο επιτακτική. 
Η φράση «θέλεις υγιής γενέσθαι» ακούγεται στον κάθε ένα από εμάς από τον Βασιλέα των Βασιλευόντων Σωτήρα Χριστό. Ας ανταποκριθούμε με όλη μας την ψυχή και την διάνοια στην πρόσκλησή Του και ας μην εξοικειωνόμαστε με μια χρονίζουσα κατάσταση εμμένοντας στα πάθη και στις αμαρτίες μας. Ας έχουμε κι εμείς ως μόνη μας ελπίδα τον Θεό και ουδένα άνθρωπο. Ας αφήσουμε το Θεό να ενεργήσει ανεμπόδιστα, γιατί η εκούσια μας θέληση παρεμποδίζει τη χάρη Του. Εάν προσπαθήσουμε να τα πράξουμε αυτά στη ζωή μας, τότε θα ιατρευθούμε κι εμείς από την πνευματική παραλυσία που μας διακατέχει.
Χριστός Ανέστη!

Κυριακή 5 Μαρτίου 2017

ΕΥΚΑΙΡΙΑ-ΔΡΟΜΟΣ ΘΕΩΣΗΣ

Γράφει ο κ. Κωνσταντίνος Κωνσταντάκης, φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Ποιος είναι αλήθεια ο σκοπός της ζωής μας αγαπητοί μου αδερφοί; Για ποιόν λόγο ζει ο άνθρωπος εδώ πάνω στην γη; Ποιο είναι το πραγματικό νόημα; Πολλά  τα ερωτήματα. Δύσκολα. Καθημερινά όμως , γεμάτα ανησυχίες, προβλήματα, πόνο, οργή, θλίψη, θυμό, απώλεια και πάμπολλα γιατί. Γιατί; Γιατί σε μένα αυτό; Τι θα γίνει τώρα; Πώς θα τα βγάλω πέρα; Και πολλά ακόμη. 
Ας τα δούμε λίγο από την αρχή και ας προσπαθήσουμε όσο γίνεται και μπορούμε να απαντήσουμε σε μερικά από αυτά αν όχι σε όλα. Ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν και εκεί βρίσκεται και ο προορισμός του. Μέσα από το κατ’ εικόνα θα πετύχει το καθ’ομοίωσιν. Το καθ’ ομοίωσιν είναι η τελολογική προοπτική του κατ’ εικόνα. Αυτός είναι λοιπόν ο στόχος, το νόημα και ο σκοπός της ζωή μας, να δούμε τον Κύριον και Θεόν μας στην άνω Ιερουσαλήμ στην βασιλεία των Ουρανών και να ακούσουμε το «εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου». Αυτό αδερφοί μου επιτυγχάνεται μέσω της ειλικρινής μετάνοιας, της ταπείνωσης, της προσευχής, της υπακοής, της υπομονής, της πραότητας, της αγάπης, της ελεημοσύνης και πολλών ακόμη αρετών και πράξεων « Μη γνωτω η αριστερα σου τι ποιει η δεξια σου». Μέσω της πιστής τηρήσεως των Θείων εντολών, της εφαρμογής και της πράξεως του Θείου θελήματος και όλα αυτά αποκλειστικά και μόνο προς δόξαν Θεού, δίχως προσωπικό όφελος. Πώς όμως γίνεται αυτό, πώς κατορθώνεται όντας μέσα σ’ έναν κόσμο γεμάτο προβλήματα οικονομικά, ηθικά, κοινωνικά, μέσα σ’ έναν κόσμο γεμάτο κακία, ψεύδος, μίσος, οργή, πάθη, άγχος και διαρκή πίεση, σ‘έναν κόσμο υλικοκεντρικό, καταναλωτικό και εγωιστικό; 
Οι απαντήσεις πολλές, τεκμηριωμένες επιστημονικά και όχι μόνο, επιτρέψτε μου όμως να παραθέσω κάποιες σκέψεις που θα μπορούσαν ίσως να απαντήσουν ίσως και όχι ο καθένας ας κρίνει. Θα πρέπει αδερφοί μου «να καθαρίσουμε τα τζάμια στα παράθυρα της ψυχής και του νου μας»! έτσι θα μπορούμε να βλέπουμε τα πάντα και τους πάντες πιο καθαρά και καλά. Ας μην περιμένουμε να αλλάξει ο κόσμος για να γίνει καλύτερος, ας αλλάξουμε εμείς πρώτα. Αν δεν αλλάξουμε εμείς πρώτα τίποτα δεν πρόκειται ν ‘αλλάξει! Τα παιχνίδια του νου είναι πολλά! Να προσευχόμαστε καθημερινώς να έρθει ο Χριστός μέσα μας να κατοικήσει και να βάλει τον δικό Του νου μέσα στον δικό μας, να βλέπουμε τη ζωή μέσα από τα μάτια του και τον νου Του. Τι όμορφο! Τι φοβερό! Με έναν τέτοιο  νου δεν θα υπάρχει πλέον ταραχή, φοβία η ακόμη και απιστία παρά ηρεμία, γαλήνη και ελπίδα για καθετί δύσκολο και φαινομενικά ακατόρθωτο και απλησίαστο! Έτσι αδερφοί μου τώρα είναι η ώρα ας μη το αφήσουμε και ας μην καθυστερούμε! Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή ξεκίνησε, αποτελεί δίοδο Θέωσης, γέφυρα επικοινωνίας, ευκαιρία συνάντησης και αλλαγής πλεύσεως του νου και της ζωής μας! Μέσω των καθημερινών ακολουθιών, της μετάνοιας, της ταπείνωσης και του αγώνα. Είναι μεγάλη η ευκαιρία! Εύχομαι ολόψυχα καλόν αγώνα «Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε». Ο Χριστός μας καλεί να τον ακολουθήσουμε «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε…»  και μέσα από τον αγώνα, τα πάθη, τα ραπίσματα, και τις δυσκολίες να αναστηθούμε, να νικήσουμε το πρόσκαιρο, το επίγειο και το φθαρτό και να γίνουμε μέτοχοι αιωνίου ζωής. Αμήν!

Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

«ΚΥΡΙΕ ΚΑΙ ΔΕΣΠΟΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ...»

Γράφει ο κ. Ραφαήλ Μισιαούληςφοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς
Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου

Κατά την περίοδο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μία μικρή αλλά σημαντική ευχή δεσπόζει στις ακολουθίες της Αγίας μας Εκκλησίας. Μια ευχή μικρή, αλλά περιεκτική, η οποία δεν απαγγέλλεται απλά, αλλά συνοδεύεται από κινήσεις μετανοίας. «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…». Η Ευχή αυτή, σύμφωνα με την Παράδοση, αποδίδεται σε ένα από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο (28 Ιανουαρίου), τον Άγιο των δακρύων όπως τον χαρακτηρίζει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης.
Η δομή της ευχής αποτελείται από 3 μέρη. Στο πρώτο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση από την απαλλαγή 4 παθών, στο δεύτερο μέρος είναι η ικετευτική παράκληση για την απόκτηση 4 αρετών και στο τρίτο μέρος είναι η συγκεφαλαίωση του ανωτέρου περιεχομένου.
Η ευχή αρχίζει με την φράση «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου…».   Η έκφραση αυτή είναι παρμένη από το βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, της Σοφίας Σειράχ (23,1). Αρχίζει με την προσφώνηση του ονόματος του Θεού, ο οποίος αποτελεί τον οδηγό και κυβερνήτη της ζωής μας, τον υπερασπιστή της ζωής μας, όπως λέει και ο ψαλμωδός (Ψαλμ. 26,1).  Στη συνέχεια γίνεται η αναφορά στην αποφυγή 4 παθών. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, τα πάθη βλαστάνουν πάνω στο έδαφος των αισθήσεων και της μνήμης.
Πρώτο πάθος είναι το πάθος της αργίας. Αργία είναι η τεμπελιά, η αδιαφορία, η ραθυμία. Αυτό θα πει αργία. Γι΄αυτό και η ακηδία, η αδιαφορία δηλαδή περί των πνευματικών θεμάτων, θεωρείται από τους Πατέρες της Εκκλησίας μας ένα από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Ο Μέγας Βασίλειος την ακηδία την παρουσιάζει ως αιτία κάθε κακουργίας και ο Ιερός Χρυσόστομος την θεωρεί πηγή πάσης αμαρτίας.
Το επόμενο πάθος, το οποίο συνδέεται στενά με την αργία, είναι το πάθος της περιέργειας. Είναι το να θέλει κάποιος να γνωρίζει τα πάντα.  Η περιέργεια αποδεικνύει την έλλειψη επίγνωσης και μετάνοιας. Ο Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος αναφέρει πως από την αργία γεννιέται η περιέργεια, από την περιέργεια η αταξία και από την αταξία κάθε κακία. Η περιέργεια συνδέεται στενότατα με το πρώτο προαναφερθέν πάθος, την αργία.
Το άλλο πάθος που αναφέρεται στην ευχή, είναι το πάθος της φιλαρχίας, δηλαδή της φιλοπρωτίας. Το να θέλουμε να είμαστε πάντα πρώτοι, να επιθυμούμε τιμές, δόξες, μεγαλεία. Να βλέπουμε τον πλησίον μας κατώτερο από εμάς, να ψάχνουμε τρόπους πως να τον μειώσουμε στα μάτια των άλλων και να αποδειχθούμε εμείς οι καλύτεροι, οι ανώτεροι. Αυτά όλα, όμως, αποδεικνύουν τον μαρασμό που επικρατεί στην πνευματική μας ζωή και την κενότητα που υπάρχει στην ψυχή μας. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός  λέει «Εί τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος» [Μαρκ. 9,35]. Από το αναφερθέν Κυριακό λόγιο εξάγεται το συμπέρασμα ότι πρέπει να είμαστε απλοί και ταπεινοί. Όχι ατομιστές και εγωκεντρικοί. Η φιλαρχία μπορεί να συνυπάρξει με τον Χριστιανισμό μόνο σε μια περίπτωση. Όταν αυτή γίνεται διακονίας αγάπης και προσφοράς στο συνάνθρωπο, στον πλησίον.
Τελευτίο πάθος που γίνεται αναφορά, είναι η αργολογία. Αργολογία είναι το να λες ανούσια και άχρηστα πράγματα, λόγια που δεν προσφέρουν κανένα όφελος, παρά μονάχα χάσιμο χρόνου. Ο Απόστολος Παύλος λέει από το στόμα μας λόγος αργός «μη εκπορευέσθω» (Εφες. 4,29) Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας και δημιουργό της ακηδίας. Η αργολογία σκοτώνει την συνείδηση απέναντι στον εαυτό μας με την σπατάλη του θεϊκού λόγου, «Ει τις εν λόγω ου πταίει, ούτος τέλειος ανήρ δυνατός χαλιναγωγήσαι και όλον το σώμα» (Ιακώβ. 3,1). Θα ερωτηθεί κανείς ποιος είναι τέλειος. Ο Άγιος Ιάκωβος μας δίδει την απάντηση λέγοντάς μας ότι τέλειος είναι αυτός που δεν πέφτει σε κανένα σφάλμα λέγοντας διάφορα λόγια. Αυτός που έχει καθαρό στόμα, εγγίζει πλέον την κατάσταση της τελειότητος.
Συνεπώς, παρακαλούμε και ικετεύουμε τον Πανάγαθο Θεό να μην επιτρέψει την παρουσία των 4 αυτών παθών, αλλά να επιτρέψει τις αντίστοιχες αρετές των. Αντί της αργίας το φιλότιμο, αντί της περιέργειας το απερίεργον, αντί της φιλαρχίας την υποχωρητικότητα και αντί της αργολογίας την σιωπή.
Θα αναρωτιόταν κανείς γιατί από τα τόσα πάθη που έχουμε  και σύμφωνα με τον όσιο Πέτρο τον Δαμασκηνό στην φιλοκαλία, ο οποίος τα υπαριθμεί με τον αριθμό 300, ο Όσιος Εφραίμ επέλεξε μόνο αυτά τα 4; Ο λόγος είναι ότι αυτά τα 4 πάθη έχουν τόση δύναμη, ώστε εύκολα να νεκρώνουν την ψυχή χωρίς να το καταλαμβαίνουμε.
Ο Όσιος Εφραίμ εκτός από την ικεσία περί απαλλαγής των παθών, ικετεύει τον Κύριο να του χαρίσει 4 πολύτιμες αρετές. Αυτές οι αρετές είναι η σωφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η υπομονή και η αγάπη.
Η σωφροσύνη προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την πίστη, την εμπιστοσύνη στο Θεό. Σωφροσύνη σημαίνει καθαρότητα, ακεραιότητα, να είναι κανείς σώος, ισορροπημένος πνευματικά. Η πρώτη αρετή είναι η καθαρότητα του σώματος και της ψυχής. Χριστιανός σημαίνει πεντακάθαρη κατάσταση.
Η δεύτερη αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Πρώτο που μας δίδαξε αυτή την αρετή είναι ο ίδιος ο Κύριός μας. Ταπείνωση θα πει να μην έχεις καμία ιδιαίτερη υπόληψη για τον εαυτό σου, να μην έχεις την ψευδαίσθηση ότι κάτι, κάποιος είσαι. Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει ό,τι δεν γίνεται με ταπεινοφροσύνη και πνευματική γνώση, σε τίποτα δεν ωφελεί εκείνον που το πράττει.
Η επόμενη αρετή είναι η υπομονή. Διαβάζουμε στον Ευαγγελιστή Λουκά την φράση «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λουκ. 21,19). Αυτή η φράση σημαίνει να έχουμε υπομονή στη ζωή μας, στα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, στις θλίψεις και δοκιμασίες που επιτρέπει ο Κύριος. Με την υπομονή αποκτάται ο έλεγχος των ψυχών μας. 
Η τελευταία αρετή που παρακαλεί ο Όσιος είναι η αγάπη. Αγάπη προς όλους, προς τον Θεό, τον πλησίον, προς όλο τον κόσμο. Στην αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει διάκριση. Αγάπη μεριζομένη δεν είναι αγάπη. Αν υπάρχει διάκριση τότε δεν μπορούμε να κοιτάξουμε το πρόσωπο του Θεού, διότι «Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄Καθολ. Ιωάν. 4,16) εν τω Θεώ μένει. Ο Απόστολος Παύλος μεταξύ 3 αρετών, της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης, τονίζει και εξαιρεί την αγάπη «μείζων δὲ τούτων ἡ άγάπη.» (Α΄Κορ.13,13)
Στη συνέχεια ο συγγραφεύς της ευχής ικετεύει παρακλητικά τον Κύριο και Θεό να του χαρίσει φώτιση και σύνεση, ώστε να κοιτάζει μόνο τα δικά του αμαρτήματα «δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα» και όχι να κρίνει τον τα αμαρτήματα του αδελφού  του. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του πάθη και αδυναμίες και έχει χρέος να αγωνίζεται να τα εξαλείψει. Εάν ασχολούμεθα με τα αμαρτήματα των άλλων δεν μας απομένει χρόνος για να ασχοληθούμε με τα δικά μας. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει να μην κινείς την γλώσσα σου για να κατακρίνεις τον αδελφό σου, ούτε να τεντώνεις τ΄ αυτιά σου και να ακούς με ευχαρίστηση τις κατακρίσεις και καταλαλιές του άλλου (Κεφάλαια περί αγάπης). Ο Άγιος Δωρόθεος  λέει  ότι τίποτα δεν είναι πιό βαρύ, τίποτα πιό επιζήμιο, από το να κατακρίνει κανείς ή να εξουδενώνει τον πλησίον. Αυτό παρακαλούμε τον Κύριο να μας χαρίσει την αρετή και την αυτογνωσία ώστε να μην κρίνουμε τον αδελφό μας, αλλά να αποβλέπουμε τα δικά μας σφάλματα.
Συνοψίζοντας, εάν κατανοήσουμε τα λόγια της ευχής αυτής και προσπαθήσουμε να τα κάνουμε εφαρμογή στην καθημερινότητά μας, όχι μόνο την Μεγάλη Τεσσαρακοστή αλλά όλο τον χρόνο, τότε δικαίως και ειλικρινώς θα μπορούμε όλοι μαζί «εν ενί στόματι και μία καρδία» να εκφωνήσουμε  το «Ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων». Αμήν.

Η ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΤΟΥΡΓΙΑ

Γράφει ο κ. Ραφαήλ Μισιαούληςφοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Μια διαφορετική Λειτουργία τελείται τις ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αυτή η Λειτουργία είναι η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Τελείται μόνο τις καθημερινές ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Παλαιότερα ετελείτο και την Μεγάλη Παρασκευή, την Τετάρτη και Παρασκευή της Τυρινής, τις οποίες δεν επιτρέπεται να τελεσθεί Θεία Λειτουργία, εκτός εάν υπάρχει εορταζόμενος Άγιος, όπως έτυχε  εφέτος την 24η Φεβρουαρίου με την εορτή της Α και Β ευρέσεως της τιμίας Κάρας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Αυτή όμως η τάξη δεν επικράτησε στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας.
Η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία συνδυάζεται με την ακολουθία του Εσπερινού και περιλαμβάνει την μεταφορά του Αγίου Άρτου, του Σώματος του Κυρίου, την τοποθέτηση του στο Δισκάριο, την ένωσή του στο Άγιο Ποτήριο και την μετάληψη των φρικτών του Χριστού Μυστηρίων. Δεν είναι λειτουργία με την κύρια έννοια του όρου, δηλαδή προσφορά θυσίας, επειδή δεν περιέχει Αναφορά και συνεπώς δεν πρόκειται για την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Είναι εσπερινή σύναξη με κύριο σκοπό την μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Κυρίου.
Συγγραφείς αυτής της Λειτουργίας θεωρούνται αρκετοί, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου, αλλά συνηθέστερα ο Πάπας Ρώμης Γρηγόριος ο Διάλογος, χωρίς να μπορούμε να το υιοθετήσουμε αυτό με ασφάλεια.
Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί τελείται αυτή η Λειτουργία και όχι οι συνηθισμένες, ήτοι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και Μεγάλου Βασιλείου; Οι λόγοι είναι δύο κυρίως. Ο πρώτος λόγος είναι ότι ο χαρακτήρας της Λειτουργίας είναι Αναστάσιμος, χαρούμενος, άρα δεν μπορεί να συμβιβασθεί με τον πένθιμο χαρακτήρα των ημερών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ο δεύτερος λόγος είναι για να μην απομείνουν οι πιστοί για μία εβδομάδα χωρίς την μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Χριστού.
Αρχικά,  η Θεία Λειτουργία ετελείτο μόνο το Σάββατο και την Κυριακή. Το Σαββάτο ετελείτο η Λειτουργία του Ιερού Χρυσοστόμου και την Κυριακή του Μεγάλου Βασιλείου, η οποία έμεινε ως η επίσημη λειτουργία της Εκκλησίας. Οι πιστοί, όμως, είχαν την επιθυμία να μεταλάβουν και μέσα στην εβδομάδα. Έτσι, η Εκκλησία με την σοφία που την διέπει και την καθοδήγησή της από το Άγιο Πνεύμα, θέσπισε τις δύο ημέρες (Τετάρτη και Παρασκευή) την Προηγιασμένη Λειτουργία.
Όταν θα τελεσθεί η Προηγιασμένη Λειτουργία, από την προηγούμενη Κυριακή ή Σάββατο ο ιερεύς, εκτός από τον Αμνό της Λειτουργίας που θα τελέσει εκείνη την ημέρα, εξάγει αριθμό Αμνών ανάλογα με πόσες Προηγιασμένες θα τελέσει εντός της Εβδομάδος και τους τοποθετεί στο Άγιο Δισκάριο. Κατά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων ευλογεί και υψώνει όλους τους Αμνούς, ώστε να καθαγιασθούν σε Σώμα Χριστού. Μελίζει,(τεμαχίζει) όμως, μόνο τον Αμνό τον πρώτο, για την Λειτουργία εκείνης της ημέρας, ενώ τους υπόλοιπους Αμνούς τους εμβάπτει στο Άγιο Ποτήριο και τους τοποθετεί μετά πολλής προσοχής στο Άγιο Αρτοφόριο, το οποίο ευρίσκεται πάνω στην Αγία Τράπεζα, ώστε να τους χρησιμοποιήσει για τις Προηγιασμένες Λειτουργίες της εβδομάδος. Να σημειωθεί ότι κανονικά δεν επιτρέπεται η μεταφορά του Αμνού από ένα ναό σε άλλο, παρά μόνο στο ναό που καθαγιάσθηκαν τα Τίμια Δώρα.
Συγκεφαλαιώνοντας, μέσα στον ουράνιο και ανεξάντλητο πλούτο της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, συμπεριλαμβάνεται και η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Ας εκκλησιασθούμε πιο εντατικά αυτή την περίοδο, ώστε να γνωρίσουμε και να βιώσουμε πέρα από τις άλλες ακολουθίες (Όρθρο, Ώρες, Εσπερινό, Απόδειπνο, Χαιρετισμούς στη Θεοτόκο) και την λειτουργία αυτή αφού μόνο για επτά εβδομάδες του έτους τελείται, δηλαδή κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή.  Να ζήσουμε και να μάθουμε τα πολύτιμα μαργαριτάρια που διαθέτει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η Εκκλησία των Ορθοδόξων.

«ΑΥΤΗ Η ΠΙΣΤΙΣ»: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Γράφει ο κ. Ραφαήλ Μισιαούληςφοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

«Αύτη η πίστις των Αποστόλων, Αύτη η πίστις των Πατέρων, Αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, Αύτη η πίστις την Οικουμένην εστήριξε».

Την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής η Αγία μας Εκκλησία πανηγυρίζει το θρίαμβο της Ορθοδοξίας, της ορθής πίστεως, η οποία καταπάτησε όλες της αιρέσεις και στερεώθηκε για πάντα. Γι' αυτό η Κυριακή αυτή καλείται Κυριακή της Ορθοδοξίας. 
Η λέξη Ορθοδοξία δεν αναφέρεται ούτε σε κάποιο σύστημα, ούτε σε λαϊκή παράδοση και τέχνη. Ορθοδοξία είναι η ορθή δόξα, η ορθή πίστη για τον Θεό, είναι η Εκκλησία, η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Είναι το σώμα του Κυρίου μας. O oρισμός της Εκκλησίας μας δίδεται από τον ίδιο τον Δομήτορά Της Κύριο, με το  αψευδέστατο στόμα Του, τον ουρανοβάμονα θείο Παύλο, ο οποίος  στην προς Εφεσίους επιστολή του μας αποκαλύπτει ότι «…αὐτὸν (τόν Χριστόν) ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» . Να τονισθεί ότι εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει Ορθοδοξία.
Γι΄ αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν πως πίστη, παράδοση, λατρεία και θεραπεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Έχουν τέτοια ενότητα, ώστε είναι αδύνατο να ζήσει κανείς ορθόδοξα, αν αποδεσμευθεί από μία από αυτές τις πραγματικότητες. Μόνο μέσα σε αυτά τα πλαίσια μπορούμε να κάνουμε συζήτηση περί Ορθοδοξίας .
Γιατί, όμως, λέγεται Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ο λόγος είναι διότι πανηγυρικώς εορτάζουμε την αναστήλωση των αγίων και ιερών εικόνων και τον θρίαμβο της Ορθοδόξου Πίστεως  κατά της φοβερής αιρέσεως των Εικονομάχων. Η Κυριακή της Ορθοδοξίας είναι η εορτή των νικών της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο παρελθόν. Αυτές οι νίκες του παρελθόντος είναι το ηθικό κεφάλαιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο Σταυρός της και η τροφή της, σύμφωνα με τον Άγιο Νικόλαο επίσκοπο Αχρίδος .
Αξίζει να αναφέρω μερικά ιστορικά στοιχεία περί της αιρέσεως αυτής. Ο όρος  Εικονομαχία αναφέρεται στην διαμάχη που ξέσπασε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατά τον 8ο αιώνα με την λατρεία των χριστιανικών εικόνων. Η Εικονομαχία διηρέθηκε σε 2 φάσεις και διήρκησε από το 726 – 842 μ.Χ. Η αίρεση αυτή διήρεσε τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας σε Εικονομάχους (αλλιώς Εικονοκλάστες) και Εικονολάτρες (αλλιώς Εικονόφιλους). Το 726 ο Αυτοκράτορας Λέοντας Γ΄ εξέδωσε διάταγμα, με το οποίο αποδοκιμαζόταν η προσκύνηση των εικόνων ως ψευδολατρεία. Αυτό το διάταγμα ίσχυε και στους επόμενους Αυτοκράτορες. Ο διάδοχος του Λέοντα και υιός του Κωνσταντίνος ο Ε΄ εξαπέλυσε διωγμό κατά των εικόνων και των μοναχών. Το 754 συγκάλεσε την σύνοδο της Ιέρειας, κατά την οποία καταδικάσθηκαν οι θρησκευτικές απεικονίσεις. Τα προβλήματα και οι δυσκολίες ηυξήθησαν στο έπακρο. Μοναχοί και μοναχές υποχρεώθηκαν να παντρευθούν, αρκετές Μονές κρατικοποιήθηκαν. Ο Άγιος  Θεόδωρος ο Στουδίτης έγραφε χαρακτηριστικά πως «σχεδόν όλοι ο μοναχοί και οι ηγούμενοι μέσα στο Βυζάντιο» έπαψαν να είναι φορείς των εικονολατρικών πεποιθήσεων .
Το 787 μ.Χ. κατόπιν αιτήσεως του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ταρασίου (τιμάται 25 Φεβρουαρίου), ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Στ΄ και η μητέρα του Αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία συγκάλεσαν την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας. Η Σύνοδος αποφάσισε την αναστήλωση των ιερών εικόνων καταδικάζοντας την αίρεση της Εικονομαχίας και την ιδέα της σχηματοποίησης της αόρατης και άϋλης Τριάδος. 
Η Εικονομαχία έλαβε τέλος όταν ο αυτοκράτορας Θεόφιλος απεβίωσε το 842 και τον διαδέχθηκε ο ανήλικος υιός του Μιχαήλ Γ΄. Λόγω της ηλικίας του, την εξουσία ανέλαβε η μητέρα του βασίλισσα Θεοδώρα (τιμάται 11 Φεβρουαρίου). Έτσι, η Θεοδώρα όρισε τρεις συνεπιτρόπους της αρχής και έπραξαν τα δέοντα, ώστε να παύσουν με την χάρη του Θεού την ισχύ της αιρέσεως αυτής.  Η πρώτη των ενέργεια ήταν η απομάκρυνση και καθαίρεση του Εικονομάχου Πατριάρχη Ιωάννη Γραμματικού, ο οποίος  ήταν αυτός που εκπροσωπούσε τους εικονομάχους στις δογματικές αντιπαραθέσεις του με τους εικονόφιλους . Οι χρονογράφοι αναφέρουν ότι ο Ιωάννης τιμωρήθηκε από την Θεοδώρα με διακόσιες μαστιγώσεις επειδή έξυσε τα μάτια του Χριστού, της Παναγίας και των Ταξιαρχών από μια εικόνα της Μονής Κλειδίου στον Βόσπορο, όπου εκεί είχε κλειστεί ο Ιωάννης. Στη συνέχεια η εκλογή του Μεθοδίου (τιμάται 14 Ιουνίου) στην θέση του. Έπειτα, αναστηλώθησαν παντού οι εικόνες  και ανασυστάθησαν όλα τα καταργηθέντα μοναστήρια και τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά κτήματα που είχαν κρατικοποιηθεί απεδώθησαν και πάλι στις εκκλησίες και στις μονές. 
Έτσι, την 19η Φεβρουαρίου του 842, πρώτη Κυριακή των νηστειών, τελέσθηκε εορτή της ορθοδοξίας. Έκτοτε η πρώτη Κυριακή των νηστειών εορτάζεται ως «Κυριακή της Ορθοδοξίας».
Οι Πατέρες ερεύνησαν και διαπίστωσαν την θέση της Παράδοσης πάνω στο θέμα των εικόνων. 
Ο Μέγας Βασίλειος χαρακτηρίζει την παράδοση της Εκκλησίας για τις ιερές εικόνες «αποστολική». Δηλαδή, οι εικόνες υπήρχαν από την εποχή των Αποστόλων.
Οι εικόνες δεν έχουν καμιά σχέση με τα είδωλα, και ο σεβασμός προς αυτές δεν έχει λατρευτικό χαρακτήρα. Ποια η διαφορά της εικόνος από το είδωλο;  H εικόνα απεικονίζει αυτό που πραγματικά υπάρχει, το είδωλο δεν έχει αυτή την δυνατότητα. Ο Θεός απαγόρευσε στους Εβραίους να κατασκευάζουν είδωλα και έδωσε την εντολή στον Μωϋσή να διακοσμήσει την Σκηνή του Μαρτυρίου και να κατασκευάσει δύο ομοιώματα χερουβείμ πάνω από την Κιβωτό της Διαθήκης.  Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέει ότι η εικόνα είναι ομοίωση με το υπαρκτό, ενώ το είδωλο είναι ομοίωση με το ανύπαρκτο. Τα είδωλα είναι δημιούργημα της φαντασίας. Η εικόνα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως είδωλο, γιατί δεν ταυτίζεται με το εικονιζόμενο πρόσωπο, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Η εικόνα κατά την Ορθόδοξη θεολογία επομένως δεν είναι είδωλο, ούτε αντικείμενο λατρείας. Ο κίνδυνος της ειδωλολατρίας με τη χρήση των εικόνων είναι ανύπαρκτος για τους χριστιανούς. Ο Χριστός έσωσε με την ενανθρώπησή του τους ανθρώπους από την πλάνη των ειδώλων, διδάσκοντάς τους την λατρεία και προσκύνηση του αληθινού Θεού. Το ίδιο κάνει και η Εκκλησία σ’ όλες τις εποχές
Η τιμή και η προσκύνηση των εικόνων αποδίδεται με ένα ορισμένο τρόπο στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Τις εικόνες τις προσκυνούμε δεν τις λατρεύουμε. Η προσκύνηση είναι σημείο υποταγής, ταπεινώσεως. Δεν αποδίδεται λατρεία στην ύλη αλλά στο πρόσωπο που παριστάνεται. Προσκυνούμε τιμητικά τις ιερές εικόνες, που χαράχθηκαν, κατά την έκφραση του ιερού υμνογράφου, στους τοίχους και πίνακες και στα Ιερά Σκεύη «αποβαλλόμενοι» συγχρόνως «την δυσσεβή των κακοδόξων θρησκείαν» .  Ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει «η γαρ της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει», δηλαδή η τιμή της εικόνος αναφέρεται στο πρωτότυπο. Την μεγάλη αξία των εικόνων υπογραμμίζει και η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος στον 82ο Κανόνα της.  Ο 82ος κανών της Συνόδου θεωρεί αυτονόητη την ήδη καθιερωμένη στη θεία λατρεία εικονογραφική παράδοση, τα θεολογικά κριτήρια της οποίας προβάλλει για να  απαγορεύσει  τη διατήρηση στην Εκκλησία της Δύσεως της εθιμικής συμβολικής εξεικονίσεως του Χριστού  ως αμνού .
Μία εικόνα μεταγγίζει στον άνθρωπο την άκτιστη θεία χάρη που τόσο έχουμε ανάγκη και που μας ανάγει στο «πρώτο κάλλος», δηλαδή, μας αποκαλύπτει την δόξα του Θεού. Γι’ αυτό και γράφεται στο Συνοδικό της Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου ότι αγιάζονται δια των θείων εικόνων «τα όμματα των ορώντων και ανάγεται δε δι’ αυτών ο νους προς θεογνωσίαν» .
Είναι μεγάλη μας τιμή, είναι  καύχημά μας να ομολογούμε την πίστη μας και να ονομαζόμαστε Χριστιανοί, να φέρουμε το όνομα του Χριστού. Πρέπει να μας κάνει υπερήφανους αυτό και όχι να μας ντροπιάζει. Όμως, είναι μεγάλη ευθύνη για να βιώσουμε την Ορθοδοξία. Μεγάλη ευθύνη για να γίνει η Ορθοδοξία ορθοπραξία γιατί Ορθοδοξία χωρίς ορθοπραξία είναι μεγαλύτερο από την αίρεση. «Ο Χριστιανός είναι πίστη όποιος λοιπόν προσέρχεται με πίστη, θα κερδίσει πολλά, ενώ όποιος αμφιβάλλει, μοιάζει με κυματισμό θαλάσσης, που τον παίρνει ο άνεμος».

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Γράφει ο Θεόδωρος Χατζηευστρατίου, φοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Προεπισκόπηση    «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς» (Γεν. 1,28). Ο Θεός δίνει στον πρωτόπλαστο άνθρωπο την εντολή να προστατεύει την φυσική δημιουργία κάνοντάς τον έτσι «διαχειριστή» και «οικονόμο» της κτίσεως, και όχι ιδιοκτήτη της. Δημιούργησε τον κόσμο, σύμφωνα με την διήγηση της Αγίας Γραφής, «καλόν λίαν», και όχι «τέλειον», γιατί ο άνθρωπος καλείται να φροντίζει τον κόσμο και την φύση. Το περιβάλλον και η φύση είναι δημιουργία του Θεού, προσφέρει στον άνθρωπο κάποια θεογνωσία και φανερώνει το μεγαλείο και την λαμπρότητα του Δημιουργού. Ο ίδιος ο άνθρωπος έχει καταγωγή από την φυσική δημιουργία, διότι ο Θεός τον έπλασε με χώμα. Ο άνθρωπος καλείται να διαφυλάσσει, να φροντίζει, να χαίρεται και να προστατεύει την φυσική δημιουργία. Οι σχέσεις με το περιβάλλον ήταν αρμονικές όπως και οι σχέσεις με τα ζώα ήταν σχέσεις συνεργασίας!
    «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καί πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ» όπως αναφέρει και ένας στίχος του 23ου Ψαλμού. Όμως η πτώση διέστρεψε τον ανθρώπινο τρόπο σκέψης και ζωής και διεκόπη αυτή η αρμονική σχέση με την υπόλοιπη δημιουργία. Το αποτελέσματα είναι τραγικά καθώς βασανίζουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος σκέφτεται με εγωισμό και πονηριά, με απληστία και ανωριμότητα, με αχαριστία στον Θεό και απερισκεψία για τον εαυτό του & τις επόμενες γενιές. Σκέφτεται τα συμφέροντά του. Το αποκορύφωμα καταστροφής και αλαζονείας του ανθρώπου πραγματοποιείται στην εποχή μας όπου το ένα πρόβλημα γεννά το άλλο. Ατμοσφαιρική ρύπανση λόγω των καυσαερίων, μόλυνση των υδάτων λόγω αποβλήτων των εργοστασίων, συσσώρευση σκουπιδιών, πυρπόληση δασών, «τρύπα του όζοντος», «φαινόμενο του θερμοκηπίου», λιώσιμο πάγων, καύσωνες, υπερθέρμανση του πλανήτη. Αποτέλεσμα: θάνατος!!! Όπως αναφέρει και ένας εσπερινός ύμνος της Εκκλησίας μας: «Γέγονα… μολυσμὸς ἀέρος, καὶ γῆς καὶ ὑδάτων».
    Ο Χριστός, με την ενανθρώπησή Του, τον άνθρωπο «εἰς τὸ καθ᾿ ὁμοίωσιν ἐπανήγαγε, τὸ ἀρχαῖον κάλλος ἀναμορφώσασθαι». Ο άνθρωπος πλέον ζει την «καινὴν κτίσιν», μέσα στο Σώμα του Χριστού, σε μία κοινωνία «προς τελείωσιν», την Εκκλησία, της οποίας υπέρτατο μυστήριο είναι η Θεία Λειτουργία που είναι το κέντρο της ζωής, ο άξονας της Θείας Λατρείας, η πηγή της χάριτος και του αγιασμού για τον άνθρωπο. Η Εκκλησία δεν αδιαφορεί για τον κόσμο και τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου. Αντίθετα, γνωρίζει και αποδέχεται πως ο κόσμος είναι δημιουργία του Θεού και μάλιστα «καλός λίαν». Δεν παραβλέπουμε όμως τα προβλήματα που υπάρχουν στην φύση εξαιτίας της πτώσης και διαχρονικά των απερισκεψιών του ανθρώπου. Η Θεία Λειτουργία είναι η θετική πράξη αναγνώρισης της θείας δημιουργίας, αποδοχής αυτής της τραγικής κατάστασης της φύσεως αλλά και μεταμόρφωσής της σ΄ αυτό που πρέπει να είναι, που η αμαρτία το παραμορφώνει. Γι΄ αυτό και γίνεται «αναφορά», προσφορά στον Θεό Πατέρα. Κύριο παράδειγμα είναι οι υλικές προσφορές μας στην ευχαριστιακή σύναξη (π.χ. άρτος, οίνος, έλαιον) για την τέλεση της αναιμάκτου θυσίας. Τα «ὑπομνήματα τοῦ σωτηρίου πάθους» προέρχονται από το σιτάρι και τα σταφύλια, τα οποία μας έδωσε ο Θεός ως πρώτη ύλη τροφής, εμείς τα παρασκευάζουμε σε ψωμί και κρασί και τα «ἀναφέρουμε» στον Θεό Πατέρα, ώστε με την μεταβολή τους από το Άγιο Πνεύμα σε Σώμα και Αίμα Χριστού, να ενωθούμε με τον Θεό, να γίνουμε «θεοφόροι», «χριστοφόροι», «σύσσωμοι» και «σύναιμοι Χριστοῦ». Γι΄ αυτό και ο ιερουργών λειτουργός λέει σε κάθε Θεία Λειτουργία: «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα».
Προεπισκόπηση    Επίσης, η Εκκλησία δέεται «Ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς, καὶ καιρῶν εἰρηνικῶν» και στην Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου εκτενέστερα «εὐκράτους καὶ ἐπωφελεῖς τοὺς ἀέρας ἡμῖν χάρισαι, ὄμβρους εἰρηνικοὺς τῇ γῇ πρὸς καρποφορίαν δώρησαι, εὐλόγησον τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου». Στην ευχή της 1ης Σεπτεμβρίου που είναι η αρχή του εκκλησδιαστικού έτους, προσεύχεται ως εξής σε ένα σημείο: «…τὴν ἀτμόσφαιραν ἡμῶν καὶ τὴν γῆν ἅπασαν, ἐκ λυμεώνων χαλεπῶν, διατήρει ἀσινῆ…». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στην Θεία Λειτουργία που έγραψε δέεται για την φυσική δημιουργία με τα εξής όμερφα και ιερά λόγια: «Μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀέρος καὶ τῶν καρπῶν τῆς γῆς, τῆς συμμέτρου ἀναβάσεως τῶν ποταμείων ὑδάτων, τῶν ὑετῶν καὶ τῶν σπορίμων τῆς γῆς [...] Εὔφρανον πάλιν καὶ ἀνακαίνισον τὸ πρόσωπον τῆς γῆς. Τοὺς αὔλακας αὐτῆς μέθυσον, πλήθυνον τὰ γεννήματα αὐτῆς, παράστησον ἡμῖν αὐτὰ εἰς σπέρμα, καὶ εἰς θερισμὸν, καὶ νῦν εὐλογῶν εὐλόγησον. Τὴν ζωὴν ἡμῶν οἰκονόμησον». Ό,τι ζει πάνω στην γη περιμένει την ευδοκία του Θεού. Κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου τοποθετείται μέσα στην χάρη του Θεού. 
    Στην ζωή των μελών της Εκκλησίας το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας είναι αυτό το οποίο χαριτώνει και αγιάζει τον άνθρωπο. Σημειωτέον, πως η Θεία Ευχαριστία δεν περιορίζεται για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μέσα στον Ναό αλλά επεκτείνεται σ΄ όλες τις δραστηριότητες και την ζωή των πιστών που καλούνται οι ίδιοι να μεταμορφωθούν και να μεταμορφώσουν αυτές τις δραστηριότητες «πρὸς δόξαν Θεοῦ» και για την ωφέλεια των συνανθρώπων τους. Σε αρχαίες θείες Λειτουργίες, κυρίως στον χώρο της Ανατολής, υπάρχει έντονο το στοιχείο του υλικού κόσμου και του αγιασμού του μέσα από καθαγιαστικές ευχές, κυρίως «εὐχές τῆς Ἀναφορᾶς». Αλλά και σε άλλα ιερά μυστήρια και ακολουθίες χρησιμοποιούνται ύλες και στοιχεία της φύσης. Στο Μυστήριο του Γάμου χρησιμοποιείται και ευλογείται το κρασί, στο Βάπτισμα και την ακολουθία του Αγιασμού το νερό, στο Ευχέλαιο το λάδι. Επίσης, υπάρχουν ευχές για την ευλογία αντικειμένων και δραστηριοτήτων του ανθρώπου, π.χ. ευλογία για το φύτεμα ενός αμπελώνα, για την έναρξη κοινωφελών έργων, για την θεμελίωση ενός σπιτιού, για την δημιουργία μίας ποίμνης κλπ. Άλλο παράδειγμα είναι ο αγιασμός των υδάτων. Η Δεσποτική εορτή των Θεοφανείων εκτός από φανέρωση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι και ημέρα αγιασμού των υδάτων, της φύσεως. Αυτό φανερώνει πόσο η Εκκλησία σέβεται την φύση, πόσο απαραίτητη και αλληλένδετη την θεωρεί με τον άνθρωπο και πόσο θέλει να την επαναφέρει στο «ἀρχαῖον κάλλος». Έτσι, ο πιστός νιώθει παντού την χάρη του Θεού.
Προεπισκόπηση    Για να κατανοήσουμε την ευαισθησία της Εκκλησίας πολύ καλύτερα πρέπει να ενσκήψουμε και να ενστερνιστούμε το δοκιμασμένο πρότυπο του ολιγαρκούς ανθρώπου με την ασκητική του ζωή και την ίδια του την στάση, ως μέλους της Εκκλησίας, απέναντι στην φύση. Η απλότητα, την οποία προβάλλει το χριστιανικό πρότυπο της ασκητικής ζωής, είναι ένα γεγονός που συμβάλλει αποτελεσματικά στην προστασία και διαφύλαξη του περιβάλλοντος, δυναμικό αντίβαρο στην υπερκατανάλωση και την υπερβολή που ταλανίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Η Εκκλησία υπενθυμίζει στον άνθρωπο πως είναι «φύσει ὀλιγαρκής» (Μ. Βασίλειος, Εἰς τὸ πρόσεχε σεαυτῶ). Οι άνθρωποι που έκαναν πραγματικότητα αυτήν την ασκητική ζωή είναι οι Άγιοι. Οι Άγιοι, οι οποίοι διακρίνονται για το «ασκητικό» τους ήθος, δεν προβάλλονται απλά για μία τυπική τιμή αλλά κυρίως για πρότυπα στον άνθρωπο. Πολλά μπορούμε να διδαχθούμε από τον βίο τους, τις αρετές και την συμπεριφορά τους. Υπάρχουν περιπτώσεις Αγίων και ευσεβών ανθρώπων που στεναχωριούνταν ακόμα για τον θάνατο ενός ζώου (π.χ. πουλιού) ή που ζούσαν μία ειρηνική και φιλική κατάσταση με άγρια ζώα ή και συνομιλούσαν μαζί τους. Είναι αυτοί που διδάσκουν, τόσο με τον λόγο τους αλλά προ πάντων με την ίδια τους την ζωή, πως τα υλικά αγαθά είναι και αυτά δώρα του Θεού τα οποία ο άνθρωπος καλείται να τα αξιοποιήσει και να τα απολαύσει, όχι όμως να κάνει κατάχρησή τους γιατί αυτό θα τον οδηγήσει στα πάθη.
    Ο άνθρωπος είναι μία ενιαία ψυχοσωματική οντότητα με εσχατολογική προοπτική ζωής και καλείται να αντιμετωπίζει τον συνάνθρωπό του ως «κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ». Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στην σχέση του με την φύση την οποία την αντιμετωπίζει ως δημιουργία και δώρο του Θεού, ως μεγαλείο και «κάλλος» της δημιουργίας, την οποία θέλει να την προστατεύει και να την φροντίζει επιμελώς και διαρκώς στην πορεία του προς το «καθ΄ ομοίωσιν». Έτσι, ενισχύεται με ελπίδα, αποκτά θετική στάση, κατανόηση της ιερότητας της φυσικής δημιουργίας, διάθεση αλλαγής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του περιβάλλοντος και διαρκή επαγρύπνηση για την προστασία και φροντίδα της φύσεως. Η Εκκλησία συμβάλλει τα μέγιστα στην επίλυση του ακανθώδους προβλήματος που ταλαιπωρεί τον πλανήτη μας. Δεν μιλά για παροδικές και επιδερμικές λύσεις αλλά τονίζει το κέντρο του προβλήματος που είναι ο άνθρωπος και η νοοτροπία του. Εκεί πρέπει να επικεντρωθούμε ώστε η προσευχή του Λειτουργού να γίνει θεία δώρο και πραγματικότητα: «Εὔφρανον πάλιν καὶ ἀνακαίνισον τὸ πρόσωπον τῆς γῆς». Αμήν.

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΡΟΚΛΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ

Εἰς τὰ Ἅγια Θεοφάνεια 
  Ἁγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων/λεως

Φάνηκε ὁ Χριστός στόν κόσμο καί τόν ἄχαρο κόσμο στόλισε μ᾿ ἀπέραντη εὐφροσύνη. Σήκωσε πάνω Του τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, καί καταπάτησε γιά πάντα τόν ἐχθρό τοῦ κόσμου. Ἅγιασε τίς πηγές τῶν ὑδάτων καί φώτισε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Θαύματα μίχθηκαν μέ μεγαλύτερα θαύματα. Σήμερα, ἀπό τή χαρά πού ἔφερε ὁ Σωτήρας μας Χριστός, χωρίστηκαν ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα καί ἀπ᾿ ἄκρη ὡς ἄκρη γέμισε ὁ κόσμος εὐφροσύνη. Ἡ σημερινή γιορτή ἀποκαλύπτει μεγαλύτερα θαύματα ἀπό ἐκείνη τῆς Χριστουγεννιάτικης νυχτιᾶς. Γιατί κείνη τήν νύχτα πού μᾶς πέρασε χαιρότανε μονάχα ἡ γῆ, καθώς βάσταζε πάνω της στήν ἀγκαλιά τῆς φάτνης τόν Παντοκράτορα Θεό. Σήμερα ὅμως, πού γιορτάζουμε τά Θεοφάνεια, εὐφραίνεται μαζί της καί ἡ θάλασσα. Καί εὐφραίνεται γιατί διά μέσου τοῦ Ἰορδάνη λαβαίνει μέρος καί αὐτή στήν εὐλογία τοῦ ἁγιασμοῦ.
Στήν γιορτή τῆς θείας Γέννησης ὁ Θεός φάνηκε βρέφος μικρό, νιογέννητο, δείχνοντας ἔτσι τή δική μας νηπιότητα. Σήμερα ὅμως τόν βλέπουμε τέλειο ἄνθρωπο, τέλειο Υἱό, ἀπό τέλειο Πατέρα γεννημένον. Ἐκεῖ φανέρωσε τό θεῖο βρέφος τό ἀστέρι πού ἀνέτειλε ἀπό τήν ἀνατολή, καί ἐδῶ ὁμολογεῖ γι᾿ Αὐτόν ἀπό τόν οὐρανό ὁ Θεός Πατέρας, ἀπό τόν Ὁποῖον γεννήθηκε πρό τῶν αἰώνων. Ἐκεῖ Τοῦ πρόσφεραν -ὡσάν σέ βασιλιά- δῶρα οἱ Μάγοι, πού πεζοπόρησαν ἀπό τήν ἀνατολή. Ἐδῶ ἄγγελοι ἀπό τόν οὐρανό φερμένοι Τοῦ πρόσφεραν τή διακονία πού πρέπει μόνο σέ Θεό. Ἐκεῖ τυλίχτηκε μέσα στά σπάργανα καί ἐδῶ λύνει μέ τό βάπτισμα τίς σειρές τῶν παραπτωμάτων καί τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας μας. Ἐκεῖ ὁ βασιλιάς τῶν οὐρανῶν ντύθηκε σάν βασιλική ἀλουργίδα τόν κόσμο, ἐδῶ ἡ πηγή τῆς ζωῆς ντύνεται ὁλόγυρα τά ποταμίσια κύματα. Ἐλᾶτε λοιπόν νά ἰδεῖτε παράδοξα θαύματα.
 Ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης λούζεται στοῦ Ἰορδάνη τά νερά. Ἡ φωτιά βουτάει καί σμίγει μέ τά νερά. Καί ὁ Θεός ἀπ̉ ἄνθρωπο ἁγιάζεται. Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση βροντοφωνάζει καί ἀνυμνεῖ:
«Εὐλογημένος νά ̉σαι Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου!!» Σύ πού ἔρχεσαι διά τῆς Προνοίας Σου μέσα ἀπ᾿ ὅλα τά κτίσματά Σου. Σύ πού συντηρεῖς τό ὕψος τοῦ στερεώματος καί ἔντεχνα ὁδηγεῖς σάν ἥμερο ἄλογο μέ χαλινάρι τήν τροχιά τοῦ Ἥλιου. Σύ πού βάζεις σέ τάξη χωρίς διόλου ν᾿ ἀνακατεύονται τά πλήθη τῶν ἀστέρων καί μᾶς κερνᾶς πλούσια ἀγέρα γιά νά ἀναπνέουμε ἀσταμάτητα ζωή. Σύ πού ζεσταίνεις καί ζωογονεῖς τή μάννα γῆ ὥστε νά μᾶς χαρίζει τούς καρπούς της ὁλοχρονίς. Σύ πού δαμάζεις καί σταματᾶς τή πολυκύμαντη θάλασσα ζώνοντάς την ὁλοτρόγυρα μ᾿ ἕνα μικρούτσικο χαλινάρι ἀπό ἀμμοχάλικο. Σύ πού σπρώχνεις τά νερά ἀπό τῆς γῆς τά σπλάχνα καί φτιάχνεις τίς πηγές. Σύ πού καθοδηγεῖς τίς ποταμίσιες ὄχθες νά πορεύονται χωρίς χαμό καί περιπλάνηση ὡς τή θάλασσα. Τοῦτα ὅλα τά θαυμάσια ἀναλογιζόμαστε καί ἀπό τά κατάβαθά μας βγαίνει ἡ κραυγή: «Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου».
 — Πές μας λοιπόν, Ποιός εἶν᾿ Αὐτός, μακάριε Δαυΐδ;
 — Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας πού μᾶς φανερώθηκε μ᾿ ἀνθρώπινη μορφή. Ἀλλά δέν τό λέει αὐτό μόνον ὁ προφήτης Δαυΐδ. Τό λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πού συμφωνεῖ μαζί του καί διδάσκει: «Μᾶς φανερώθηκε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού σώζει κάθε ἄνθρωπο καί μᾶς διδάσκει ὅλους μας». Ὄχι μερικούς ἀλλά ὅλους μας. Σ᾿ ὅλους, Ἰουδαίους καί Ἕλληνες χαρίζει μέ τό βάπτισμα τή σωτηρία καί ὑποδείχνει τό σωτήριο αὐτό λουτρό σάν εὐεργέτημα δοσμένο δωρεάν σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή πού τό ζητάει. Ἐλᾶτε νά δεῖτε πρωτόγνωρο κατακλυσμό, πολύ μεγαλύτερον καί δυνατότερον ἀπ᾿ ἐκεῖνον πού γίνηκε τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἐκεῖ τό νερό ἔπνιξε τούς ἀνθρώπους καί ἐδῶ τό νερό τοῦ βαπτίσματος, κείνους πού εἶχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ πού σήμερα βαπτίστηκε.
 Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἔφτιαξε κιβωτό στέρεα ἀπό ξύλα καί ἐδῶ ὁ Χριστός ὁ νοητός Νῶε, προσέλαβε ἀπό τήν ἄφθορο παρθένο Μαρία τήν κιβωτό τοῦ σώματος. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἄλοιψε τήν κιβωτό ἐξωτερικά μέ ἄσφαλτο πίσσα. Ἐδῶ ὁ Χριστός δυνάμωσε καί περιφρούρησε τήν κιβωτό τοῦ σώματος μέ τό χρῖσμα τῆς πίστεως. Ἐκεῖ περιστερά πού βάσταζε κλαδί ἐληᾶς προμήνυσε τήν εὐωδιά τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Ἐδῶ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ τή μορφή ὁλόασπρης περιστερᾶς παρουσιάστηκε καί σ᾿ ὅλους φανέρωσε τόν ἐλεήμονα Κύριο. Ἀλλά μέ καταπλήττει ἡ ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Κυρίου. Γιατί δέν ἀρκέστηκε, Αὐτός ὁ γεννημένος τέλειος Υἱός ἀπό τέλειο Πατέρα, νά γεννηθῆ καί ἐπί γῆς τέλειο βρέφος ἀπό τά σπλάχνα μιᾶς γυναίκας.
Δέν ἀρκέστηκε Ἐκεῖνος πού εἶναι σύνθρονος μέ τόν Θεό Πατέρα νά λάβει τή μορφή τοῦ δούλου ἀλλά καί σάν τόν τελευταῖο ἁμαρτωλό προσέρχεται νά βαπτισθεῖ. Ἀλλά ἄς μή γίνει ἡ κοινή γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους εὐεργεσία σκάνδαλο γι᾿ αὐτούς πού τούτη τήν ὥρα μέ ἀκοῦνε. Γιατί βαπτίζεται ὁ Δεσπότης πάντων Χριστός ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό ψυχικό καθαρισμό, ἀλλά γιά νά οἰκονομήσει μέ δυό τρόπους τό συμφέρον τῶν ψυχῶν μας, ὥστε καί μέ τό νερό νά μᾶς δωρήσει τήν ἁγιαστική χάρη καί νά προτρέψει τόν καθένα μας νά βαπτιστεῖ. Καθώς μᾶς λέει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Γαλιλαία στόν Ἰορδάνη ὅπου βρισκόταν ὁ Ἰωάννης γιά νά βαπτιστεῖ ἀπ̉ αὐτόν. Τό τί συνέβηκε τότε ἀδερφοί μου δέν μπορεῖ νά τό χωρέσει νοῦς ἀνθρώπινος. Γιατί ξεπερνᾶνε κάθε θέαμα καί ἄκουσμα ὅσα συνέβηκαν ἐκεῖ. Τρέμει ὁ νοῦς.
Χάνεται ἡ λαλιά μή τολμώντας νά ἐξιστορίσει τά ἀνέκφραστα. Γι‹ αὐτό λοιπόν καί ὅταν εἶδε ὁ Ἰωάννης τόν Δεσπότη μας Χριστό νά τόν πλησιάζει, μέ πολύ καρδιοχτύπι, πέφτοντας καί ἀγκαλιάζοντας τά πόδια Του τοῦ εἶπε παρακλητικά: — Γιατί βιάζει ἐμένα τόν ἀδύνατο ἄνθρωπο ὁ Παντοδύναμος Θεός μου νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Δέν εἶμαι ἐγώ σέ θέση νά ἐπιχειρήσω κάτι τέτοιο. Πῶς νά τολμήσω νά Σέ βαπτίσω; Πότε συνέβηκε νά καθαριστεῖ ἡ φωτιά ἀπό τό ξερό χορτάρι; Πότε ἔπλυνε ἡ λάσπη τήν πηγή; Πῶς νά βαπτίσω Ἐσένα τόν Κριτή τῆς οἰκουμένης ἐγώ ὁ ὑπεύθυνος γιά τόσες ἁμαρτίες; Πῶς νά Σέ βαπτίσω Δέσποτά μου; Δέν βλέπω ἁμαρτία πάνω Σου. Δέν ἔχεις πέσει θῦμα τῆς κατάρας τοῦ προπάτορα Ἀδάμ. Δέν ἔχεις καθόλου λερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἄν καί ἔκλινες οὐρανούς καί κατέβηκες, τίποτα ἀπό τά θελήματα τοῦ Θεοῦ Πατέρα δέν παρέβηκες.
–Τί κάνεις Δέσποτά μου; Γιατί μ᾿ ἀναγκάζεις νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Ποτέ καί τίποτα δέν τόλμησα νά κάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅσα παροργίζουν τήν ἀγαθωσύνη Σου. Σάν δουλικό πιστό γεμάτο ἀγάπη καί σεβασμό γιά τόν ἀφέντη του πρότρεξα καί ἐμήνυσα στόν κόσμο τήν παρουσία Σου. Ἐνῶ βρισκόμουνα ἀκόμη μέσ᾿ τήν κοιλιά τῆς μάννας μου, δανείστηκα τήν γλώσσα της καί Θεό τοῦ κόσμου Σέ ἐκήρυξα. Ὅλους τούς προετοίμασα νά Σέ δεχθοῦν, νά Σ᾿ ἀπαντήσουν. Πές μου λοιπόν Κύριέ μου, πῶς θ᾿ ἀνεχθεῖ νά δεῖ ὁ ἥλιος τόν Παντοκράτορα Θεό ἔτσι νά ἐξευτελίζεται ἀπό τήν τόλμη ἑνός δούλου Του καί δέν θά ρίξει καυτερές φωτοβολίδες νά μέ κατακάψει, ὅπως ἔκανε ἐκείνους τούς καιρούς τούς ἄσωτους Σοδομίτες; Πῶς θά ἀντέξει ἡ γῆ νά δεῖ Ἐκεῖνον πού ἁγιάζει τούς ἀγγέλους, ἀπέριττα νά βαπτίζεται ἀπό χέρι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ καί δέν θ᾿ ἀνοίξει τά σπλάχνα της γιά νά μέ καταπιεῖ, ὅπως ἔκανε τόν Ἀβειρών καί τόν Δαθάν; Πῶς νά βαπτίσω Δέσποτά μου Ἐσένα πού δέν μολύνθηκες ἀπό τής φυσικῆς γέννησης τό λέρωμα; «Ἐξ ἀσπόρου γαστρός, ἄσπορος προῆλθε καρπός». Πῶς λοιπόν ἐγώ ὁ χιλιολερωμένος ἀπό τήν ἁμαρτία ἄνθρωπος νά ἁγνίσω τόν Θεό; Θεό ἀναμάρτητο; Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτιστῶ ἀπό Σένα καί Σύ ἔρχεσαι σέ μένα; Μ᾿ ἔστειλες νά βαπτίζω, Κύριέ μου, καί δέν παράκουσα τήν ἐντολή Σου. Πρότρεπα ὅλους πρός τό βάπτισμα καί τούς ἔλεγα: «Ὁμολογῆστε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τίς ἁμαρτίες σας, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ μόνος ἀγαθός. Αὐτός πού ἔρχεται πίσω μου δέν εἶναι βλοσυρός καί αὐστηρός. Εἶναι ἀγαθός καί Υἱός Πατέρα Ἀγαθοῦ. Δέν φέρεται γιά λίγο μονάχα μ᾿ ἀγαθωσύνη καί ὕστερα νά ἀλλάζει διάθεση γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἀλλά τό ἔλεός Του μένει εἰς τόν αἰώνα. Καί ἐπειδή τό ἔλεός Του εἶναι ἀμέτρητο γι᾿ αὐτό καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἀνυμνώντας Τοῦ ἔλεγαν: «Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉ ὄνομα τοῦ Κυρίου».
 Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας μᾶς φανερώθηκε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καί διέλυσε τό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας πού μᾶς περιέλουζε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ οὐράνιος Τσοπάνης καί ἔδιωξε ἀπό τό κοπάδι τῶν παιδιῶν Του τούς λύκους τοῦ διαβόλου. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός καί χάρισε μέ τό βάπτισμα τήν υἱοθεσία στούς πιστούς. Μᾶς φανερώθηκε ἡ ζωή ὁλόκληρου τοῦ κόσμου καί μέ τό θάνατό Του θανάτωσε τόν θάνατο ὡς ἀθάνατος καί ἀξίωσε νά ζήσουν ζωή ἀθάνατη, ἐκεῖνοι πού εἶχαν πέσει στή φθορά καί στό θάνατο.
 Ἀλλά ἐνῶ ἐγίνονταν ὅλα αὐτά, ὁ Θεός Πατέρας ἀγαλώμενος μέ τήν ὑπερβολική ταπείνωση τοῦ Υἱοῦ, ἀνοίγει διάπλατα τίς πύλες τοῦ οὐρανοῦ καί μέ βροντερή φωνή ξεχειλισμένη ἀπό αἰσθήματα πού πλημμυρίζουνε μιά πατρική καρδιά, ἀνακράζει: «Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός». Καί γιά νά μήν μπερδευτεῖ ὁ νοῦς ὅσων ἀκούγανε ὅλα τοῦτα -ἄν εἶναι δηλαδή Υἱός ὁ Βαπτιστής ἤ ὁ Χριστός- ἔρχεται τό Ἅγιον Πνεῦμα, σάν ἄσπρο περιστέρι καί δείχνει Ἐκεῖνον πού βαπτιζόταν καί πού ὁ Θεός Πατέρας τόν μαρτυροῦσε στούς ἀνθρώπους σάν μονογενή Υἱό Του. Σ᾿ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα, τό κράτος, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση σήμερα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ

Λόγος αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου στα άγια Θεοφάνεια

Του Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
Ἡ πηγὴ τῶν εὐαγγελικῶν διδαγμάτων ἀνεῳγμένους ἔχει τοὺς ῥύακας, καὶ εἴ τις διψῶν πίνει ἐξ ἐκείνης τῆς πηγῆς, καὶ ζωοποιεῖται• ζωοποιεῖται δὲ κατὰ πνεῦμα καὶ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν, εὐφροσύνην ὑπὲρ οἶνον δεχόμενος. Ἀκόρεστος γὰρ ἡ γλυκύτης τῶν πνευματικῶν λογίων• οὐ γὰρ εὐφραίνει κοιλίαν, ἀλλὰ καρδίαν, καὶ λογισμοὺς εὐσεβῶν εἰς φιλοθεΐαν ἄγει. Ἤκουες γὰρ ἀρτίως ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου βοῶντος πρὸς τὸ συνελθὸν πανταχόθεν καὶ βαπτιζόμενον τὸ τῶν Ἰουδαίων πλῆθος• Ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν• ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν. Ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος• ὀπίσω, διὰ τὸν τόκον τῆς γεννήσεως. Ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστὶν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι.
Καὶ ποῖα ὑποδήματα βαστακτέα ὑπεφέρετο ὁ Κύριος, ὅτι ἔλεγεν, Οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι; Ἐνταῦθα ὑποδήματα, τὰ τῆς οἰκονομίας μυστήρια λέγει• ὑποδήματα γὰρ ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Κυρίου προσαγορεύεται...
Καὶ τούτου μάρτυς ὁ Κύριος διὰ τοῦ προφήτου κράζων• Ἐπὶ τὴν Ἰδουμαίαν ἐκτενῶ τὸ ὑπόδημά μου. Διὰ τοῦτο καὶ ὑποπόδιον ἤκουσεν ἡ τοῦ Κυρίου ἐνανθρώπησις, ὡς ἐπὶ γῆς ὀφθεῖσα, καὶ τὸ τέρμα τῆς γῆς καταλαβοῦσα. Ὅπερ καὶ ὁ προφήτης ἐκ τῶν ἑκατέρων τὴν ἐμφάνειαν ποιούμενος ἐκέκραγεν• Ὑψοῦτε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν αὐτοῦ. Ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν• ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστὶν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι• αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι ἁγίῳ καὶ πυρί. Οὗ τὸ πτύον ἐν χειρὶ αὐτοῦ• καὶ τὸν μὲν σῖτον συνάξει εἰς τὴν ἀποθήκην αὐτοῦ, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ. Ταῦτα τοῦ Ἰωάννου παρεγγυῶντος, καὶ τὸν ἰσχυρότερον Κύριον σαλπίζοντος, οἱ ὑπ' αὐτοῦ βαπτιζόμενοι ἀντέβαινον τῷ Ἰωάννῃ, λέγοντες• Ἔχεις ἰσχυρότερόν σού τινα, ὦ προφῆτα;
τί σεαυτὸν συκοφαντεῖς; σὺ τοῦ μεγάλου Ζαχαρίου υἱὸς, σὺ καὶ ἀνθρώποις ποθητὸς,
καὶ θηρίοις φοβερός. Ἔχεις ἰσχυρότερόν σού τινα; τί ἀδολεσχεῖς; Οὐκ ἔστι σοῦ ἰσχυρότερος. Σὺ καὶ κατ' ἐπαγγελίαν ἐτέχθης, σὺ ὑπὸ Γαβριὴλ ἐμηνύθης, σὺ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ἐφανερώθης, σὺ τὴν γλῶτταν τοῦ γεννήσαντός σε δεθεῖσαν ὑπὸ τοῦ Γαβριὴλ διέλυσας, σὺ Ἰωάννης κέκλησαι, ὃ χάρις Θεοῦ ἑρμηνεύεται.
Tί τοίνυν συκοφαντεῖς ἑαυτόν; Οὐκ ἔχεις τὸν ἰσχυρότερόν σου. Ὁ δὲ Ἰωάννης, ὡς δοῦλος ὑπὲρ τοῦ Δεσπότου μαρτυρῶν, θεϊκὴν ἀξίαν σφετερίσασθαι μὴ καταδεξάμενος, ἀντεβόα τοῖς ἀντιβαίνουσιν ὄχλοις λέγων• Ὑμεῖς, ὃ οὐκ οἴδατε, λέγετε• ἐγὼ, ὃ οἶδα, μαρτυρῶ. Ἰσχυρότερός μου ἔρχεται. Ἐγὼ δι' ἐκεῖνον, ἐκεῖνος οὐ δι' ἐμέ• ἐγὼ ἐκ στείρας, ἐκεῖνος ἐκ παρθένου• ἐγὼ στρατιώτης, ἐκεῖνος βασιλεύς• ἐγὼ πρόδρομος, ἐκεῖνος οὐράνιος• ἐγὼ τὸ Πνεῦμα δεδανεισμένος, ἐκεῖνος ζωὴν παρέχει πᾶσιν ἀνθρώποις• ἐγὼ μετανοίας κήρυξ, ἐκεῖνος υἱοθεσίας δοτήρ• ἐγὼ βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι, προκαθαίρων ὑμᾶς ὡς σκεύη ῥερυπωμένα ταῖς ἁμαρτίαις, ἐκεῖνος ἐμβαλεῖ τὸ μύρον τῆς χάριτος• Αὐτὸς βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ἁγίῳ καὶ πυρὶ, οὐ καυστικῷ, ἀλλὰ ἁγιαστικῷ. Ἐγὼ νουθεσίας γλῶτταν κινῶ, ἐκεῖνος δικαιοκρισίας πτύον βαστάζων, καὶ τοὺς μὲν δικαίους ὥσπερ σῖτον ὡραῖον ἐν τῇ ἀποθήκῃ τῶν οὐρανῶν ἀνενέγκει, τοὺς δὲ ἁμαρτωλοὺς καὶ μὴ μετανοήσαντας ὡς ἄχυρα τῷ ἀσβέστῳ πυρὶ παραδώσει. Ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν. Ἐκεῖνον προσμείνατε, παρ' ἐκείνου τὸ τέλειον δέξασθε βάπτισμα• ἐγὼ λύχνος ἐν μέρει, ἐκεῖνος ἥλιος πανταχοῦ. Ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστί.
Ταῦτα τοῦ Ἰωάννου παρεγγυῶντος καὶ παραπλήσια τούτων, οἱ ὑπ' αὐτοῦ βαπτισθέντες ὄχλοι προσέμενον ἀντιβάλλοντες πρὸς ἀλλήλους, καὶ λέγοντες• Καρτερήσωμεν καὶ ἴδωμεν τὴν μέλλουσαν διαβαίνειν βασιλείαν ἢ φαντασίαν• ἐφόρτωσεν ἡμῶν τὰς ἀκοὰς Ἰωάννης καταπληκτικοῖς λόγοις• ἰσχυρότερον αὐτοῦ παραγενέσθαι λέγει, πτύον καὶ πῦρ καὶ Πνεῦμα φέροντα.
Ἐν τούτοις τῶν ὄχλων καραδοκούντων κοσμικῆς βασιλείας παρουσίαν, ἑνὶ ὁ τῶν ὅλων Δεσπότης καὶ Θεὸς ἄνωθεν διαβαῖνον, ἰδὲ καὶ ὁ Κύριος τῇ ὄψει τῆς ἐνανθρωπήσεως, μόνος, λιτὸς, μονοχίτων, ὡς εἷς τῶν ὅλων ἀνθρώπων, ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην φθάσας, προσέκλινε τὴν κεφαλὴν τῷ Ἰωάννῃ, θέλων ὑπ' αὐτοῦ βαπτισθῆναι.
Ταύτην τοίνυν τὴν ταπεινὴν θέαν τῆς τοῦ Χριστοῦ ἐπιστασίας ὁ Βαπτιστὴς Ἰωάννης παρὰ πολλὴν προσδοκίαν θεασάμενος, ἰλιγγίασεν, ἠπόρησε, καὶ ἐξεπλάγη• τόπος φυγῆς περιεβλέπετο, θέλων δραπετεῦσαι• καὶ οὐχ ηὕρησεν• ἀοράτος γὰρ ἦν κρατούμενος καὶ συνεχόμενος• ἐβόα πρὸς τὸν κρατοῦντα Κύριον λέγων•
 Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; Τί ποιεῖς, Δέσποτα; τί προδίδως με τοῖς ὄχλοις εἰς θάνατον; Νῦν ὡς ψευδολόγον. ὄχλοι λιθάσουσιν• ἐγὼ μεγάλα περὶ σοῦ ἐκήρυξα, καὶ σὺ ὡς λιτὸς καὶ ξένος παραγέγονας. Τί ποιεῖς, Δέσποτα; καὶ ἄνω Υἱὸς βασιλέως, καὶ κάτω Υἱὸς βασιλέως• καὶ οὐδαμῶς σκῆπτρον βασιλικόν; Δεῖξόν σου τὴν ἀξίαν• τί μόνος καὶ λιτὸς παραγέγονας; ποῦ σου τὸ τῶν ἀγγέλων στῖφος; ποῦ τὸ τῶν ἀρχαγγέλων τάγμα; ποῦ σου ἡ ἑξαπτέρυγος τῶν Χερουβὶμ λειτουργία; ποῦ τὸ πτύον; ποῦ τὸ πῦρ; ποῦ σου τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον; Μωϋσῆν ἐδόξασας, νεφέλην φωτεινὴν παρέστησας, στῦλον πυρὸς πορεύεσθαι αὐτῷ αρεσκεύασας, τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀγγελικῇ δόξῃ περιήστραψας, τὸν δοῦλον ἐν τοσαύτῃ δόξῃ ἠμφίασας, καὶ σὺ ὁ Δεσπότης ἐν ἰδιωτικῷ σχήματι παραγενόμενος τὴν κεφαλήν μοι προσκλίνεις; Ἀνάνευσον, κεφαλὴ πάντων ὑπάρχεις• δεῖξον ὅπερ εἶς• ἔδειξας τὰ ταπεινὰ, δεῖξον καὶ τὰ ὑψηλά• βάπτισον τοὺς παρόντας, καὶ πρὸ πάντων ἐμέ. Τί βαπτίσαι θέλων;
Ὁ Ἰορδάνης οὐ δέξεται• ἐγνώρισέ σε τὸν ποιητὴν, ἀνέτρεψε τὰ ῥεῖθρα εἰς τὰ ὀπίσω, οὐ προβαίνει εἰς τὰ ἔμπροσθεν, ἀρνεῖται τὴν τάξιν. Τὰ στοιχεῖα γνωρίζουσι, κἀγὼ μὴ γνωρίσω; Εἰ θέλεις βαπτισθῆναι, ἑαυτὸν βάπτισον. Οὐκ ἐκτείνω τὰς χεῖρας• ἀρνοῦνται τὴν σύνθεσιν, ναρκῶσι, συστέλλονται• ὃ οὐκ ἐδιδάχθησαν κρατεῖν, οὐκ ἐπιδέχονται. Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; Οἶδά σε τίς εἶ, καὶ γινώσκεις ὅτι οἶδά σε. Τί με κρύπτεις τὸν εἰδότα σε; Ἐν τῇ νηδύϊ τῆς μητρός μου ὑπάρχων κατεσφαλισμένος, καὶ πρὸ καιροῦ τὴν ἔξοδον μὴ εὑρίσκων, μόνον ἐθεασάμην σε φερόμενον ὑπὸ τῆς παρὰ σοῦ φερομένης• ἐγνώρισά σε, καὶ τί λαλεῖν μὴ εὑρίσκων, τὸ τῆς μητρός μου χρησάμενος στόμα, ἐβόησα δι' αὐτῆς τὰ ἐμὰ λέγων• Πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἐκεῖ οὐκ ἐσφάλην, καὶ ὧδε οὐ γινώσκω; Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;

Ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτὸν, καθὼς ἀρτίως ἤκουες• Ἄφες ἄρτι• οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. Ἄφες ἄρτι• οὐκ οἶδας ὃ λέγεις• ἐγὼ οἶδα ὃ πραγματεύομαι. Τὴν δόξαν τῆς θεότητός μου ζητεῖς ἀποκαλυφθῆναί σοι• οὐκ ἔχει ὁ καιρός• πάντα καλὰ ἐν καιρῷ αὐτῶν. Σὺ ἀληθεύεις, ἀλλ' οὐ πιστεύῃ• ἄπιστον γὰρ τὸ τῶν Ἰουδαίων ἔθνος• οὐ γεννήματα ἐχιδνῶν αὐτοὺς προσηγόρευσας; Πῶς οὖν τούτοις ἀνακαλυφθῆναί με θέλεις; Οὐ δέχονταί σου τὴν περὶ ἐμοῦ μαρτυρίαν• ὑπονοοῦσί σε διὰ τὸ ὕποπτον, ὡς εἶναι πρόδρομον• Ἄφες ἄρτι, μείζονα μαρτυρίαν δέξονται. Ἄφες ἄρτι• οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην.

Ὁ δὲ Ἰωάννης λέγει πρὸς αὐτόν• Πῶς, Δέσποτα; 

Καὶ ὁ Κύριος πρὸς αὐτόν• Ὥσπερ περιετμήθην, ἵνα τὸν νόμον πληρώσω, βαπτίζομαι ἵνα τὴν χάριν κυρώσω. Ἐὰν μέρος πληρώσω, καὶ μέρος καταλείψω, κολοβὸν καταλιμπάνω τὴν οἰκονομίαν• δεῖ με πάντα πληρῶσαι, ἵνα μετὰ ταῦτα γράψῃ Παῦλος• Πλήρωμα νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι.
Ἄφες ἄρτι• οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. Ἄφες, Ἰωάννη, τὴν τοῦ ὕδατος φύσιν ἁγιασθῆναι• δεῖ με πάντα πληρῶσαι. Εἰ μὴ ἐγὼ ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, οὐ καταδέξεται βασιλεὺς ὑπὸ ἱερέως πτωχοῦ βαπτισθῆναι. Ἄφες ἄρτι, ἄφες ἄνωθεν τὸν Πατέρα ἐπιβοῆσαι, Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, ἵνα μὴ ἄρχωνται οἱ Ἰουδαῖοι λέγειν υἱὸν τοῦ τέκτονος, ἀλλὰ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός. Ἄφες ἄρτι• μὴ ἀντίβαινε τῷ Ἀδάμ• δεύτερος Ἀδὰμ γέγονα, τὸν ἐκείνου ῥύπον τῶν πλημμελημάτων ἐκπλῦναι θέλων• εἰ μὴ ἐγὼ βαπτισθῶ, πῶς ἐκεῖνος καθαρισθήσεται; Διὰ γὰρ τοῦτο καὶ τριάκοντα ἐτῶν βαπτίζομαι, τὸν ἐκείνου χρόνον ἐκδεχόμενος, ἵνα τῷ ἐκείνου τὸ ἐμὸν κυρωθῇ. Ἄφες ἄρτι, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τοῦ προφήτου• Φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων. 

Καὶ ἦν ἰδεῖν θεωρίαν φρικώδη.
Ἥψατο μὲν τῆς κορυφῆς τοῦ Δεσπότου σύντρομος ὁ Ἰωάννης• ἄνωθεν δὲ οὐρανῶν ἀνοιχθέντων, κατεσκόπουν ἄγγελοι τὸ γενόμενον• Πνεύματος δὲ χάρις ἐν εἴδει περιστερᾶς τῇ τοῦ Δεσπότου κεφαλῇ προσφοιτῶσα, τὴν τοῦ Ἰωάννου δεξιὰν παρωθεῖτο. Εἱστήκει δὲ τὸ πλῆθος ἀπορούμενον ἐπὶ πλέον, καὶ τὸ, Τίς ἐστιν οὗτος; πρὸς ἀλλήλους λαλοῦν. Εἶτα ὡς ἀποκρινάμενος τοῖς πλήθεσι, Τίς ἐστιν οὗτος; πρὸς ἀλλήλους ζητοῦσιν, ἐβόησεν ὁ Πατὴρ, λέγων• Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς, ἐν ᾧ ηὐδόκησα• αὐτοῦ ἀκούετε. Βοᾷ τὴν εἰς τὸν Υἱὸν ὁ γεννήτωρ φιλοστοργίαν, ἵνα μάθῃς τὴν τοῦ Κτίστου περὶ τὸν κόσμον διάθεσιν, ὅτι τοιοῦτον ὑπὲρ τῶν τοιούτων δούλων Υἱὸν ἀπέδωκεν, ὑπὲρ μισουμένων τὸν ποθούμενον, ὑπὲρ ἁμαρτωλῶν τὸν ἀναμάρτητον, ὑπὲρ ἀδόξων τὸν ἔνδοξον.
Δοξάσωμεν οὖν τὸν ἐπιφανέντα Δεσπότην σὺν τῷ Πατρὶ, καὶ τὸν Υἱὸν, καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα, νῦν, καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου

Επιμέλεια: κ. Ραφαήλ Μισιαούλης, φοιτητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2017

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Επιμελείται ο κ. Ραφαήλ Μισιαούληςφοιτητής του Τμήματος Ποιμαντικής & Κοινωνικής Θεολογίας του Α.Π.Θ.

Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου

Στρέψτε τὰ αὐτιὰ σας σ’ ἐμένα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί• θὰ σᾶς διηγηθῶ μιὰ ὡραιότατη διήγηση. Διότι εἶναι σωστὸ νὰ κρύβει κανεὶς τὶς ἀποφάσεις τῶν βασιλέων, εἶναι ὅμως καλὸ νὰ ἀποκαλύπτει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ ἀφορμή τούς πιστοὺς δούλους του στηρίζει τοὺς ἀδύναμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρῶτος εἶμαι ἐγώ. Ὑπάρχει λοιπὸν σ’ ἐμένα ὁ πόθος νὰ ἀγγίξω γεγονότα πού ἔχουν συμβεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῆς ταλαίπωρης ψυχῆς μου. Θέλω νὰ βάλω σήμερα στὸν ἀργαλειὸ στημόνι ἀπὸ τὸ ὡραῖο μαλλὶ τοῦ λογικοῦ προβάτου.
Ποθῶ νὰ ὑφάνω κεντημένο χιτώνα ἀπὸ τὸ μαλλὶ τῆς λογικῆς καὶ προσευχητικῆς γλώσσας. Διότι εἶδα κάποτε ἕνα κριάρι πού εἶχε ὡραία ἐμφάνιση καὶ πνευματικὰ κέρατα, τὰ ὁποῖα ἠχοῦσαν μὲ λόγια τοῦ Θεοῦ• καὶ ἀφοῦ τὸ πλησίασα μὲ μεγάλη ἀγωνία, ἀφαίρεσα ἀπ’ αὐτό ἀθόρυβα μιὰ μικρὴ τούφα.
Μὲ κυρίευσε ὅμως ἕνας ἀβάσταχτος φόβος, διότι ἀποτόλμησα τέτοιες φοβερὲς πράξεις, ἐπειδὴ δὲν ἤμουν συνετός.
Θέλετε λοιπὸν νὰ φανερώσω ποιὸ ἦταν αὐτό τὸ κριάρι πού ἦταν στολισμένο μὲ τόσο ὡραῖα χρώματα; Αὐτό τὸ κριάρι ἦταν ὁ σοφὸς καὶ πιστὸς Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἐπισκόπευσε στὴ χώρα τῶν Καππαδοκῶν καὶ κήρυξε στὴν πόλη τῶν Καισαρέων σωτήριες διδασκαλίες γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Ὁ Βασίλειος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀληθινὰ ἡ βάση τῶν ἀρετῶν, τὸ βιβλίο τῶν ἐπαίνων, ὁ βίος τῶν θαυμάτων• αὐτός πού βαδίζει μὲ τὴ σάρκα καὶ προχωρεῖ μὲ τὸ πνεῦμα• αὐτός πού ζεῖ μὲ τὰ γήινα καὶ ἔχει τὸ βλέμμα του στραμμένο στὰ οὐράνια• αὐτός πού εἶναι τὸ βηρύλλιο πλῆκτρο τῆς μυστικῆς κιθάρας, αὐτό πού ἔτερψε τὴ χορεία τῶν ἁγίων Ἀγγέλων• αὐτός πού εἶναι τὸ σταθερὸ ἀρνί τῆς μάνδρας τῆς ζωῆς, πού καταβρόχθισε τὸ χορτάρι τοῦ ἱεροῦ Πνεύματος• αὐτός πού εἶναι τὸ ἀρνί πού πήδησε ἀπὸ τὸν πόθο καὶ ἅρπαξε τὸ ἄνθος ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ τιμίου Σταυροῦ• αὐτός πού εἶναι τὸ παχνὶ τῶν δογμάτων, ἡ γλώσσα τῶν λόγων, τὸ βραβεῖο τῶν ὀρθῶν καὶ ὠφέλιμων νοημάτων• αὐτός πού βύθισε τὸν ἑαυτό του στὸ βυθὸ τῶν Γραφῶν καὶ ἀνέσυρε τὸ λαμπρὸ μαργαριτάρι• αὐτός πού εἶναι τὸ ὥριμο σταφύλι τῆς θεϊκῆς κληματαριᾶς, πού ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πῆρε τὴ θεία γλυκύτητα• αὐτός πού εἶναι ἡ ὡραία μεμβράνη τῆς ἱερῆς σοφίας, στὴν ὁποία γράφηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὰ θεία χαράγματα• αὐτός πού εἶναι τὸ εὔφορο χωράφι τῆς οὐράνιας βασιλείας, τὸ ὁποῖο καρποφόρησε γιὰ τὸν Θεὸ καρποὺς δικαιοσύνης• αὐτός πού εἶναι βουνὸ στολισμένο μὲ τὰ ἄνθη τῆς μυστικῆς τριανταφυλλιᾶς, πού ἡ εὐωδιὰ του ἔφθασε στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό• αὐτός πού ἔψαλε ἐπάνω στὴ γῆ ἄσματα ἀρεστά στὸν Θεὸ καὶ πῆρε ἀπ’ τοὺς οὐρανούς στεφάνια εὐπρόσδεκτα• αὐτός πού ἀντιλήφθηκε τὴ χάρη καὶ διακήρυξε, ὅπως ὁ Ἰώβ, τὴν ὁμολογία του στὸν Σωτήρα τῶν ὅλων, λέγοντας: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μὲ δημιούργησε, καὶ ἡ ἔμπνευση τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μὲ διδάσκει»• βεβαιώνοντας ὅτι μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κήρυττε σὲ ὅλους τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ποθῶ ἀκόμη νὰ προσθέσω καὶ ἄλλη ὕφανση στὸ λόγο γιὰ τὰ ἐγκώμια, ὥστε μὲ τὴν ἀπόλαυση καὶ μὲ τὴν ἀνάμνηση τοῦ δίκαιου ἄνδρα νὰ βροῦμε στὶς προσευχὲς μας γνώση καὶ κατάνυξη. Πρέπει λοιπὸν νὰ πάρουμε στὰ χέρια μας τὴ σαΐτα τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ τακτοποιοῦμε τὸ νῆμα τῶν νοημάτων μας. Ἔπειτα πρέπει νὰ ἑτοιμαζόμαστε γι’ αὐτή τὴν ἐργασία ἔτσι., ὥστε νὰ κλείνουμε μέσα στὸ στημόνι καὶ τὸ ὑφάδι. Ἂν λοιπὸν κάποιος κλώσει αὐτό τὸ μαλλὶ μὲ προσοχή, θὰ προσφέρει στολὴ ἀθανασίας σ’ ἐκείνους πού ποθοῦν αὐτὴ τὴ στολή.
Τέτοιες εἶναι οἱ ἀπαρχές τοῦ μυστικοῦ θρέμματος• τέτοιες εἶναι οἱ σοδειὲς τοῦ ἅγιου κτήματος. Ἔτσι ἄφθονος ἦταν στὴ διδασκαλία, ὥστε νὰ ντύνει ὅσους τύχαινε νὰ εἶναι παρόντες. Ἦταν πνευματοφόρο κριάρι τοῦ κοπαδιοῦ τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο ἀνθοῦσε μέσα στὸ ἔλεος τῆς λαμπρῆς Ἐκκλησίας• ἀπὸ τὴ μιὰ προσφέροντας ζεστασιὰ στοὺς φτωχοὺς μὲ τὸ μαλλί του, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁδηγώντας σὲ κατάνυξη τοὺς πλούσιους μὲ τὰ χτυπήματα τῶν κεράτων του. Καθὼς παρέμενε νύχτα καὶ μέρα στὰ ἴδια ἄδυτα, δέχθηκε τὴ Χάρη ἀπὸ τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτό καὶ κάθε μέρα βγάζοντας ἄφθονα ἄνθη ὡς πρὸς τὸ λόγο, ἀνανέωνε γιὰ τὶς ψυχὲς τὸν ἀναλλοίωτο στολισμό. Καὶ παρόλο πού μοίραζε τὸν ἑαυτό του στὸν καθένα χωριστά, δὲν ἀλαζονεύονταν γιὰ τὴν ποικιλία του.
Ἐπειδὴ λοιπὸν πλήθαινε στὰ ἄφθαρτα ἄνθη, ἐπειδὴ τρεφόταν μὲ τοὺς ἅγιους κάλυκες, ἐπειδὴ ἔβρισκε ἀνάπαυση πάντοτε μέσα στὶς Γραφὲς καὶ ἀπὸ αὐτές ἔβοσκε ἄφθονο τὸ θεϊκὸ χορτάρι, καί ἀπολάμβανε τὴ χλόη στὰ βοσκοτόπια τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας, καὶ εὐφραινόταν μέσα στὶς ἱερατικὲς αὐλὲς, γι’ αὐτό καὶ ὁ λόγος του κυλοῦσε σὰν ποταμός, καὶ ἡ ἀρετὴ του προχωροῦσε σὰν τὰ κύματα τῆς θάλασσας. Ἐκεῖ τρεφόταν μὲ θεία νοήματα, καὶ ἐδῶ κήρυττε μὲ δυνατὴ φωνὴ ἀθάνατα λόγια• ἐκεῖ ἔτρωγε ἐνάρετα φαγητά, καὶ ἐδῶ διακήρυττε εὐπρόσδεκτα λόγια. Δὲν ἦταν δηλαδὴ ἡ τροφὴ του στρύχνος καὶ βάτος, ἀλλά ἦταν ρόδο καὶ κρίνο, κρόκος καὶ κιννάμωμο. Ἀκολουθοῦσε δηλαδὴ πίσω ἀπὸ τέτοιο χορτάρι, ἀρωματίζοντας τὴν τροφή του μὲ μυστικὰ βλαστάρια. Γι’ αὐτό καὶ τὸ μαλλὶ του γίνονταν λαμπρό, καὶ ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν ὕφανση τῶν θείων διδαγμάτων.
Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο πρέπει νὰ λέω πολλὰ γι’ αὐτό τὸ κριάρι, ὅπου ὁλόκληρο ἔγινε σκεῦος ἕτοιμο, ὄχι σκεῦος τυχαῖο, ἀλλά τέτοιο πού εἶδε ὁ Πέτρος νὰ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, πιασμένο ἀπὸ τὶς τέσσερες ἄκρες; Ἀλλά ἐκεῖνο κατεβαίνοντας στὴ γῆ, ἔδειξε ὅτι εἶχε πτηνὰ καὶ τετράποδα• ὁ Βασίλειος ὅμως πού βρῆκε τὴν ἄνοδο στὸν οὐρανό, παρουσίασε σ’ ἐμᾶς λόγια ἔνδοξα καὶ παράδοξα. Καὶ ἐκεῖνο βέβαια τὸ σκεῦος φάνηκε γιὰ λίγο, καὶ ἀνασύρθηκε ἡ ἐμφάνισή του, ἀφοῦ ἀποκαλύφθηκε μόνο σὲ ἕναν• αὐτὸς ὅμως ἀνυψωμένος πολλὰ χρόνια, χορήγησε σὲ πολλοὺς τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος. Γιὰ ἐκεῖνο τὸ σκεῦος ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανό, «Ἀπὸ ἐκεῖνα πού ἐγώ καθάρισα, φάγε»• καὶ γι’ αὐτὸν εἰπώθηκε σὲ ὅλους• «Αὐτόν πού ἐγώ ἁγίασα, καὶ σεῖς νὰ τὸν τιμήσετε».
Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἐπαινοῦσε ἐκεῖνον πού δόξασε ὁ Πατέρας; ἤ ποιὸς δὲν θὰ τιμοῦσε ἐκεῖνον πού ἁγίασε ὁ Υἱός; Καὶ ποιὸς δὲν θὰ μακάριζε ἐκεῖνον πού μακάρισε τὸ σοφὸ καὶ νοερὸ καὶ σεβάσμιο Πνεῦμα;
Πωπώ, πῶς εὐδόκησε ἡ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ νὰ κατοικήσει μέσα του καὶ νὰ περπατήσει μέσα του! «Βρίσκω ἀνάπαυση, εἶπε ὁ Θεός, στὸν ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, καὶ σ’ αὐτόν πού φοβᾶται τὰ λόγια μου». Ἔτσι ἡ Χάρη τοῦ πλημμύρισε τὸ νοῦ, μὲ ἐκεῖνα τὰ σεμνὰ καὶ ἀστείρευτα ρεύματα, ὥστε νὰ παρουσιάσει κόσμιους καὶ αὐτούς πού μολύνθηκαν μέσα στὰ ἁμαρτήματά τους, ὅπως καὶ αὐτούς πού βαπτίσθηκαν.
Γιὰ νὰ δείξει λοιπὸν ὁ Κύριος τὴν εὐσπλαχνία του καὶ σ’ ἐμένα, ὅταν μοῦ δόθηκε ἀφορμή γιά νά προσφέρω ἐλεημοσύνη σὲ κάποια πόλη, ἄκουσα ὅταν βρέθηκα ἐκεῖ φωνὴ νὰ μοῦ λέει: «Σήκω, Ἐφραίμ, καὶ φάγε νοήματα». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα, εἶπα μὲ πολλὴ ἀγωνία: «Ἀπὸ ποῦ, Κύριε, νὰ φάω;». Καὶ μοῦ ἀπάντησε: «Νά, στὸν οἶκο μου, τὸ βασιλικό σκεῦος θά σοῦ προσφέρει τὸ φαγητό». Καὶ ἀφοῦ θαύμασα πολὺ γιὰ τὰ λεγόμενα, σηκώθηκα καὶ πῆγα στὸ ναὸ τοῦ Ὕψιστου, καὶ ἀφοῦ προχώρησα ἀθόρυβα στὸ προαύλιο καὶ ἔσκυψα ἀπὸ τὸν πόθο στὰ πρόθυρα, εἶδα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τὸ σκεῦος τῆς ἐκλογῆς νὰ εἶναι ἁπλωμένο λαμπρὰ μπροστὰ στὸ ποίμνιο, νὰ εἶναι ὁλόκληρο στολισμένο μὲ θεοπρεπῆ λόγια, καὶ τὰ μάτια ὅλων νὰ εἶναι στραμμένα σ’ αὐτόν. Εἶδα τὸ λαὸ νὰ τρέφεται ἀπὸ αὐτόν μὲ πνεῦμα, καὶ τὴ χήρα καὶ τὸ ὀρφανὸ νὰ ἐλεεῖται πάρα πολύ. Εἶδα ἐκεῖ νὰ κυλοῦν πρὸς αὐτόν τὰ δάκρυα σὰν ποτάμι, καὶ τὸ μαλλὶ τῆς ζωῆς νὰ λάμπει σὲ ὅλους σὰν χρυσάφι, καὶ τὸν ἴδιο τὸν ποιμένα νὰ στέλνει ψηλὰ μὲ τὰ φτερὰ τοῦ Πνεύματος δεήσεις καὶ νὰ κατεβάζει ἀπαντήσεις. Εἶδα τὴν ‘Ἐκκλησία νὰ καλλωπίζεται ἀπὸ αὐτόν, καὶ τὴν ἀγαπημένη νὰ στολίζεται μὲ πολλὰ στολίδια. Εἶδα τὰ δόγματα τοῦ Παύλου, τὰ διδάγματα τῶν Προφητῶν, τὸ νόμο τῶν Εὐαγγελίων, τὸ φόβο τῶν μυστηρίων. Εἶδα ἐκεῖ τὸν ὠφέλιμο καὶ σωτήριο λόγο νὰ ὑψώνεται πιστὰ στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό, καὶ γενικὰ ὅλη ἐκείνη τὴ Σύναξη νὰ λάμπει ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες τῆς Χάρης. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλοι αὐτοί τόσο πολὺ προόδευαν στὴν εὐσέβεια, καθὼς ἀντλοῦσαν ἀπὸ τὸ ἐκλεκτό σκεῦος τῆς βασιλείας, ἀνύμνησα τὸν σοφὸ καὶ ἀγαθό Κύριο, ὁ Ὁποῖος τόσο πολὺ δοξάζει ἐκείνους πού τὸν δοξάζουν.
Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὸ κήρυγμα, δόθηκε στὸν ἄνδρα πληροφορία γιὰ μένα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἀφοῦ ἔστειλε καὶ κάλεσε ἐμένα τὸν τιποτένιο, ἀπευθύνθηκε σέ μένα διὰ μέσου τοῦ διερμηνέα, καί μέ ρώτησε: «Ἐσύ εἶσαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἔσκυψες τέλεια τὸν τράχηλό σου καὶ σήκωσες τὸ ζυγὸ τοῦ σωτήριου λόγου;». Καὶ ἀφοῦ ἀπάντησα καί εἶπα, «ἐγώ εἶμαι ὁ Ἐφραίμ, ὁ ὁποῖος ἄφησα τὸν ἑαυτό μου πίσω ἀπὸ τὸν οὐράνιο δρόμο». Καὶ ἀφοῦ μὲ πλησίασε ὁ θεόπνευστος αὐτός ἄνδρας, πρόσφερε σ’ ἐμένα τὸ ἅγιο φίλημά του καὶ ἀφοῦ ἔστρωσε τραπέζι μὲ τὰ φαγητὰ τῆς σοφῆς καὶ ἅγιας καὶ πιστῆς ψυχῆς του, ὄχι τραπέζι καρυκευμένο μὲ φθαρτὰ φαγητά, ἀλλά γεμάτο μὲ ἄφθαρτα νοήματα, ἔλεγε μὲ ποιὲς δηλαδὴ καλὲς πράξεις μποροῦμε νὰ δείξουμε τήν τέλεια μετάνοιά μας στὸν Κύριο  πῶς θὰ ἐμποδίσουμε τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁμαρτημάτων, καὶ πῶς θὰ κλείσουμε τὶς εἰσόδους τῶν παθημάτων• πῶς θὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἀποστολικὴ ἀρετή, καὶ πῶς θὰ κάμψουμε τὸν ἀδωροδόκητο Κριτή. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαψα, κραύγασα καὶ εἶπα: «Ἐσύ, πάτερ, φρούρησε ἐμένα τὸν πλαδαρὸ καὶ ράθυμο• ἐσύ ὁδήγησέ με στὸν ἴσιο δρόμο• ἐσύ φέρε σὲ κατάνυξη τὴ σκληρὴ σὰν πέτρα καρδιά μου• διότι σ’ ἐσένα μὲ ἀνέθεσε ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ θεραπεύσεις τὴν ψυχή μου. Ἐσύ προσόρμισε τὸ σκάφος τῆς ψυχῆς μου στὸ ἥσυχο λιμάνι».
Καὶ πρόσεξε τὴ φροντίδα τοῦ καλοῦ διδασκάλου, ἀπὸ ποῦ δηλαδὴ ἄδραξε τὸ παράδειγμα τῆς ἀρετῆς μου. Κράτησε σφιχτά, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τὸ ραβδὶ τοῦ σώματος, καὶ ἀφοῦ μάδησε τὴ συνήθεια τῶν ἀνόητων παθῶν, ἀφαίρεσε τὰ λέπια μου, δηλαδὴ τὴν ἀδυναμία τῶν ματιῶν μου• καὶ ἀφοῦ ἐλάττωσε τὴν ὠχρότητα καὶ ἀνωριμότητα τοῦ λόγου, μὲ πῆρε μὲ τὸ ζῆλο καὶ μὲ βύθισε στὰ βάθη τῶν διδαγμάτων του. Τότε τὰ σπλάχνα μου πόθησαν πολὺ νὰ συνθέσουν τὸν ἔπαινο τῶν Σαράντα Μαρτύρων• διότι ὁ ἐκλεκτός πληροφόρησε τὰ αὐτιά μου γιὰ κάθε πράξη τῆς καρτερίας τους• πῶς δηλαδὴ προτίμησαν νὰ πεθάνουν γιὰ τὸν Χριστό, καὶ πόσους κινδύνους περιφρόνησαν, γιὰ νὰ Τὸν κερδίσουν, καὶ πόσοι ἦταν οἱ ἅγιοι ὡς πρὸς τὸν ἀριθμό• καὶ ἐξιστοροῦσε τὰ ὑπόλοιπα κατορθώματα τῆς εὐσέβειάς τους.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ πιστὸς ἀρχιερέας μᾶς ἔκανε ἄξιους γιὰ μιὰ τέτοια λαμπρὴ ἐργασία, ἀφοῦ ἀφήσουμε τοὺς ἐπαίνους αὐτῶν τῶν τροπαιούχων καλλινίκων ἀνδρῶν γιὰ ἄλλη διήγηση, ἂς μακαρίσουμε αὐτόν, τὸν ὅσιο τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἄνδρα πού εἶχε τὸν ἴδιο ζῆλο καὶ τὴν ἴδια τιμὴ μ’ αὐτούς. Διότι, ὅπως οἱ Ἅγιοι ἀντιστάθηκαν μὲ ἀνδρεία στὸν τύραννο Λικίνιο καὶ στὸν ἄρχοντα Δούκα, ἔτσι καὶ ὁ Ὅσιος ἀντιπαρατάχθηκε στὸν Οὐάλη καὶ στὸν Ἄρειο καὶ στὸν ἀλαζονικὸ ἔπαρχο. Ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι ξερίζωσαν τὰ ἀγκάθια τῆς πλάνης, καὶ αὐτὸς ξερίζωσε τὰ τριβόλια τῆς αἱρετικῆς μανίας. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὰ ἀγωνίσματα τοῦ Λικίνιου, καὶ αὐτός κατάργησε τὰ προστάγματα τοῦ Οὐάλη. Ἐκεῖνοι κατάργησαν τὶς προσταγὲς τοῦ Δούκα, καὶ αὐτός καταντρόπιασε τὰ ἐπιχειρήματα τοῦ Ἄρειου. Ἐκεῖνοι διέλυσαν τὴν ἀλαζονεία τοῦ ἄρχοντα, καὶ αὐτός τσάκισε τὴ μανία τοῦ ἔπαρχου Μόδεστου.
Ἀφοῦ λοιπὸν ὁπλίσθηκε ἀπὸ τὴν ἄθλησή τους μὲ κεντρί, ὅπως ὁ Φινεές, τρύπησε τὶς γλῶσσες πού ἔφυγαν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτό καὶ ποθοῦσε πολὺ ἔντονα νὰ πιεῖ τὸ ποτήρι τοῦ μαρτυρίου καὶ βιαζόνταν νὰ στήσει τρόπαιο μὲ τὸ μαρτύριό του. Οἱ Μάρτυρες, χάρη στὴν πίστη τους στὸν Χριστό, σήκωσαν ἐπάνω τους ὅλη μαζὶ τὴ θλίψη καὶ τὴν ὑπέ-μειναν μὲ γενναιότητα• ὁ Βασίλειος ἐπίσης, χάρη στὴν ἐλπίδα του στὸν Χριστό, ὑπέφερε μὲ ἀνδρεία τὴ χιονοθύελλα τῶν πειρασμῶν. Ἐκεῖνοι πέταξαν τοὺς χιτῶνες τους καὶ πρόσφεραν τὰ μέλη τους στὰ βασανιστήρια• καὶ αὐτός βιάζονταν νὰ πετάξει ἀπὸ πάνω του ἀκόμη καὶ τὸ κουρέλι πού εἶχε γύρω ἀπὸ τὸν τράχηλό του καὶ τὸ σῶμα. Ἐκεῖνοι στὴ λίμνη τράβηξαν πρὸς τὸν ἑαυτὸ τους αὐτόν πού πλανιόταν στὴν ἀσέβεια καὶ τὸν ἔκαναν ἄξιο γιὰ τὴ δόξα• αὐτός ἐπίσης βαφτίζοντας τοὺς ἄπιστους στὴν κολυμβήθρα, ἔγινε γι’ αὐτοὺς πρόξενος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖνοι μέσα στὰ νερά, φλεγόμενοι ἀπὸ τὸν πόθο, εἶδαν τὸ φῶς μαζὶ μὲ τὰ στεφάνια πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τους• καὶ αὐτός πυρπολούμενος ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδας, πῆρε τὰ βραβεῖα γιὰ τὸν ἀγώνα του ἐνάντιον τῶν κακοδόξων.
Πόσες πανουργίες μεταχειρίσθηκε ὁ πονηρὸς Βελίαρ γιὰ νὰ χωρίσει τὸν Βασίλειο ἀπὸ τὴν οὐράνια βασιλεία! Ἐξόργισε βασιλιάδες, ἄρχοντες καὶ ὄχλους, ἀλλά ὁ Βασίλειος ἔγινε βάση τῶν πιστῶν. Ἐξαγρίωσε ὅλες τὶς καταιγίδες του, ἀλλά δὲν τάραξε διόλου τὸν σοφὸ ἔμπορο. Προκάλεσε θύελλα μὲ τοὺς βοηθούς του, δηλαδὴ μὲ τὶς αἱρέσεις, ἀλλά ἡ τέχνη τοῦ κυβερνήτη ἀποδεικνύονταν περισσότερο. Ξεσήκωσε τρικυμίες ἐνάντιον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά δὲν μπόρεσε νὰ βυθίσει τὸ πλοῖο τῆς πίστης τοῦ Βασιλείου. Τὸν πολέμησε μὲ αἱρετικὰ λόγια, ἀλλά ἀμέσως τραυματίζονταν ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς θεολογίας. Ἐξόπλισε ἐναντίον του τὸν Ἄρειο, ὅπως τὸν Γολιάθ, ἀλλά χτυπιόταν ἀπ’ αὐτόν, σὰν μὲ σφενδόνη, μὲ τὰ τρία λιθάρια τῆς πίστης. Ἐπιτέθηκε μὲ ὁρμή στὸν πύργο του μὲ τοὺς ἀνέμους τῆς κακοδοξίας —ἄνεμοι δηλαδὴ ἦταν οἱ λόγοι τῶν ἀσεβῶν— ἀλλά δὲν τὸν ἔπεισαν, διότι εἶχε ὀχυρωθεῖ μὲ τὰ τρία ἀπόρθητα τείχη τῆς ἄχραντης Τριάδας. Ἐκτόξευσε τὰ βέλη τῆς πολυθεΐας, ἀλλά ἀμέσως τράπηκε σὲ φυγὴ ἀπὸ τὴ μονοθεΐα. Ἔρχονταν στρατεύματα σκυλιῶν πού γαύγιζαν, ἀλλά μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὰ τραυμάτιζε. Οἱ λύκοι φοροῦσαν πάλι τὸ δέρμα τῶν προβάτων, ἀλλά ἀμέσως ἔλεγχε τὴν ὑποκρισία τους. Βιαζόταν ἡ ἀδικία νὰ τὸν ταράξει, ἀλλά ἀμέσως νικιόταν ἀπὸ τὴ δικαιοσύνη τοῦ ἀνδρός. Φιλονεικοῦσαν οἱ ἄπιστοι νὰ μιμηθοῦν τὴν πίστη καὶ τὴ διδασκαλία του, ἀλλά ἀμέσως διακηρυσσόταν ἡ κακόπιστη καὶ ἀσεβής γνώμη τους. Μεταχειρίζονταν κολακεῖες γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴν παρρησία του, ἀλλά ἀμέσως ἀποκαλυπτόταν ἡ ἀφροσύνη τους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ γνωρίζουν καὶ οἱ ἔχθροι νὰ σέβονται καὶ νὰ τιμοῦν τὴν ἀρετή καὶ τὴν ἀνδρεία, ὅταν τὸ παιδὶ τοῦ τυράννου βασανιζόταν ἀπὸ φοβερὴ ἀρρώστια, παρακαλοῦσαν τὸν ἄνδρα νὰ προσευχηθεῖ γι’ αὐτό •ἐκεῖνος ὅμως πρότεινε, λέγοντας: «θὰ προσευχηθῶ, ἂν μοῦ τὸ δώσεις νὰ τὸ ὁδηγήσω στὴν ἀψεγάδιαστη πίστη καὶ νὰ τὸ ἀπαλλάξω ἀπὸ κάθε δυσσέβεια τῶν μαθημάτων τοῦ Ἀρείου»• καὶ ὅταν ὁ πατέρας συμφώνησε, ἀμέσως ὁ Βασίλειος ἔγινε μεσολαβητὴς γιὰ τὸν ἐπίγειο βασιλιὰ πρὸς τὸν οὐράνιο• προσκόμιζε τὴν ὑπόσχεση τοῦ ἄνδρα, καὶ ἔφερνε σ’ αὐτόν τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ του.
Μόλις λοιπὸν εἶδαν τὰ φίδια νὰ ἔχει σωθεῖ τὸ παιδί, ξανὰ ἔβλαψαν ὕπουλα τὴ θέληση τοῦ ἀνόητου βασιλιᾶ, καὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ γιό του, τὸν βάφτισαν μὲ νερό, ὄχι ὅμως μὲ Πνεῦμα. Δίδασκαν νὰ ἀρνηθεῖ τόνΥἱό τοῦ Θεοῦ. Ἐξωτερικά ντύνοντας καὶ ἐσωτερικὰ ξεντύνοντας• ἐξωτερικὰ ντύνει τὸν Χριστὸ καὶ ἐσωτερικὰ τὸν ξεσχίζει. Γι’ αὐτό καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο ἀφαίρεσε τὸ πνεῦμα τοῦ δύστυχου παιδιοῦ, κηρύττοντας τὴν ἀχαριστία τους.
Αὐτά δὲν εἶναι δευτερότερα ἀπὸ τὰ καταπληκτικὰ ἔργα τοῦ Ἠλία, καὶ δὲν εἶναι κατώτερα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἐλισσαίου. Ὅπως ἐκεῖνοι ἐπανέφεραν στὴ ζωὴ τοὺς νεκρούς, ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς Βασίλειος μὲ τὴν προσευχὴ του ἅρπαξε ἀπὸ τὸ θάνατο τὸ παιδὶ πού ἐπρόκειτο νὰ πεθάνει. Καὶ ὅπως ἐπίσης ὁ Πέτρος τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, πού ἔκλεψαν, τοὺς θανάτωσε, ἔτσι καὶ ὁ Βασίλειος, κατέχοντας τὴ θέση τοῦ Πέτρου, καὶ συγχρόνως μετέχοντας στὴν παρρησία ἐκείνου, ἔλεγξε τὸν Οὐάλη, πού ἀθέτησε τὴν ὑπόσχεσή του, καὶ θανάτωσε τὸ γιό του. Ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό κυρίευσε πολλὴ λύπη καὶ ἀμηχανία τοὺς ἐλεεινοὺς καὶ ἐκεῖνο τὸν ἄπιστο βασιλιά.
Καὶ ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ διηγηθεῖ ἀντάξια τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων, πού παρουσίασε ὁ μακάριος καὶ πιστὸς Βασίλειος, μέσα στὰ ἴδια τὰ γεγονότα; Ἐπειδὴ λοιπὸν εἴμαστε ἀδύνατοι νὰ ἐξηγήσουμε τὰ τόσα πολλὰ κατορθώματα τοῦ ἄνδρα, παραλείποντας ὅλα, καὶ ἀναφέροντας ἕνα, ἂς δείξουμε πῶς καὶ τὰ ἀναίσθητα συμμαχοῦσαν μὲ τὸν ἄνδρα. Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὰ γεννήματα τῆς ὀχιᾶς μεταχειρίζονταν κάθε τρόπο νὰ φονεύσουν τὸν δίκαιο, διότι συνεχῶς πολεμοῦνταν μὲ τὰ λόγια ἐκείνου καὶ συγχρόνως μὲ τὰ θαύματά του, σὰν μὲ βέλη, προσῆλθαν στὸ βασιλιὰ ζητώντας νὰ τὸν ἁρπάξει καὶ νὰ τὸν ἐξορίσει: «Εἶναι ἀνυπόφορος, εἶπαν, ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλέπουμε• διότι ἐναντιώνεται πάρα πολὺ σ’ ἐμᾶς μὲ τὰ λόγια του• γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο, βασιλιά, νὰ προοδεύσει ἡ δική μας πίστη, ὅσο αὐτός εἶναι παρών».
Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ βασιλιὰς παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ λόγια τους, ἀποφάσισε νὰ ἐξορισθεῖ αὐτός• ἡ γραφίδα ὅμως ἀμέσως, ἐπειδὴ δὲν ἄντεξε νὰ ὑπηρετήσει τὴν παράνομη ἀπόφαση, συντρίφθηκε ἀπὸ μόνη της, διδάσκοντας στὸν ἀνόητο πόσο μεγάλη ἀσέβεια θέλει νὰ διαπράξει στὸ δοῦλο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κήρυττε μία θεότητα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἀποδείκνυε ἐντελῶς μὲ σοφία ὅτι εἶναι σκυλιὰ λυσσασμένα ἐκεῖνοι πού φρονοῦσαν ἡ ὁμολογοῦσαν τὴ διαίρεση. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὁ ἀναισθητότερος ἀπὸ τὴν ἄψυχη γραφίδα, ὁ ὁποῖος ἦταν γιὸς τῆς πλάνης, πῆρε καὶ δεύτερη γραφίδα γιὰ νὰ ὑπογράψει καὶ νὰ ἀποτελειώσει τὴν πονηρὴ ἐπιθυμία του. Εἶδε ὅμως καὶ αὐτή τὴ γραφίδα νὰ θραύεται καὶ νὰ μὴ δέχεται νὰ συμμετάσχει στὸ κακὸ πού ἔσπευδε νὰ διαπράξει. «Γιατί σπεύδεις, βασιλιά, νὰ ἐξορίσεις σὲ ξένη χώρα αὐτόν πού ἔχει ἔνοικο μέσα του Ἐκεῖνον πού γεμίζει τὰ πάντα; Γιατί θέλεις νὰ ἐξοντώσεις αὐτόν πού εἶναι σέ ὅλα ἀδιάβλητος; Γιατί διώχνεις ἀπὸ τὴν πόλη τὸν οὐρανοπολίτη; Ἂν μάλιστα πάρεις καὶ τρίτη γραφίδα, θὰ τὴν δεῖς νὰ κομματιάζεται καὶ νὰ μὴ δέχεται κι αὐτή νὰ συνεργεῖ», πράγμα πού τελικά ἔγινε.
Τότε διακηρύχθηκε φανερὰ σὲ ὅλους ἡ νίκη καὶ τὸ λαμπρὸ τρόπαιο τοῦ ἀκατανίκητου ἄνδρα. Οἱ τρεῖς γραφίδες ἔγιναν ὑπερασπιστὲς αὐτοῦ πού κήρυττε τὴν ὁμοούσια Τριάδα. Τὸ χέρι ἔσπευδε νὰ βγάλει τὴν ἀπόφαση, οἱ γραφίδες ἀποδείκνυαν ὅτι αὐτή εἶναι ἄδικη. Τὸ χέρι βιαζόταν νὰ δώσει πονηρὴ ψῆφο, οἱ γραφίδες ἐμπόδιζαν τὴν ἀνωφελῆ βιασύνη. Καὶ ὅπως τὸ ραβδὶ τοῦ Μωυσῆ ντρόπιαζε ὅλους τούς γητευτὲς καὶ τοὺς ὑπόλοιπους μάγους τῆς Αἰγύπτου, ἔτσι καὶ οἱ γραφίδες κατάργησαν ἀμέσως τὴν ἀπόφαση τῶν ἀσεβῶν καὶ τῶν παιδιῶν τοῦ σκότους.
Πῶς νὰ σὲ μακαρίσουμε, πάτερ Βασίλειε, ἐσένα πού μὲ τὸ κεντρὶ τῆς ἀλήθειας κεντρίζεις καὶ διώχνεις τὴν πλάνη• ἐσένα πού ἀναχωρεῖς συνετὰ μαζὶ μὲ τὶς μέλισσες καὶ κατασκηνώνεις στὸ λιβάδι τῶν θεόπνευστων Γραφῶν, καὶ ἀπὸ κεῖ ἀνθολογεῖς γιὰ μᾶς ἄνθη προφητικά, δροσιὰ ἀποστολική, ζωὴ εὐαγγελική• ἐσένα πού διαρκῶς κάθεσαι στὶς κυψέλες τῶν ἀρετῶν, καὶ ἀπ’ αὐτές κατασκευάζεις γιὰ μᾶς τὴ θεία πρόπολη• ἐσένα πού παρήγαγες σοφά, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ μέλι τῆς θείας καὶ ἀψεγάδιαστης πίστης• ἐσένα πού μᾶς διδάσκεις νὰ καταφρονοῦμε τὶς πονηρὲς σφῆκες καὶ νὰ κατευθύνουμε τὸ πέταγμα στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό• ἐσένα πού κραύγασες ὅπως ὁ Δαβίδ, «εἶναι γλυκὰ τὰ λόγια σου στὸ λάρυγγά μου, εἶναι γλυκύτερα ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου»!
Πιστὲ Βασίλειε, ἔγινες δεκτὸς ὅπως ὁ Ἄβελ, μεταφέρθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἐνώχ, σώθηκες ὅπως ὁ Νῶε, ὀνομάσθηκες φίλος τοῦ Θεοῦ ὅπως ὁ Ἀβραάμ, προσφέρθηκες θυσία στὸν Θεὸ ὅπως ὁ
Ἰσαάκ, ὑπέφερες πειρασμοὺς μὲ γενναιότητα ὅπως ὁ Ἰακώβ, καὶ δοξάσθηκες πολὺ ὅπως ὁ Ἰωσήφ. Βύθισες μὲ τὴ ράβδο τοῦ σταυροῦ τὸν δεύτερο Φαραώ, ὅπως ὁ Μωυσῆς, κόβοντας τὴ θάλασσα τῶν παθῶν, ἀναδείχθηκες ἀρχιερέας τοῦ Κυρίου ὅπως ὁ Ἀαρών, ἔτρεψες σὲ φυγὴ τοὺς ἐχθρούς ὅπως ὁ Ἰησοῦς ὁ γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀξιώθηκες νά δεχθεῖς τὴ Χάρη, ἐπειδὴ ἔδειξες ζῆλο ὅπως ὁ Φινεές, ὑψώθηκες ὅπως ὁ Σαμουήλ, διαφυλάχθηκες ὅπως ὁ Δαβίδ, ἁρπάχθηκες στὸν οὐρανό ὅπως ὁ Ἠλίας, ἀξιώθηκες διπλὴ χάρη ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος. Καθαρίσθηκες μὲ τὴ νοητὴ φωτιὰ ὅπως ὁ Ἠσαΐας καὶ ἁγιάσθηκες ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς μητέρας σου ὅπως ὁ Ἱερεμίας. Εἶδες, ὅπως ὁ Ἰεζεκιήλ, Ἐκεῖνον πού κάθεται ἐπάνω στὰ Χερουβείμ, φίμωσες, ὅπως ὁ Δανιήλ, τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν, καὶ ὅπως οἱ Τρεῖς Παῖδες καταπάτησες ἐντελῶς τὴ φλόγα τῶν ἐχθρῶν. Κήρυξες ὅπως ὁ Πέτρος, δίδαξες ὅπως ὁ Παῦλος, ὁμολόγησες ὅπως ὁ Θωμᾶς ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Θεός, Αὐτός πού ἔπαθε γιά μᾶς. Ἐσύ θεολόγησες ὅπως ὁ Ματθαῖος, ὁ Μάρκος, ὁ Λουκᾶς καὶ ὁ Ἰωάννης• καὶ ὅπως οἱ Ἀπόστολοι, δίδαξες τοὺς ἄνομους, ἐπέστρεψες τοὺς ἀσεβεῖς, εὐαρέστησες στὸν Θεό.
Μεσίτευε γιὰ μένα τὸν πολὺ ἐλεεινό, καὶ ἐπανάφερέ με στήν εὐθεία ὁδό μὲ τὶς πρεσβεῖες σου, πάτερ• ἐσύ ὁ ἀνδρεῖος ἐμένα τὸν χαῦνο, ὁ ἀγωνιστής τὸν ὀκνηρό, ὁ πρόθυμος τὸν ράθυμο, ὁ σοφὸς τὸν ἀνόητο• ἐσύ πού θησαύρισες γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὸ θησαυρὸ τῶν ἀρετῶν, ἐμένα τὸν στερημένο ἀπὸ κάθε καλό• διότι ἐσένα δόξασε ὁ Πατέρας τῆς εὐσπλαχνίας, καὶ ἐσένα μακάρισε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ• ἐσένα σὲ καθιέρωσε ναὸ ἅγιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα• στὸ Ὁποῖο πρέπει ἡ δόξα, ἡ ἐξουσία, ἡ μεγαλοπρέπεια, στοὺς αἰῶνες. ‘Ἀμήν.